Ομιλία του Μιχάλη Παπαπέτρου στην παρουσίαση του βιβλίου του
Τ. Χ ’Δημητρίου «Κ.Δ 1959-1964 – Κράτος και Παρακράτος»
Λευκωσία 1η Δεκεμβρίου 2021
Όσοι θεωρούν ότι το κυπριακό πρόβλημα γεννήθηκε το 1974, με την τουρκική κατοχή, απλά εθελοτυφλούν. Και όταν εθελοτυφλείς, αδυνατείς να κάνεις σωστές διαγνώσεις, που θα σε βοηθήσουν να βγεις από τα αδιέξοδα και την αποτελμάτωση. Αυτό συμβαίνει σήμερα στην Κύπρο. Το κυπριακό χρησιμοποιείται ως μέσον για προώθηση χίλιων δύο επιδιώξεων, από εκλογικές μεθοδεύσεις, εξυπηρέτηση οικονομικών συμφερόντων και προώθηση κομματικών σκοπιμοτήτων. Όλα αυτά εξηγούν τις θεαματικές μεταλλάξεις και τις αφύσικες εκλογικές συμμαχίες. Με αποτέλεσμα, το κυπριακό, ένα πρόβλημα υπαρξιακό για τον κυπριακό λαό, να παραπαίει και να καταποντίζεται. Στο κρίσιμο σταυροδρόμι του κυπριακού, εκεί που θα κρίνονταν η πορεία και οι πιθανότητες ευόδωσης των επιδιώξεων μας, εμείς διαλέξαμε λάθος δρόμο. Διαλέξαμε τον δρόμο της συντριβής του αντιπάλου και επιβολής του μάξιμουμ των επιδιώξεων μας.
Συνήθως, η βολική καραμέλα για την κατρακύλα μας, είναι η τουρκική αδιαλλαξία. Δεν αντιλέγω ότι η τουρκική πολιτική, στο μεγαλύτερο διάστημα, κυρίως από το 1974 και μετά, υπήρξε αδιάλλακτη. Όμως, το ερώτημα είναι, τι κάναμε εμείς για να σώσουμε τον τόπο μας. Τι κάναμε για να εκμεταλλευτούμε τις όποιες δυνατότητες, μας προσέφεραν οι εξελίξεις και οι συγκυρίες.
Σ΄ αυτά εντριφεί το βιβλίο του Τάκη Χ’ Δημητρίου, Κράτος και Παρακράτος, που πραγματεύεται την πιο κρίσιμη περίοδο της Κυπριακής Δημοκρατίας, από το 1959 μέχρι το 1964, όταν συνειδητά επιλέξαμε την κατεδάφιση του συμβιβασμού και την οριοθέτηση της ένοπλης σύγκρουσης, ως της μεθόδου για προώθηση των επιδιώξεων μας. Όταν επιλέξαμε, αντί της οικοδόμησης ενός συνεταιρικού κράτους με συμπατριώτες μας που μιλούσαν άλλη γλώσσα και είχαν διαφορετική θρησκεία, να θεωρήσουμε τις Συμφωνίες της Ζυρίχης ως προσωρινό σταθμό ανασύνταξης, για να συνεχίσουμε τον αγώνα για την Ένωση. Οι ευθύνες της άλλης πλευράς, καθόλου δεν μειώνουν τις ασήκωτες ευθύνες της έλληνο-κυπριακής πλευράς, που ως η μεγαλύτερη και ισχυρότερη, είχε την κύρια ευθύνη να επιδείξει υπευθυνότητα και ρεαλισμό, για να δώσει στον συμβιβασμό και την συνεργασία, την δυνατότητα να δουλέψουν και να φέρουν αποτελέσματα.
Στο συγκεκριμένο βιβλίο, ο συγγραφέας δεν περιορίζεται στο να παραθέτει γεγονότα και να τα σχολιάζει. Η γραφίδα του μετατρέπεται σε νυστέρι που ανοίγει αποστήματα, που αμφισβητεί τα ταμπού και τα ιερά και τα όσια και που λέει τα πράγματα με το όνομα τους. Ο Τάκης Χ΄Δημητρίου έχει άποψη, που δεν διστάζει να την εκφράζει, όσο κι αν είναι απέναντι στο ρεύμα και τις «αδιαμφισβήτητες αλήθειες», με τις οποίες βομβαρδίστηκαν γενιές και γενιές ελληνοκυπρίων για πάνω από ¾ του αιώνα. Μέσα σ΄ αυτά τα πλαίσια, το βιβλίο που παρουσιάζουμε σήμερα, καταρρίπτει πολλούς μύθους και αποκαθιστά, σε μεγάλο βαθμό, την ιστορική αλήθεια. Που, αν της επετρέπετο να φανεί από τότε, σίγουρα ο τόπος μας θα απέφευγε δεινά, θανάτους, προσφυγιά, χαμένες πατρίδες και, κυρίως, ορατούς κινδύνους για την ολοκληρωτική καταστροφή, όπως αυτούς που αντιμετωπίζουμε σήμερα.
Τα γεγονότα που παρατίθενται σχετικά με τους χειρισμούς του Μακαρίου και της ηγεσίας που τον περιέβαλλε είναι ενδεικτικοί του γεγονότος ότι οι ισχυρισμοί περί Τουρκανταρσίας το 1963-64 αποτελούσαν υπεραπλούστευση , που μπορούσε να είχε απήχηση, μόνον στα ώτα των φανατικών εθνικιστών στο εσωτερικό μέτωπο και που δημιουργούσαν, από τότε, σοβαρές αμφιβολίες στην διεθνή κοινότητα. Είναι πασιφανές, πλέον, ότι ο Μακάριος, τουλάχιστον μέχρι την εισβολή του 1974, ποτέ δεν έβγαλε από το μυαλό του την ιδέα της Ένωσης, παρ΄ όλο που έπρεπε να γνωρίζει ότι κάτι τέτοιο ποτέ δεν θα ήταν αποδεκτό από τους Τουρκοκύπριους και την Τουρκία. Δεν μιλώ για τον Γρίβα, η πολιτική κρίση του οποίου υπήρξε νηπιακή. Η προσπάθεια του Μακάριου, αιφνιδιαστικά και την τελευταία στιγμή, στο Λονδίνο το 1959, να υποσκάψει την υπογραφή των Συμφωνιών Ζυρίχης – Λονδίνου, παρά την προηγούμενη δέσμευση και αποδοχή τους, μετά από πλήρη ενημέρωση του από την Ελληνική Κυβέρνηση, και η τελική προσυπογραφή, μόνον μετά από σύγκρουση και προειδοποιήσεις των Καραμανλή-Αβέρωφ, αποδεικνύει ότι τα 13 σημεία του 1963, για αλλαγή του Συντάγματος, δεν ήταν αποτέλεσμα της λειτουργίας της Κ.Δ, και προβλημάτων που προέκυψαν από το 1960 μέχρι το 1963, αλλά στοιχείο που προϋπήρχε στο μυαλό του κύπριου Προέδρου και των βασικών επιτελών του. Εξ΄ άλλου, τον βασικό κορμό των 13 σημείων, τον είχε εγείρει στο Λονδίνο το 59 και απορρίφθηκαν από τους Τ/Κ.
Σημειώνω ότι, κι όταν, μετά τις συνομιλίες Κληρίδη – Ντεκτάς, το 1972 οι Τ/Κ αποδέχτηκαν ίσως τα 12 από τα 13 σημεία, ο Μακάριος και πάλιν δεν συναίνεσε, φοβούμενος, όπως εκμυστηρεύτηκε, να μην κατηγορηθεί από την ακραία εθνικιστική παράταξη του Γρίβα και των αγωνιστών, ως επίορκος της Ένωσης για δεύτερη φορά, αφού θα αποδεχόταν λύση που απέκλειε την Ένωση. Ο καθηγητής και συγγραφέας Παύλος Τζερμιάς αναλύει τις μεθοδεύσεις του Μακάριου. Με βρίσκει σύμφωνο ο χαρακτηρισμός της συμπεριφοράς του ως «Μακιαβελική υστεροβουλία να δημιουργήσει άλλοθι στον εαυτό του.»
Οι Συμφωνίες της Ζυρίχης είχαν πολλά αρνητικά σημεία. Όμως, υπήρχαν οι προϋποθέσεις, πάνω στις οποίες, άνθρωποι με καλή θέληση θα πετύχαιναν να οικοδομήσουν ένα κράτος, που στην πορεία και με αποδεκτές μικροαλλαγές, τις οποίες η Τουρκία, δια στόματος του πρωθυπουργού Ινονού δεν απέκλεισε τότε, θα μπορούσαν να δημιουργήςουν δημοκρατική τάξη, συνθήκες ειρηνικής συνεργασίας και κοινής ευημερίας του κυπριακού λαού, Ε/Κ και Τ/Κ. Δυστυχώς καμμιά πλευρά δεν λειτούργησε κατά τρόπο, που να δώσει στις Συμφωνίες την δυνατότητα να πετύχουν. Επιμένω, ότι η Ε/Κ πλευρά είχε απείρωςπερισσότερους λόγους να κάνει τις Συμφωνίες να πετύχουν. Όχι μόνον υπό την έννοια ότι εξουδετερώνονταν οι υπαρκτοί κίνδυνοι από την Τουρκική επιβουλή, αλλά και γιατί, όντας η μεγάλη και ισχυρή Κοινότητα, που ουσιαστικά κυβερνούσε, είχε κάθε λόγο να κατοχυρώσει τα κεκτημένα ενός Ανεξάρτητου Κράτους. Αντ΄ αυτού, οι Ε/Κ από την πρώτη στιγμή αμφισβήτησαν ρητές πρόνοιες των Συμφωνιών, όπως π.χ τους χωριστούς δήμους. Και επέμειναν στην άρνηση, ακόμα και μετά την καταδικαστική απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου, με αποτέλεσμα την παραίτηση του Γερμανού του Προέδρου και την διεθνή δυσφήμηση της Κύπρου.
Αντί, λοιπόν, και οι δύο πλευρές, να κάνουν τις Συμφωνίες να δουλέψουν, τις αντίκρυσαν ως ενδιάμεσο σταθμό, και προετοιμάζονταν για ένοπλη σύγκρουση. Ο ηγέτης της Κυπριακής Δημοκρατίας, αντί να αποπυροδοτήσει την κατάσταση, αντί να προσπαθήσει να προσεγγίσει τα πιο μετριοπαθή Τ/Κ στοιχεία και να χαλιναγωγήσει τους ακραίους της Κοινότητας του, ενήργησε ως ηγέτης Κοινότητας, τέθηκε επικεφαλής των Ε/ΙΚ προσπαθειών για σύγκρουση, με τις πράξεις και τις ενέργειες του δικαιολογούσε στα μάτια της Τ/Κ Κοινότητας τις δραστηριότητες της ΤΜΤ, και δεν δίστασε για τα πιο πάνω, να συγκρουστεί με την Ελληνική Κυβέρνηση. Στις πρώτες προεδρικές εκλογές του Δεκέμβρη του 59, κατηγορεί τον Γιάννη Κληρίδη και την Αριστερά ότι «δεν κατόρθωσαν να συλλάβουν το νόημα της κυπριακής επαναστάσεως και ότι καλλιεργούν την ηττοπάθεια.» Την ίδια ώρα που η ακροδεξιά αντιπολίτευση των κύκλων της Μητρόπολης Κερύνειας και του Γρίβα, πολιτεύονται με ακρότητες και φανατισμό. Ο Μακάριος για να τους εξουδετερώσει πολιτικά (όχι αριθμητικά), διολισθαίνει προς θέσεις που υποσκάπτουν την Ζυρίχη.
Και, ακόμα, από το 1959, ενθαρρύνει ή ανέχεται παράνομες οργανώσεις όπως το Ενιαίο Μέτωπο Αντιμετώπισης Εθνικού Κινδύνου (ΕΜΕΑΚ) και ο Ελληνικός Κυπριακός Απελευθερωτικός Στρατός (ΕΚΑΣ). Για να ακολουθήσει σε λίγο η αποστολή όπλων από την Τουρκία, με το πλοίο Ντενίζ. Την ίδια περίοδο οργιάζουν οι προβοκάτσιες. Οι Τ/Κ βάζουν βόμβες στο Ομεριέ και τον Μπαιραχτάρη και οι Ε/Κ στην προτομή του Μάρκου Δράκου.
Μέχρι που το 1961 ο Μακάριος και οι στενοί του συνεργάτες προχωρούν στην ίδρυση της ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΑΚΡΙΤΑΣ που στην πρώτη της διακήρυξη αναφέρει ότι «ο αγώνας για την Ένωση συνεχίζεται». Παραμερίζουν την Ελληνική Κυβέρνηση και έχουν απ΄ ευθείας επαφή με το ΓΕΕΘΑ, ο αρχηγός του οποίου Πιπιλής συντάσσει έγγραφο, ότι στόχος της Οργάνωσης ΔΕΝ είναι η αυτοάμυνα, αλλά η απαλλαγή από τις Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου και η Ένωση. Κάτι που επαναλαμβάνει ο Μακάριος σε επιστολή του προς τον πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου στις 25.2.64: «Σκοπός μας κ. Πρόεδρε, είναι η κατάλυση των Συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου, δια να δύναται αδέσμευτος ο Ελληνικός Κυπριακός λαός, εν συνεννοήσει μετά της μητρός Πατρίδος, να καθορίσει το μέλλον του. Ουδ΄ επί στιγμήν επίστευσα ότι αι Συμφωνίαι θα αποτελούν μόνιμον καθεστώς.»
Ο Χατζηδημητρίου, πέραν της τεκμηρίωσης των πιο πάνω, παρέχει πληθώραν πληροφοριών και στοιχείων, που αποδεικνύουν ότι ο Μακάριος δεν προσπάθησε να κερδίσει την εμπιστοσύνη των Τ/Κ. Διαβάστε στις σελίδες 154 μέχρι 158 την δραματική επιστολή του Κουτσιούκ προς τον Μακάριο. Με πολύ συγκεκριμένα στοιχεία, την οποία ο Πρόεδρος δεν απάντησε. Ο Τ/Κ ηγέτης καταγγέλλει ξεχωριστές συνεδρίες/ παρασυναγωγές των Ε/Κ πριν τις επίσημες συνεδρίες των Οργάνων της ΚΔ, και μεθοδεύσεις για παραβίαση του Συντάγματος. Καμμιά ανησυχία και καμμιά προσπάθεια κατευνασμού από πλευράς Μακαρίου, αφού θεωρούσε ότι είχε το πάνω χέρι και ήλεγχε την κατάσταση.
Χαρακτηριστικό του κλίματος ήταν ομιλία του Βάσου Λυσσαρίδη στην Βουλή το 1961, μόλις απεχώρησαν από την συνεδρία οι Τ/Κ βουλευτές. Είπε: «Τώρα που έφυγαν οι Τ/Κ βουλευτές, μπορώ να σας αποκαλώ, αγαπητούς συναδέλφους.» Για να συνεχίσει ότι «σύντομα θα μας δοθεί η δυνατότητα για αυτοδιάθεση!!»
Κυρίες και Κύριοι,
Τα χρονικά περιθώρια που μου παραχωρήθηκαν, έχουν ήδη εξαντληθεί. Πρέπει να κλείσω αναφέροντας ότι ο Τάκης Χατζηδημητρίου, με το βιβλίο του αυτό προσφέρει μια μεγάλη υπηρεσία προς την πατρίδα και τον κυπριακό λαό. Αποκαθιστά την ιστορική αλήθεια και τις πραγματικές παραμέτρους του κυπριακού. Τα τραγικά ελλείμματα της ηγεσίας των Ελληνοκυπρίων, οι ακρότητες, οι μαξιμαλισμοί και η έλλειψη στοιχειώδους διορατικότητας, έδωσαν υπόσταση στις επιδιώξεις και τα σχέδια της Τουρκίας στην Κύπρο, με αποτέλεσμα την διολίσθηση μέχρι τα πρόθυρα της διχοτόμησης και το χάσιμο και του Βαρωσιού. Οι αδήλωτοι εραστές της διχοτόμισης, για να δανειστώ μια φράση από το προχθεσινό άρθρο του φίλου Παύλου Παύλου, που μου άρεσε πολύ, δεν εξαντλούνται στον Τατάρ. Βρίσκονται εντός των τειχών.
Καλούμαστε, λοιπόν, να διδαχτούμε από τα λάθη και την ιστορία μας. Εγώ έχω μεγάλες αμφιβολίες αν θα το πετύχουμε. Σε μια χώρα, όπου και η απλή κατανόηση πρακτικών του ΟΗΕ, γραμμένων με σαφήνεια, σε απλή γλώσσα είναι πολυτέλεια, πολύ φοβούμαι ότι το μέλλον μας είναι δυσοίωνο.