Κυβερνώσα Κεντροαριστερά;

Γιώργος Σιακαντάρης 27 Μαϊ 2014

Τα αποτελέσματα των προχθεσινών ευρωεκλογών κάνουν επίκαιρο το ερώτημα αν υπάρχει άλλη εφικτή πρόταση για τη διακυβέρνηση του τόπου από αυτή της υπάρχουσας πλειοψηφίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ κατόρθωσε να πετύχει την πρωτιά και αυτό έχει μεγάλη σημασία. Δεν αρκεί όμως για να κυβερνήσει. Το μεγάλο πρόβλημά του δεν είναι να αποκτήσει την αυτοδυναμία, αλλά τι μπορεί να κάνει με αυτήν.

Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα κόμμα του 4% που λόγω της κατάρρευσης του ΠαΣοΚ και της αγανάκτησης έγινε 27%. Το μείζον πρόβλημά του δεν είναι ότι είναι πολυσυλλεκτικό, αλλά ότι είναι πολυϊδεολογικό κόμμα. Στον ΣΥΡΙΖΑ δεν συνωστίζονται διαφορετικές πολιτικές γραμμές που έχουν έναν κοινό ιδεολογικό κορμό, όπως γίνεται στα πολυσυλλεκτικά κόμματα, αλλά τρεις πολύ διαφορετικές ιδεολογικές οικογένειες.

Η πρώτη είναι αυτή του 4% και μοιάζει κάπως με τα προπολεμικά κόμματα ταξικής ενσωμάτωσης. Τέτοια κόμματα σε εποχές χαλαρότητας των ταξικών ταυτίσεων δεν μπορούν να υπερβούν το 4% έως 6%.

Η δεύτερη οικογένεια είναι αυτή που προέρχεται και θέλει να μοιάζει στον μεγάλο απερχόμενο της κεντρικής πολιτικής σκηνής, το ΠαΣοΚ. Είναι το ρεύμα που εκφράζει το «πατριωτικό και λαϊκιστικό τριτοκοσμικό» ΠαΣοΚ.

Και η τρίτη ιδεολογική οικογένεια είναι αυτή που, υπό προϋποθέσεις, θα μπορούσε να εκφράσει την ανάγκη του προοδευτικού εκσυγχρονισμού του παραγωγικού μοντέλου της χώρας, με προτεραιότητα της κοινωνίας και της πολιτικής έναντι των αγορών.

Αυτά τα τρία ιδεολογικά ρεύματα στον ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορούν να καταθέσουν ενιαία και σταθερή πρόταση διακυβέρνησης και να συνυπάρξουν κυβερνητικά. Είναι σίγουρο πως το 4% του ΣΥΡΙΖΑ, όπως και το 6% του ΚΚΕ, δεν θέλουν και δεν επιθυμούν να κυβερνήσουν. Το εντός του ΣΥΡΙΖΑ παλαιό τριτοκοσμικό ΠαΣοΚ θέλει σφόδρα να κυβερνήσει, εξάλλου μόνο αυτό θέλει, γι? αυτό και πήγε εκεί, αλλά δεν εμπνέει ευρύτερη εμπιστοσύνη. Τέλος, το προοδευτικό εκσυγχρονιστικό κομμάτι θέλει να κυβερνήσει, και μάλιστα με ευρωπαϊκό προσανατολισμό, αλλά μέσα σ? αυτόν τον χώρο και χωρίς συμμάχους δεν μπορεί.

Η Ελιά κατόρθωσε να πείσει ότι το ποσοστό με το οποίο πρέπει να μετρηθεί δεν είναι το ποσοστό του 2012, αλλά αυτό των δημοσκοπήσεων. Εξυπνο, αλλά δεν φθάνει. Εστω κι έτσι, όμως, ο χώρος απέδειξε ότι έχει αντοχές. Αυτό ωστόσο που έχει σημασία για την αναγέννησή του είναι να αποδείξει ότι η συνεργασία του με τη ΝΔ υπαγορεύεται από τις ανάγκες της συγκυρίας και δεν έχει μόνιμο χαρακτήρα.

Η ΔΗΜΑΡ απέτυχε. Αυτό δεν συνέβη γιατί αποχώρησε από την κυβέρνηση, αλλά επειδή δεν έπεισε για τους λόγους της αποχώρησής της. Ούτε γιατί αρνήθηκε να συνεργαστεί με την Ελιά, αλλά επειδή αρνήθηκε να υποστηρίξει η ίδια τη γραμμή της. Πρώτον, δεν απάντησε καθαρά αν είναι υπέρ ή κατά της παράτασης του βίου της σημερινής κυβέρνησης. Δεύτερον και σπουδαιότερο, γιατί δεν μπορείς να ζητάς δύναμη για να δώσεις κυβερνητικές λύσεις και την ίδια στιγμή, στο ερώτημα αν θα συμμετάσχεις σε μια νέα κυβέρνηση, αντί να απαντάς θετικά εφόσον γίνει δεκτός ο προοδευτικός πυρήνας των προτάσεών σου, εσύ να προτάσσεις τη φοβική άρνηση. Ακυρώνεις έτσι ο ίδιος τη δική σου πρόταση.

Τι γίνεται όμως με Το Ποτάμι; Αυτό, σε αντίθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ, είναι ένα κόμμα χωρίς καμία ιδεολογία. Μόνο του αυτοαποκλείεται από την Κεντροαριστερά, αφού θεωρεί ταμπέλα τους διαχωρισμούς Αριστερά – Δεξιά και διαμορφώνει θέσεις ανάλογα με το τι δείχνουν οι δημοσκοπικές διαθέσεις συγκεκριμένων ομάδων στόχου. Γι? αυτό και είναι ένας πρόσκαιρος σχηματισμός.

Αυτό που μένει είναι να βρεθούν δυνάμεις που δεν θα επιτρέψουν ούτε στην Αριστερά της εθνικοφροσύνης ούτε στην Αριστερά της ταξικής καθαρότητας που υπάρχουν στον ΣΥΡΙΖΑ να κάνουν μόνες τους παιχνίδι. Κάτι τέτοιο δεν διευκολύνεται όταν ορισμένοι χαρακτηρίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ, συλλήβδην, κόμμα των «μεταλλαγμένων σταλινικών». Τελικά ένας ΣΥΡΙΖΑ, που ούτως ή άλλως έρχεται στην εξουσία, ο οποίος δεν θα έχει προοδευτικά κεντροαριστερά στηρίγματα, θα οδηγήσει τη χώρα και την Αριστερά στην απόλυτη ανυποληψία.

Η Κεντροαριστερά είναι απαραίτητη για να αποτρέψει ένα τέτοιο ενδεχόμενο.