Καθώς γίνεται προσπάθεια να ξαναρχίσουν οι διαπραγματεύσεις για τη (δίκαιη και βιώσιμη) λύση του κυπριακού προβλήματος, ένα από τα πολλά ζητήματα που έχουν ανακύψει είναι αυτό της “πολιτικής ισότητας”. Εάν με άλλα λόγια τα “συντακτικά μέρη” (constituent states) της (διζωνικής, δικοινοτικής) ομοσπονδίας, δηλαδή το ελληνοκυπριακό και τουρκοκυπριακό μέρος θα απολαμβάνουν πολιτικής ισότητας ή θα εφαρμόζεται κατά κάποιο τρόπο και βαθμό ο κανόνας της πλειοψηφίας και μειοψηφίας. Η απάντηση στο ζήτημα αυτό εμφανίζεται τόσο στη θεωρία όσο και στην πρακτική (ομοσπονδία των κρατών) ως σαφής. Η αρχή της πολιτικής ισότητας είναι βασική στη συγκρότηση μιας ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Ο K.C. Wheare στο κλασσικό και διαχρονικό έργο του Federal Government/ Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση, το επισημαίνει. Άλλωστε κάποιες πολιτικές οντότητες επιλέγουν την ομοσπονδία καθώς μεταξύ άλλων,γιά να συνυπάρξουν σ’ ένα αρμονικά ενιαίο σύνολο, δεν μπορούν να στηριχθούν στην πλήρη κλασσική εφαρμογή της αρχής της πλειοψηφίας – ομοφωνίας. Ωστόσο ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει να δούμε τι συμβαίνει στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) ως ένα οιονεί ομοσπονδιακό σύστημα.
Η Ένωση λοιπόν προβλέπει στη Συνθήκη της Λισσαβώνας την “ισότητα των κρατών μελών ενώπιον των Συνθηκών” (άρθ. 4) όπως επίσης και την “ισότητα των πολιτών της” (άρθ. 9). Έχει εδώ ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι η αρχή της ισότητας των κρατών, αν και βασική μιας ομοσπονδιακής κυβέρνησης, “μπήκε” στη Συνθήκη κατά τις εργασίες εκπόνησης του Ευρωπαϊκού Συντάγματος μετά από πρόταση της Πορτογαλίας. Η πρόταση συνάντησε αρχικά τη σφοδρή αντίδραση μεγαλύτερων κρατών μελών αλλά υποστηρίχθηκε ένθερμα από χώρες μέλη όπως η Ελλάδα αλλά και από την Κύπρο (η οποία αν και μη μέλος ακόμη της Ένωσης συμμετείχε στις εργασίες εκπόνησης του Συντάγματος στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Συνέλευσης). Ένα από τα κύρια επιχειρήματα υπέρ της πρότασης ήταν ότι ένα σύστημα όπως αυτό της Ένωσης που εξελίσσεται σε (έστω sui generis) ομοσπονδία τα συνιστώντα μέρη, δηλαδή τα κράτη μέλη δεν μπορεί παρά να απολαμβάνουν ισότητας. Βεβαίως η πολιτική και συνταγματική ισότητα δεν σημαίνει και αριθμητική ισότητα ούτε στο πλαίσιο της Ένωσης ούτε σε άλλη ομοσπονδία. Στην Ένωση π.χ. υπάρχει διαφοροποίηση στον αριθμό των μελών που έχει η κάθε χώρα μέλος στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (6 μέλη η Κύπρος, 96 μέλη η Γερμανία) ανάλογα με το μέγεθος του πληθυσμού, αν και με μια κατανομή που ευνοεί αναλογικά τις μικρότερες χώρες. Στη λήψη των αποφάσεων επίσης στο Συμβούλιο το μέγεθος του πληθυσμού προσδιορίζει τη σχετική «θέση δύναμης» μιας χώρας στο σύστημα της ειδικής διπλής πλειοψηφίας .Για τη λήψη όμως αποφάσεων με ομοφωνία όλες οι χώρες μέλη, μικρές ή μεγάλες, έχουν μια ψήφο, πράγμα που σημαίνει ότι και μια εξόχως μικρή χώρα (Μάλτα ή Κύπρος λόγου χάριν) μπορει “να μπλοκάρει ” αποφάσεις (να ασκήσει veto με άλλα λόγια), κάτι που έχει συμβεί αρκετές φορές στο παρελθόν. Βέβαια η ομοφωνία χρησιμοποιείται σήμερα σε περιορισμένο αριθμό περιπτώσεων (20% περίπου του συνόλου) και τείνει προς νέα συρρίκνωση καθώς θεωρείται ως τροχοπέδη στην αποτελεσματική λήψη αποφάσεων με παραλυτικές συνέπειες στη λειτουργία της Ένωσης. Έχει ενδιαφέρον ότι οι μικρότερες χώρες μέλη (ανάμεσά τους και η Ελλάδα, Ιρλανδία, Μάλτα, Κύπρος, ανατολικοευρωπαϊκές χώρες,κ.α) αντιτίθενται στην εγκατάλειψη της ομοφωνίας, στο δικαίωμά τους δηλαδή να ασκούν veto και να μπλοκάρουν αποφάσεις. Και τέλος , στην ΕΕ λειτουργεί εκ περιτροπής προεδρία στο Συμβούλιο για μεγάλς και μικρές χώρες.
Τα συμπεράσματα είναι προφανή.