Τα δεδομένα τα οποία συνθέτουν την πραγματικότητα της χώρας -δημοσιονομική κρίση, εμπορικό έλλειμμα κα ύφεση, κοινωνική νευρικότητα, δυσμενές εξωτερικό περιβάλλον- δεν επιτρέπουν παιγνιδίσματα ή πολιτική ιδιοτέλεια προσώπων ή σχηματισμών. Αν και σε πρώτο χρόνο κάποιες πολιτικές δυνάμεις ανταποκρίθηκαν στις ευθύνες τους και κατέστη δυνατός ο σχηματισμός κυβέρνησης, διαπιστώνεται ότι στο έργο της αντιμετωπίζει και θα αντιμετωπίσει δυσκολίες οι οποίες δεν συγκρίνονται με ό,τι μέχρι σήμερα γνωρίσαμε, πλην εκείνων που αντιμετώπισαν οι κυβερνήσεις των χρεοκοπιών και των εμπολέμων συρράξεων.
.
Το στοίχημα που καλείται να κερδίσει αυτή η κυβέρνηση -η πρώτη διακομματική και με σύνθεση όλων των αποχρώσεων, από εκείνη του 1944- είναι πολλαπλό και ζωτικής σημασίας. Οι πολιτικοί σχηματισμοί οι οποίοι ανέλαβαν -και ορθώς- το ρίσκο και το κόστος του σχηματισμού της Κυβέρνησης Εθνικής Συνευθύνης, πρέπει να θεωρούν ότι ανέλαβαν μια αποστολή «αυτοκτονίας».
.
Η κυβέρνηση αυτή, οφείλει να κινηθεί κατά απόλυτη υπέρβαση οιασδήποτε κομματικής σκοπιμότητας και ιδιοτέλειας των πλευρών που την απαρτίζουν. Να μην ομοσπονδοποιηθεί και να λειτουργήσει ως ενιαία οντότητα, η οποία θα έχει την τόλμη και τη δύναμη να συγκρουσθεί με συμφέροντα, συντεχνίες, αντιλήψεις και αναχρονιστικές νοοτροπίες ανασταλτικές για κάθε προσπάθεια προόδου. Εάν, πρώτο μέλημά της είναι η διατήρηση της Ελλάδας στην ευρωζώνη και η αποκατάσταση της εικόνας και της αξιοπιστίας της στο ευρωπαϊκό και το διεθνές περιβάλλον, εξ ίσου σημαντικό και προϋπόθεση για την επιτυχία αυτού του στόχου είναι η προσπάθεια ολικής ανασυγκρότησης του κρατικού μηχανισμού, της οικονομίας της παραγωγής και της δημόσιας διοίκησης. Το εγχείρημα είναι αδύνατο να μην επιτύχει, αν δεν επιθυμούμε την επιστροφή σε κακές και δύσκολες δεκαετίες.
.
Το στοίχημα αυτό, όμως, δεν αφορά μόνο την κυβέρνηση. Στον ίδιο βαθμό, είναι στοίχημα για όλους τους πολίτες, γιατί δίχως τη συναίνεση αλλά και την ενεργό συμμετοχή όλων, δεν υπάρχει περίπτωση η κατάληξη να είναι επιτυχής. Οι τομείς για τους οποίους απαιτούνται άμεσες μεταρρυθμίσεις και παρεμβάσεις, συνοπτικά -κατά την κρίση μου- προσδιορίζονται ως εξής:
.
.
.
- Παιδεία: Κρίσιμη και απόλυτη προτεραιότητα είναι η βελτίωση του εκπαιδευτικού συστήματος, όχι μόνον σε ότι αφορά στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, το Πανεπιστήμιο δίνει εξειδίκευση, όχι κατ’ ανάγκην και καλλιέργεια. Δέσμη μεταρρυθμίσεων και άμεσων αλλαγών απαιτούνται στο σύστημα εισαγωγής των νέων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Δεν προσφέρει τίποτε η ταλαιπωρία των μαθητών επί τρία χρόνια στο Λύκειο και είναι εν πολλοίς άδικη η αξιολόγησή τους σε μία εξέταση τριών ωρών, δίχως να συνυπολογίζεται η συνολική παρουσία του μαθητή στη διάρκεια της εκπαιδευτικής του διαδρομής. Τούτο συνεπάγεται προδήλως και την ολική αναθεώρηση του συστήματος διδασκαλίας, ώστε να πάψει ο εγκιβωτισμός των νέων μαθητών στη στείρα απομνημόνευση, να στοχεύει στην ανάπτυξη κριτικής σκέψης και να δίδει κίνητρα για αναζήτηση και κατάκτηση της γνώσης. Οφείλουμε να προκρίνουμε την υλοποίηση βαθέων και ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων τόσο στην μέση, όσο και στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
.
.
Ωρολόγιο πρόγραμμα και Πανεπιστημιακά προγράμματα σπουδών, χρειάζονται εκσυγχρονισμό, ενώ οι λειτουργοί κάθε εκπαιδευτικής βαθμίδας οφείλουν να αποζητούν την αξιολόγηση και τη συνεχή βελτίωση των γνώσεων και δεξιοτήτων τους. Οι χώροι εκπαίδευσης ανήκουν αποκλειστικά στα μέλη της εκπαιδευτικής κοινότητας και όχι σε «περίεργες» ομάδες ή περιθωριακές κοινότητες. Πίσω από το ανούσιο και ψευδεπίγραφο αίτημα διατήρησης του Πανεπιστημιακού Ασύλου, καλύπτονται άλλα συμπλέγματα και εν τέλει, δεν αντιλαμβάνομαι γιατί ένα πανεπιστημιακό ίδρυμα πρέπει να είναι καταφύγιο διαφόρων αναξιοπαθούντων, μεταναστών από το Ιράκ, την Παλαιστίνη κ.ά, ή, πώς υπάρχει ανοχή στην μετατροπή πανεπιστημιακών χώρων σε πρατήρια ή αποθήκες λαθραίων τσιγάρων. Ακόμη, στη βάση ποιας λογικής οι Πρυτανικές Αρχές ανέχονται την κατάληψη κτηρίων από ακραίες ομάδες για πλέον των 20-25 ετών, με τις συνεπαγόμενες φθορές της δημόσιας περιουσίας (παρεμπιπτόντως, η εικόνα του ΕΜΠ και της Νομικής δεν περιποιούν τιμή σε κανέναν). Είναι κοινή αντίληψη -πλην εκείνων που εξυπηρετούνται- ότι οι φοιτητές δεν πρέπει να έχουν καμία σχέση με θέματα διοίκησης, εκτός από θέματα φοιτητικής μέριμνας. Η σχέση, ψηφοθηρική ή οποιασδήποτε άλλης συναλλαγής, πρέπει να σταματήσει εδώ. Με τον Ν. 4009/2011 επιχειρήθηκε να τεθεί κάποια τάξη, αλλά δεν έγινε δυνατόν να εφαρμοσθεί όπως είχε ψηφισθεί από τη συντριπτική πλειοψηφία του Κοινοβουλίου. Αλγεινή εντύπωση σε κάθε εχέφρονα πολίτη προκάλεσαν οι από βήματος Κοινοβουλίου απειλές περί μη εφαρμογής, ενώ αηδείς ήταν οι ανάλογες τοποθετήσεις Πρυτάνεων. Οι «αριστερές» αγκυλώσεις και εμμονές, ούτε προοδευτικές, ούτε αριστερές και εν τέλει, ούτε χρήσιμες είναι. Εάν δεν επιδιώξουμε την ανάπτυξη ενός εκπαιδευτικού συστήματος που θα κάνει τους σπουδαστές να αγαπούν την αναζήτηση γνώσης και να συνδέεται με τις ανάγκες απασχόλησης, δεν υπάρχει προοπτική.
.
.
.
- Υγεία: Παρά τα θετικά βήματα στην περιστολή δαπανών, πιστεύω ότι συνιστά χίμαιρα η εντύπωση ότι θα βελτιωθεί το υπάρχον σύστημα, εάν δεν επέλθουν ριζικές αλλαγές στη νοοτροπία της προσέγγισης τόσο των υγειονομικών κάθε βαθμίδας και ειδικότητας, όσο και στη δομή και οργάνωση του συστήματος. Στα σημερινά νοσοκομεία δεν μπορεί να ασκηθεί αποτελεσματική-συνετή διοίκηση, με αποτέλεσμα, υπέρογκο κόστος λειτουργίας συναφές με το παραγόμενο αποτέλεσμα. Η συνένωση κλινικών, οι οποίες εξυπηρετούσαν μόνο τη δημιουργία διευθυντικών θέσεων, είναι θετική, όμως η συνένωση νοσοκομείων δεν νομίζω ότι αποτελεί επιλογή στη σωστή κατεύθυνση, καθώς θα δημιουργήσει μεγέθυνση των ήδη υδροκέφαλων οργανισμών. Είναι καιρός να μιλήσουμε σοβαρά για την πρωτοβάθμια περίθαλψη.
.
.
Η ανάπτυξη υγειονομικών σχημάτων πρώτου και δευτέρου βαθμού, θα επιτρέψει τη δημιουργία ευέλικτων μονάδων, καλύτερα ελεγχομένων και συνεπώς άμεση βελτίωση στην ποιότητα των παρεχομένων υπηρεσιών. Θα προσφέρει δυνατότητα καλύτερης και πλέον ορθολογικής αξιοποίησης του προσωπικού. Εκφεύγει κάθε σύγχρονης και λογικής αντίληψης η περίπτωση όπου, ακόμη και για ένα θλαστικό τραύμα, να πρέπει να επισκεφθείς ένα Γενικό Νοσοκομείο, του οποίου ο ρόλος είναι η παροχή υπηρεσιών σε τρίτο ή τουλάχιστον δεύτερο βαθμό.
.
Από την άλλη πλευρά, πρέπει να αναζητηθεί λύση για τη στελέχωση και διασπορά του προσωπικού (ειδικευμένων ιατρών και νοσηλευτών) στην περιφέρεια. Η Πολιτεία επενδύει στην εκπαίδευση των στελεχών της Υγείας και οφείλει να απαιτεί από αυτά την ανταποδοτική συνεισφορά τους και στις απομακρυσμένες από το Κέντρο περιοχές.
.
.
.
- Εξωτερική Πολιτική: Παρά τη δεδομένη δημοσιονομική δυσχέρεια, εκτιμώ ότι υπάρχουν τα περιθώρια για βελτιώσεις και αναθεωρήσεις στις λανθασμένες εκείνες επιλογές, οι οποίες, αν δεν έχουν επιφέρει μη ανατάξιμες βλάβες, έχουν προκαλέσει επιπλοκές και δυσκολίες στη διαχείριση των υποθέσεων της χώρας στο εξωτερικό. Η Ελληνική Εξωτερική Πολιτική κυριαρχείται από παθογένειες που έχουν ρίζες σε εμμονές ιστορικής προελεύσεως, ανεπαρκή σχεδιασμό στρατηγικής στον μέσο ή μακροπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα, ελλείμματα στην ανάλυση και αντιφάσεις με παράλληλη αδυναμία τηρήσεως μιας συντεταγμένης συνεκτικής και συνεπούς γραμμής, ενώ ο δυσλειτουργικός και μη αποτελεσματικός μηχανισμός διαχειρίσεως των εξωτερικών υποθέσεων, μεγεθύνει τα μειονεκτήματα και σμικρύνει τα όποια θετικά σημεία.
.
.
Αναμφιβόλως, χρειάζεται ορθολογική κατανομή των Αρχών Εξωτερικού και η μείωση του αριθμού τους. Η μεγιστοποίηση των δυνατοτήτων που προσφέρουν οι νέες τεχνολογίες στην επικοινωνία και τη λήψη πληροφοριών, σε συνδυασμό με τη δομική αναδιοργάνωση των θεσμικών οργάνων σχεδιασμού και ασκήσεως πολιτικής διεθνών υποθέσεων, θα εισφέρουν σημαντικά και θα εξισορροπήσουν πιθανές δυσχέρειες οφειλόμενες στον προαναφερθέντα περιορισμό Αρχών Εξωτερικού, εφ’ όσον δίδουν τη δυνατότητα και λήψεως ενημερώσεως και πληροφοριών, αλλά και διεκπεραιώσεως διοικητικών πράξεων μέσω διαδικτύου. Η συγκροτημένη, συναινετική και μεθοδική προσπάθεια επιλύσεως θεμάτων πρωτίστως στη «γειτονιά» μας και η σχεδιασμένη μεθόδευση δημιουργίας συμμαχιών και σχέσεων με στρατηγικούς παίκτες του Διεθνούς Συστήματος, θα συμβάλλουν σε καθοριστικό βαθμό στην προσπάθεια ανασύνταξης και επανεκκίνησης.
.
.
.
- Ανάπτυξη-Οικονομία: Χρειάζεται η άμεση αποστασιοποίηση από τις συνήθεις «γενικούρες» και φραστικά πυροτεχνήματα. Η ευκολία εξαγγελιών και η ψευδαίσθηση αναπτυξιακών οραμάτων επιπέδου προθέσεων, δεν έχουν πλέον έδαφος και δεν προσφέρουν θετικά ούτε στην υπέρβαση της δημοσιονομικής κρίσεως και ελλείμματος, ούτε στην εξισορρόπηση του ελλείμματος εμπορικών συναλλαγών και την έναρξη παραγωγικών διαδικασιών.
.
.
Απαιτείται στρατηγικός σχεδιασμός με σαφή περιγραφή του σχεδίου ανάπτυξης και αναφορά στην κινητήριο βιομηχανία, τις δορυφορικές παραγωγικές δραστηριότητες, καθώς και την περιφερειακή-γεωγραφική κατανομή αυτής της ανάπτυξης. Είναι αντιαναπτυξιακή, αντιπαραγωγική και εν τέλει αδιανόητη η συγκέντρωση σχεδόν του συνόλου της οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας στην περιοχή του Λεκανοπεδίου, ενώ όλη η υπόλοιπη χώρα παρακμάζει. Είναι άκρως επιθυμητή και ζωτικής σημασίας η σύναψη κοινών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων με άλλες χώρες της περιοχής της Ν.Α. Ευρώπης, με στρατηγική ανάπτυξης και επέκτασης σε χώρες ακόμη και εκτός Ευρωπαϊκής Ηπείρου.
.
.
.
- Δημόσια Διοίκηση – Διοικητικό Σύστημα
.
.
α) Δημόσια Διοίκηση: Εάν επιχειρήσει κάποιος να απαριθμήσει τα προβλήματα της Διοίκησης και της λειτουργίας του Δημοσίου στη χώρα μας, δεν θα επαρκούν εκατοντάδες σελίδες. Ο υδροκεφαλισμός, η πολυνομία, η συναρμοδιότητα, το υπερσυγκεντρωτικό Κράτος (η κεντρική κυβέρνηση έχει πάνω από 20.000 -ναι, είκοσι χιλιάδες- αρμοδιότητες!), είναι στοιχεία που ευνοούν τη γραφειοκρατία και τη διαφθορά και καθιστούν το Δημόσιο αποκρουστικό στην επαφή και «μπελά» για την καθημερινότητα του πολίτη, αντί αυτό να διευκολύνει τη ζωή, ή να ανταποκρίνεται στο ρόλο του, ως εγγυητής της ισονομίας, της διαφάνειας και των ίσων ευκαιριών για κάθε δραστηριότητα.
.
Επιπροσθέτως, η κρατούσα νοοτροπία «τρούπωσα», σε συνδυασμό με την κάκιστη πρακτική της «αλληλεγγύης προς τον συνάδελφο», εξέθρεψαν ολόκληρες σειρές υπαλλήλων με αντίληψη οικειοποιήσεως του Δημοσίου, καθώς το θεωρούν δοβλέτι τους και όχι θέση δημόσιας προσφοράς. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν υπάλληλοι που φιλότιμα προσπαθούν, αλλά η προσπάθειά τους αυτή καταπνίγεται στη γενική αντιδραστική αντίληψη και τη συντεχνιακή σκοπιμότητα, στοιχεία που υπό ευνοϊκές συνθήκες παρακμής, εγκλωβίζουν ως όμηρο ακόμη και αυτήν την πολιτική ηγεσία. Η ανάπτυξη των πελατειακών σχέσεων δημιουργεί τον φαύλο κύκλο και αποτελεί γόνιμο έδαφος για την καλλιέργεια διαφθοράς και για την αναποτελεσματικότητα στην απόδοση.
.
.
β) Διοικητικό Σύστημα: Οι γενετήσιες παθογένειες της διοίκησης, επιδεινώνονται από τη διατήρηση ενός απηρχαιωμένου και συγκεντρωτικού Διοικητικού Συστήματος, το οποίο αποστερεί από δημιουργικούς υπαλλήλους την ευκαιρία αναπτύξεως δεξιοτήτων και ευνοεί την επικράτηση της διαφθοράς και τελμάτωσης. Αναλογιζόμενοι ότι ο πυρήνας του συστήματος αυτού έλκει τις απαρχές του στην Βαυαροκρατία και έχει ως βάση το Ναπολεόντειο σύστημα (ο δημιουργός του, μέλος της Αντιβασιλείας Mauer, ήταν επηρεασμένος από τη Γαλλική Επανάσταση, όπως άλλωστε όλη η Βαυαρική αριστοκρατία), θα εκπλαγούμε γιατί η Ελληνική Πολιτεία εμμένει στην εφαρμογή ενός συστήματος που ακόμη και αυτοί οι εμπνευστές και οι δημιουργοί του έχουν προ πολλών δεκαετιών απορρίψει. Οι όποιες αλλαγές και προσπάθειες εκσυγχρονισμού οι οποίες πραγματοποιήθηκαν κατά περιόδους (Ελευθέριου Βενιζέλου, Κωνσταντίνου Καραμανλή, Ανδρέα Παπανδρέου, με τους Ν.1270/1982 και Ν.1416/1984, Κώστα Σημίτη με το σχέδιο «Καποδίστριας» και η τελευταία με τον Γιώργο Παπανδρέου και το σχέδιο «Καλλικράτης»), παρά τις θετικές αλλαγές, δεν μπήκαν στην ουσία του προβλήματος, την υπερσυγκέντρωση της εξουσίας στην Κεντρική Κυβέρνηση.
.
Ας αρχίσουμε από το βασικό ζήτημα της διαπλοκής και διαφθοράς. Σήμερα, το δημόσιο χρήμα διαχειρίζονται πέντε, το πολύ, άνθρωποι: ο Πρωθυπουργός, ο Υπουργός Οικονομικών, ο Υπουργός αρμόδιος για τα Δημόσια Έργα, ο Υπουργός Άμυνας και ο Υπουργός Υγείας. Στα Υπουργεία αυτά, υπάρχει ο μεγαλύτερος όγκος προμηθειών και αναθέσεων. Προφανώς και δεν είναι πολύ δύσκολο να εκβιασθούν δύο, τρείς ή πέντε το πολύ άνθρωποι και να υποκύψουν στη δημιουργία σχέσεων συναλλαγής. Αν όμως οι αρμοδιότητες διασπείρονταν, π.χ. στους ΟΤΑ, θα ήταν πολύ πιο δύσκολο να δημιουργηθούν παρόμοιες σχέσεις, ενώ η παράλληλη δημιουργία ισχυρών θεσμών κοινωνικού ελέγχου, θα περιόριζε ακόμη περισσότερο την πιθανότητα αυτή. Δεν υπάρχει σήμερα λόγος που να δικαιολογεί την υπαγωγή των νοσοκομείων, της αστυνομίας και της εκπαίδευσης, στην κεντρική κυβέρνηση. Οι Περιφέρειες και οι Δήμοι μπορούν κάλλιστα -πάντοτε με τις κατάλληλες προσαρμογές- να αναλάβουν την ευθύνη.
.
Ευνοήτως, θα πρέπει να γίνει ριζικός επανασχεδιασμός των διοικητικών μονάδων (Δήμων και Περιφερειών), με βάση κριτήρια και δυνατότητες ισόρροπης ανάπτυξης και αξιοποίησης φυσικών πόρων, έτσι ώστε αυτές να είναι βιώσιμες· και φυσικά, θα πρέπει να δοθεί στους ΟΤΑ η δυνατότητα να φορολογούν και να δημιουργούν έσοδα. Οι φόροι αυτοί -π.χ. ακινήτων- θα παύσουν να είναι στην αρμοδιότητα της κεντρικής κυβέρνησης· θα επιβάλλονται και θα αποδίδονται στους ΟΤΑ. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο Κρατικός Προϋπολογισμός θα ευεργετηθεί από μία ακόμη σημαντικότατη μείωση, καθώς δεν θα υφίσταται, πλέον η υποχρέωση της Κυβέρνησης για τη χρηματοδότηση των Περιφερειών και των Δήμων, ενώ, οι δήμαρχοι και περιφερειάρχες, θα υποχρεωθούν στην άσκηση ορθολογικής και συνετής διαχειρίσεως πόρων και προσωπικού. Αυτό είναι κάτι που πρέπει πολύ σοβαρά να αρχίσουμε να επεξεργαζόμαστε, καθώς απαιτούνται τόλμη και γενναία βήματα εμπρός (ο «Καλλικράτης» κατά την άποψή μου μόνον ως μεταβατικό στάδιο είναι δυνατόν να κριθεί).
.
.
.
- Κοινωνική συνοχή και αλληλεγγύη: Η δημοσιονομική κρίση και η συνακόλουθη οικονομική ύφεση, έχουν επιφέρει έκπτωση στο επίπεδο διαβίωσης, καθώς η «μεσαία τάξη» στην Ελλάδα απαρτίζεται κυρίως από υπαλλήλους του δημοσίου τομέα ή μικροεμπόρους. Παραλλήλως, συνταξιούχοι και μισθωτοί περιορισμένων αποδοχών, οδηγούνται κάποιες φορές σε απόγνωση καθώς οι ήδη μικρές αποδοχές τους περικόπτονται περαιτέρω. Εάν συνυπολογισθεί το συνεχώς αυξανόμενο ποσοστό ανεργίας, δεν θα είναι υπερβολή να υποθέσει κανείς ότι τα ελληνικά νοικοκυριά έχουν στη συντριπτική τους πλειοψηφία σημαντικά προβλήματα καλύψεως στοιχειωδών αναγκών τους, αν όχι επιβίωσης. Δεν θα διαφωνήσω πως ο τρόπος ζωής μας υπερέβαλε και υπερέβαινε την πραγματική δυνατότητα της οικονομίας της χώρας, πλην όμως, όσο συνυπεύθυνοι και αν είναι οι πολίτες, αυτό δεν απαλλάσσει από την ευθύνη το πολιτικό προσωπικό της χώρας που διαχειρίστηκε τα δημόσια πράγματα είτε από κυβερνητικές θέσεις, είτε και από τη θέση της αντιπολίτευσης. Δεν λειτουργεί ο συμψηφισμός, αλλά οι ευθύνες κατανέμονται αντιστοίχως.
.
.
Οφείλει η Πολιτεία να σταθεί δίπλα στις κατηγορίες αυτές, είτε με άμεσο τρόπο σύμφωνα με τις δυνατότητες που υφίστανται, είτε με μέτρα επικουρικά που θα ανακουφίσουν έμμεσα τους πολίτες. Ευνοήτως, δεν αναφέρομαι μόνον στην κεντρική κυβέρνηση, αλλά και στους ΟΤΑ. Οι επικεφαλής των Δήμων κυρίως, πρέπει να αντιληφθούν ότι πλέον δεν πρέπει να αρκούνται στην ευκολία του αθροίσματος ψήφων από εθνικοτοπικές οργανώσεις ή/και αθλητικά σωματεία, ούτε στην ανέξοδη καλλιέργεια δημοσίων σχέσεων. Είναι υποχρέωσή τους να συμβάλουν στη δημιουργία δράσεων με στόχο την υποστήριξη και βελτίωση της καθημερινότητας των κατοίκων· τα κάθε είδους «κοινωνικά παντοπωλεία» βοηθούν στην εικόνα και αναμφίβολα κάποιους βοηθούν ουσιαστικά, αλλά ούτε αρκούν, ούτε λύση δίνουν. Θα ήταν χρήσιμη, π.χ., η δημιουργία γραφείων εργασίας στο δήμο και κίνητρα στις τοπικές επιχειρήσεις για προσλήψεις δημοτών, δημιουργία εθελοντικών τμημάτων ενισχυτικής διδασκαλίας προς ανακούφιση των ανέργων γονέων ή εκείνων με χαμηλά εισοδήματα κ.λπ.
.
Συνοπτικά, θα πρέπει να αναζητήσουν το δρόμο και τα μέσα με τα οποία θα συμβάλλουν και εκείνοι στην αναπτυξιακή προσπάθεια της χώρας, δημιουργώντας προϊόντα και κύκλους εργασιών, ή με δημιουργικές δράσεις να συμβάλλουν στην αναχαίτιση της ανέχειας.
.
Συναφώς με το σχετικό για την κοινωνική συνοχή ζήτημα, της μεταναστευτικής πολιτικής, έχει γραφεί πληθώρα κειμένων. Ας μου επιτραπεί για μία ακόμη φορά η επισήμανση ότι πρέπει να αντιμετωπισθεί άμεσα, εντός των θεσμικών πλαισίων που ορίζονται για ένα συντεταγμένο δημοκρατικό ευρωπαϊκό κράτος.
.
.
Εξ όλου του συνειρμού και των δεδομένων, είναι προφανές ότι η Κυβέρνηση αυτή έχει σημαντικό έργο να επιτελέσει, αλλά και οι πολίτες έχουμε την υποχρέωση να κάνουμε την υπέρβαση και να αλλάξουμε την οπτική με την οποία προσεγγίζουμε και αντιλαμβανόμαστε τη σχέση μας με το Κράτος, το κοινωνικό σύνολο και εν τέλει, τη χώρα μας. Η αλλαγή αναπτυξιακού και καταναλωτικού μοντέλου, είναι υπόθεση που αφορά όλους μας. Η προώθηση μεταρρυθμίσεων και η σχεδιασμένη αναπτυξιακή πολιτική και πολιτική στρατηγικής αποκέντρωσης στη λειτουργία του κράτους και στη γεωγραφική διάταξη του πληθυσμού, είναι προϋποθέσεις για την απόδοση των όποιων θυσιών. Η καπηλεία της ιστορίας, η παράθεση βερμπαλιστικών δημεγερτικών ανοησιών «εθνικής» ή αριστερότροπης προελεύσεως, αναδεικνύουν την ανωριμότητα κακομαθημένων εφήβων και σηματοδοτούν την επιστροφή σε εποχές ψωροκώσταινας, αποστερώντας κάθε προοπτική ανάπτυξης και συνεπώς εξόδου από την ύφεση και την κρίση.
.
.