Ένας μίζερος τρόπος που έχουμε εφεύρει ως λαός για να πηγαίνουμε πάντα καλά είναι να συγκρινόμαστε κάθε φορά με τον εαυτό μας ώστε να βγαίνουμε πάντα καλύτεροι.
Το κλασσικό επιχείρημα των πολιτικών κομμάτων της χώρας είναι ότι «τα ίδια έκαναν και οι άλλοι» που αποτελούν πάντα το μέτρο σύγκρισης των δικών τους επιδόσεων. Το πραγματικό μέτρο σύγκρισης, οι πραγματικές ανάγκες της χώρας δηλαδή και το διεθνές περιβάλλον που συνεχώς μεταβάλλεται, μένουν στο περιθώριο. Αυτός ο πήχης παραείναι ψηλά για να φιλοδοξούμε να τον περάσουμε κάποτε.
Αυτό είναι και το μόνιμο μοτίβο της «πρώτη φορά αριστεροακροδεξιάς» κυβέρνησης που είχε διακηρύξει ότι έφερνε μαζί της την ελπίδα – και το ηθικό πλεονέκτημα – ενός διαφορετικού τρόπου διακυβέρνησης. Γι αυτό και ο στόχος «έξοδος στις αγορές» που αποτέλεσε το εναλλακτικό «όραμα» της πολυδιαφημισμένης και αναβληθείσας μείωσης του χρέους, είχε κι αυτός σαν μέτρο σύγκρισης την προ τριετίας αντίστοιχη έξοδο της προηγούμενης κυβέρνησης.
Η «επιτυχία» αυτής της εξόδου συνίσταται στο ότι το επιτόκιο του πενταετούς ομολόγου (4,625%) ήταν τελικά κατά 0,3% καλύτερο του προηγουμένου, γεγονός που συνοψίζει με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο τα τρία χαμένα χρόνια.
Η Πορτογαλία μπήκε σε πρόγραμμα (μνημόνιο) το 2011 και βγήκε το 2014. Το δικό της επιτόκιο δανεισμού για πέντε χρόνια ήταν χθες 1,18%. Το δικό μας επιτόκιο συγκρίνεται μόνο με το επίπεδο της κατεστραμμένης οικονομίας της Αργεντινής (4,7%)
Ψιλά γράμματα. Το «δικό μας» επιτόκιο είναι καλύτερο από του Σαμαρά…