Οταν ο Μάρτιν Σουλτς, ο Γερμανός πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σε άρθρο του στη La Republica, μιλάει για τις ευθύνες και τα τραγικά λάθη της τρόικας και το ευρωκοινοβούλιο ξεκινά έρευνα για τα σφάλματα που έγιναν στα «προγράμματα εξυγίανσης» σε Ελλάδα, Ιρλανδία, Κύπρο και Πορτογαλία, με επωδό ότι «οι επιπτώσεις της λιτότητας εκτιμήθηκαν λάθος και περιορίστηκε η ανάπτυξη με απροσδόκητο τρόπο», ζητώντας μάλιστα να καταλογιστούν οι ευθύνες στους υπαιτίους, τι να πούμε πλέον περισσότερο εμείς;
Ισως να είναι και μια εξήγηση, γιατί τόσο ο κ. Σαμαράς όσο και ο κ. Βενιζέλος σήκωσαν τόσο «ψηλά τους τόνους» προς την τρόικα, έσπευσαν να προκαταλάβουν τα πράγματα, με διάφορες «κόκκινες γραμμές» -έστω κι αν εκ των υστέρων επιχειρούν μια αποδραματοποίηση- και προτάσσουν σαφώς την έννοια της «πολιτικής διαπραγμάτευσης».
Η ουσία βέβαια είναι ότι εξαντλήθηκαν τα όρια αντοχής της ελληνικής κοινωνίας, ενώ παράλληλα «σέρνεται» χωρίς εμφανή διέξοδο (παρά τις χρηματιστηριακές αναλαμπές) η κατάσταση στην οικονομία. Προφανώς αυτό ίσχυε και πριν. Τώρα όμως υπάρχει μία νέα συγκυρία με δύο νέα στοιχεία: Πρώτον, ένα οικονομικό, το «πρωτογενές πλεόνασμα», που όσο μικρό κι αν είναι, ή με αμφισβητούμενη διατηρησιμότητα κ.λπ., συνιστά ένα καθόλου αμελητέο επιχείρημα διαπραγμάτευσης. Δεν σε βγάζει «αυτομάτως» από την κρίση, δίνει όμως δυνατότητες χειρισμών με αρκετό εύρος.
Το δεύτερο στοιχείο είναι πολιτικό. Σε επτά μήνες έχουμε ευρωεκλογές, με εξαιρετικά ενισχυμένα τα εσωτερικά πολιτικά χαρακτηριστικά τους. Το ενδεχόμενο μιας μεγάλης ανατροπής του υπάρχοντος πολιτικού συσχετισμού είναι μία -σύμφωνα με αρκετούς δημοσκόπους- πιθανή εξέλιξη. Αυτό εξηγεί, ως έναν βαθμό, και τη «βιασύνη» Σαμαρά και Βενιζέλου. Στην ουσία ζητούν από τους «εταίρους – δανειστές» ένα «νέο πλαίσιο», που να τους δίνει προϋποθέσεις για την εκλογική μάχη του Μαΐου.
Εδώ υπάρχουν δύο ειδών δυσκολίες. Πρώτον, ευρωπαϊκές καθώς οι σχετικές συνεννοήσεις είναι περίπλοκες μια και έχουν πολλαπλές επιπτώσεις στη συγκυριακή ευρωπαϊκή ισορροπία. Η καθυστέρηση εξάλλου είναι στοιχείο της γερμανικής στρατηγικής. Και κυρίως δεν έχουν ακόμα ξεκαθαρίσει τι θέλουν να κάνουν. Και δεύτερον εσωτερικές, που έχουν σχέση με τις διαφωνίες για τα «προαπαιτούμενα», το «δημοσιονομικό κενό» του 2014, το «χρηματοδοτικό κενό», τον «ενιαίο φόρο ακινήτων» κ.λπ. Ο συνδυασμός όλων αυτών ακυρώνει το κυβερνητικό «success story» που προβλήθηκε στο τέλος του καλοκαιριού και δημιουργεί ένα εμφανές πλέον «δια γυμνού οφθαλμού» πολιτικό πρόβλημα σταθερότητας. Εμφανίζεται τόσο στις κοινοβουλευτικές ομάδες της συμπολίτευσης όσο και στην κυβερνητική συγκατοίκηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ.
Ακόμα κι αν περάσει ο «ενιαίος φόρος για τα ακίνητα» και υπάρξει διευθέτηση, ως προς τα «προαπαιτούμενα» κ.λπ. το «μείγμα» στην οικονομία και την κοινωνία είναι «εκρηκτικό» και δεν οφείλεται σε «πολιτικές συνωμοσίες». Το ενδεχόμενο μιας ανατροπής των πολιτικών συσχετισμών στη χώρα τον Μάιο, εάν δεν υπάρξει εγκαίρως «νέο πλαίσιο» διαχείρισης του ελληνικού προβλήματος, είναι πλέον πιθανό παρ? όλες τις ουσιαστικές αδυναμίες του ΣΥΡΙΖΑ.
Ισως με τις ανάγκες μιας τέτοιας «ανάγνωσης» να σχετίζεται η διαφοροποιημένη στάση Αβραμόπουλου και άλλων κορυφαίων στελεχών της Κεντροδεξιάς (καραμανλικοί, Ντόρα κ.λπ.), αλλά και η επιμονή Κουβέλη για έναν «τρίτο προοδευτικό πόλο», αυτοπροσδιοριζόμενο εκτός της παρούσας κυβερνητικής πολιτικής.