Κρίσιμες εκλογές σήμερα στη Γερμανία- Στις 19:00 (ώρα Ελλάδας) τα exit polls

22 Φεβ 2025

Ανοίγουν  στις 09:00 (ώρα Ελλάδος) οι κάλπες στην Γερμανία, με 29 κόμματα να διεκδικούν την ψήφο 59,2 εκατομμυρίων πολιτών. Οι εκλογές διενεργούνται σχεδόν έξι μήνες πριν από την ολοκλήρωση της κοινοβουλευτικής περιόδου, καθώς στις 6 Νοεμβρίου 2024 κατέρρευσε ο κυβερνητικός συνασπισμός, ο οποίος αποτελείτο από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD), τους Πράσινους και τους Ελεύθερους Δημοκράτες (FDP).

Ηπρώτη πρόγνωση του αποτελέσματος (τα exit poll) αναμένεται στις 19:00 (ώρα Ελλάδος), αμέσως μετά την ολοκλήρωση της ψηφοφορίας.

Τα τελευταία μηνύματα
Χθες βράδυ ολοκληρώθηκε στην Γερμανία η σύντομη -αλλά ασυνήθιστα τεταμένη- προεκλογική περίοδος, με τους πολιτικούς αρχηγούς να απευθύνονται την ύστατη στιγμή ο καθένας στο κοινό που δεν τον προτιμά.
Ο υποψήφιος της Χριστιανικής Ένωσης (CDU/CSU) Φρίντριχ Μερτς προσπάθησε στο Μόναχο να καθησυχάσει τους νόμιμους μετανάστες στη Γερμανία πως δεν κινδυνεύουν από την αυριανή κυβέρνηση που προεξοφλεί πως θα σχηματίσει. Ανέφερε χαρακτηριστικά ότι «τίποτα δεν θα λειτουργούσε αν για 24 ώρες οι εργαζόμενοι με μεταναστευτικό υπόβαθρο αποφάσιζαν να μην πάνε στη δουλειά τους». Ακόμη, απέκλεισε εκ νέου ρητά κάθε ενδεχόμενο μετεκλογικής συνεργασίας με την ακροδεξιά.
Ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς (SPD), από την άλλη, στην εκλογική του περιφέρεια, το Πότσνταμ, απευθύνθηκε στους νέους, που μοιάζουν να του γυρνούν την πλάτη, υποσχόμενος ψήφο στα 16 (και) στις εθνικές εκλογές. Εμφανίστηκε εξάλλου αισιόδοξος ότι το Σοσιαλιστικό Κόμμα θα εξασφαλίσει τελικά υψηλότερο ποσοστό από αυτό που προβλέπουν οι δημοσκοπήσεις, κερδίζοντας στην κάλπη πολλούς αναποφάσιστους, διότι «διακυβεύεται το μέλλον της χώρας». Ανακοίνωσε μάλιστα ότι σκοπεύει να παραμείνει βουλευτής εφόσον εκλεγεί, ακόμη κι αν δεν ηγηθεί της επόμενης κυβέρνησης.
Ο υποψήφιος των Πρασίνων Ρόμπερτ Χάμπεκ, στην τελευταία προεκλογική του εμφάνιση στο Αμβούργο, υπογράμμισε πως το κόμμα του πρέπει να βγει ενισχυμένο από την κάλπη, αφήνοντας να εννοηθεί ότι έτσι θα μπορέσει να συμμετάσχει και στην επόμενη κυβέρνηση για να εγγυηθεί τη συνέχιση πολιτικών για το κλίμα, καθώς, όπως είπε, «δεν έχουμε την πολυτέλεια να περιμένουμε άλλα τέσσερα χρόνια για το κλίμα». 
Η υποψήφια της Εναλλακτικής για την Γερμανία (AfD) Αλίς Βάιντελ αναμένεται σε κάθε περίπτωση να είναι από τους κερδισμένους της ψηφοφορίας: το κόμμα της, εάν επαληθευτούν οι δημοσκοπήσεις, θα συγκεντρώσει 20% των ψήφων - θα εξασφαλίσει, με άλλα λόγια, το υψηλότερο ποσοστό μέχρι σήμερα για την ακροδεξιά σε εθνικές εκλογές στη Γερμανία. Ως τελευταίο μήνυμα στους ψηφοφόρους προτού ανοίξουν οι κάλπες, η κυρία Βάιντελ επιφύλαξε την πρόταση «αντί να στέλνουμε όπλα στην Ουκρανία» να επιστρέψει η υποχρεωτική στρατιωτική θητεία δυο ετών.
Τα μικρότερα κόμματα απ’ ό,τι φαίνεται θα δώσουν σήμερα μάχη επιβίωσης - όπως και οι αρχηγοί τους.
Ο πρώην υπουργός Οικονομικών και αρχηγός του Κόμματος των Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP) Κρίστιαν Λίντνερ ίσως χρειαστεί να περιμένει ώρες για να μάθει αν τελικά το κόμμα του θα καταλάβει έδρες στην επόμενη βουλή: οι δημοσκοπήσεις το φέρουν μεταξύ 4 και 5%. Το FDP μοιάζει από τη μια να χρεώνεται την διάλυση του κυβερνητικού συνασπισμού υπό τον Όλαφ Σολτς, ενώ από την άλλη πολλοί ψηφοφόροι του φέρονται να προτιμούν να ενισχύσουν τη μεγαλύτερη δύναμη, το CDU. Το εκλογικό αποτέλεσμα δεν αποκλείεται να κρίνει το μέλλον του ίδιου του κ. Λίντνερ στην ηγεσία του κόμματος.
Ομοίως, υπαρξιακή είναι η μάχη που δίνει και η νεοσύστατη «Συμμαχία Ζάρα Βάγκενκνεχτ» (BSW). Την πρώτη χρονιά μετά την ίδρυσή του, το κόμμα πέτυχε την είσοδό του σε τρία κρατιδιακά κοινοβούλια. Η προβολή της όμως περίπου ως «αριστερής AfD» σε πολλά ζητήματα, πάνω απ’ όλα στην πολιτική έναντι της Ρωσίας και των μεταναστών, ενδέχεται να της κοστίσει ψηφοφόρους.
Έκπληξη της προεκλογικής περιόδου αποτέλεσε ένα από τα μέχρι πρότινος πλέον δυσκίνητα κόμματα της ομοσπονδιακής κάτω Βουλής. Η Αριστερά (Die Linke), μετά την αποχώρηση της κυρίας Βάγκενκνεχτ από τις τάξεις της, έμοιαζε αδύναμη να αντιδράσει και, με ποσοστά περί το 3% στις δημοσκοπήσεις, θεωρείτο από πολλούς «πρώην κόμμα».
Η ανάδειξη όμως στην ηγεσία της 36χρονης Χάιντι Ράιχινεκ, σχεδόν με «πραξικόπημα», ενδέχεται να ανατρέψει τα προγνωστικά. Η Αριστερά είναι πλέον της μόδας και πρώτο κόμμα μεταξύ των νέων, ακόμη και αν πολλοί από αυτούς ακόμη δεν ψηφίζουν. Με δυναμική, μοντέρνα παρουσία, με τον αέρα ενός εκατομμυρίου ακολούθων στο TikTok, με λόγο φρέσκο, με ξεκάθαρα μηνύματα, η κυρία Ράιχινεκ μοιάζει ικανή να προσελκύσει ψηφοφόρους και νέα μέλη και θεωρείται βέβαιο ότι θα βρίσκεται στην επόμενη Bundestag. Η ίδια δεν αποκλείει μάλιστα την συμμετοχή της Αριστεράς σε μελλοντικό κυβερνητικό σχήμα.

Οι εκλογές σε αριθμούς και το... καρναβάλι
Δημοσκοπήσεις: Η τελευταία δημοσκόπηση, του ινστιτούτου INSA για λογαριασμό της εφημερίδας Bild, δίνει στην Χριστιανική Ένωση (CDU/CSU) 29,5%, στην Εναλλακτική για την Γερμανία (AfD) 21%, στο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) 15%, στους Πράσινους 12,5%, στην Αριστερά 7,5%, στην Συμμαχία Ζάρα Βάγκενκνεχτ (BSW) 5% και στους Φιλελεύθερους (FDP) 4,5%. 
Εκλογείς: 59,2 εκατομμύρια ψηφοφόροι καλούνται σήμερα στις κάλπες, κατά 1,2 εκατ. λιγότεροι απ’ ό,τι το 2021. Από το σύνολο αυτό, τα 30,6 εκατ. είναι γυναίκες. Οι νέοι ψηφοφόροι είναι 1,2 εκατ..
Έδρες: Η 21η Bundestag θα αριθμεί ως και 630 βουλευτές, σύμφωνα με τις επιταγές του νέου εκλογικού νόμου. Μέχρι τώρα δεν προβλεπόταν ανώτατο όριο αριθμού εδρών, με αποτέλεσμα η απερχόμενη βουλή να αριθμεί 733 μέλη. 
Κόμματα: Την ψήφο των πολιτών διεκδικούν σήμερα 29 πολιτικά κόμματα, πολύ λιγότερα από τα 47 των εκλογών του 2021. Μόλις 10 από τα 29 πάντως εκπροσωπούνται με ψηφοδέλτια και στα 16 κρατίδια.
Υποψήφιοι: Για μια θέση στην επόμενη βουλή δίνουν μάχη 4.506 υποψήφιοι - αναπόφευκτα λιγότεροι από τους 6.211 του 2021. Οι γυναίκες υποψήφιες είναι 1.422, το 32% του συνόλου, όχι μακριά από το 33% των προηγούμενων εκλογών, που αποτελούσε ρεκόρ.
Υποψήφιοι καγκελάριοι: Μέχρι πρότινος, χρίσμα «υποψηφίου καγκελάριου» έδιναν τα κόμματα τα οποία εκ των πραγμάτων είχαν μεγαλύτερες πιθανότητες να κερδίσουν τις εκλογές. Φέτος όμως, για πρώτη φορά, το ταμπελάκι αυτό φορούν πέντε: Ο Όλαφ Σολτς (SPD), ο Φρίντριχ Μερτς (CDU/CSU), η Αλίς Βάιντελ (AfD), o Ρόμπερτ Χάμπεκ (Πράσινοι) και η Ζάρα Βάγκενκνεχτ (BSW). Ο Κρίστιαν Λίντνερ (FDP) παρέμεινε «κορυφαίος υποψήφιος», ενώ η Χάιντι Ράιχινεκ με τον Γιαν φαν Άκεν είναι το «κορυφαίο δίδυμο» της Αριστεράς.
Η παράμετρος «καρναβάλι»: Οι εκλογές διεξάγονται εν μέσω καρναβαλιού, το οποίο παραδοσιακά τιμάται ιδιαίτερα στην Γερμανία. Η Ομοσπονδιακή Εφορευτική Επιτροπή έχει εκδώσει λοιπόν ειδική εγκύκλιο, η οποία προβλέπει ότι ο/η ψηφοφόρος μπορεί να προσέλθει στα εκλογικά τμήματα με μεταμφίεση, όμως πρέπει σε κάθε περίπτωση να αποκαλύψει το πρόσωπό του στην εφορευτική επιτροπή, προκειμένου να ταυτοποιηθεί.

Η επόμενη μέρα και το 2029
Από αύριο η κυβέρνηση του Όλαφ Σολτς καθίσταται υπηρεσιακή, αλλά παραμένει στη θέση της μέχρι τον σχηματισμό νέου κυβερνητικού συνασπισμού, για τον οποίο τον πρώτο λόγο θα έχει ο αποψινός νικητής, κατά πάσα πιθανότητα ο Φρίντριχ Μερτς - τα γερμανικά ΜΜΕ άλλωστε τον χαρακτηρίζουν εδώ και μήνες «καγκελάριο εν αναμονή».
Παρότι η χώρα δεν αντιμετωπίζει κίνδυνο πολιτικής αστάθειας ή ακυβερνησίας, αυτή τη φορά είναι διάχυτη η αίσθηση της ανάγκης να σχηματιστεί το συντομότερο δυνατό σταθερή νέα κυβέρνηση.
Τα προβλήματα στο εσωτερικό, η συνεχιζόμενη οικονομική ύφεση, το μεταναστευτικό, και στο εξωτερικό η νέα πραγματικότητα μετά την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο και ραγδαίες εξελίξεις όσον αφορά την Ουκρανία, θεωρούνται εξαιρετικά πιεστικά κι όλοι αντιλαμβάνονται ότι δεν υπάρχει απεριόριστος χρόνος. Ήδη ο κ. Μερτς έχει φροντίσει να... σβήσει κάποιες «κόκκινες γραμμές» του: Δεν μιλά πλέον για 40.000 απελάσεις αλλά για 500, που αφορούν εξακριβωμένα επικίνδυνους ανθρώπους, δεν απορρίπτει κατηγορηματικά την μεταρρύθμιση του «φρένου χρέους» προκειμένου να χρηματοδοτηθούν επενδύσεις στην άμυνα και να συνεχιστεί η στήριξη της Ουκρανίας.
Ο πιθανότερος επόμενος κυβερνητικός συνασπισμός αναμένεται να σχηματιστεί από τα CDU/CSU και SPD, αν και όσο χαμηλότερο είναι το ποσοστό του νικητή κι όσο περισσότερα από τα μικρά κόμματα εξασφαλίσουν τελικά την είσοδό τους στη Βουλή, τόσο αυξάνεται η πιθανότητα να απαιτηθεί σύμπραξη τριών κομμάτων.
Αυτό θα μπορούσε να περιπλέξει την διαδικασία και να προκαλέσει καθυστερήσεις. Για τον Φρίντριχ Μερτς, θα ήταν ρεαλιστικό η νέα κυβέρνηση να αναλάβει τα καθήκοντά της περί το Πάσχα.
Τα κόμματα του λεγόμενου «δημοκρατικού τόξου» καλούνται να αποδείξουν ότι καταλαβαίνουν τα προβλήματα των πολιτών κι έχουν αποτελεσματικές λύσεις. Ακόμη και αν θεωρείται βέβαιο ότι η AfD δεν θα αναλάβει κυβερνητική ευθύνη, καθώς όλοι δεσμεύονται πως δεν θα συνεργαστούν μαζί της, η επόμενη κυβέρνηση θα βλέπει καθημερινά τη βαριά σκιά της και θα αντιμετωπίζει τον κίνδυνο η ακροδεξιά -με εμφανή ή όχι εξωτερική υποστήριξη- να εξακολουθήσει να ενισχύεται και στις επόμενες εκλογές να αναδειχθεί ως ακόμη και πρώτη πολιτική δύναμη, όπως συνέβη στη γειτονική Αυστρία.

Μικρότερη Bundestag
Η αλλαγή του εκλογικού νόμου το 2023 έχει ως αποτέλεσμα τον περιορισμό των βουλευτών της Κάτω Βουλής (Bundestag) σε 630, καθώς καταργείται το σύστημα που ευνοούσε την διαρκή αύξηση του αριθμού των  εδρών. Ενδεικτικά, η απερχόμενη Βουλή είχε 736 βουλευτές, ενώ προβλέπονταν επί της αρχής 598 έδρες. Το όριο εισόδου στην Bundestag είναι το 5%, ωστόσο ένα κόμμα μπορεί να εξασφαλίσει την εκπροσώπησή του ακόμη και εάν δεν το εξασφαλίσει, εάν συγκεντρώσει τουλάχιστον τρεις «απευθείας εντολές» βουλευτών, εάν δηλαδή υποψήφιοί της κερδίσουν τρεις «μονοεδρικές» περιφέρειες. Αυτής της πρόβλεψης έκανε χρήση στις προηγούμενες εκλογές η Αριστερά. 
Το βασικότερο καθήκον της νέας βουλής είναι η εκλογή του καγκελάριου. Δεν προβλέπεται σχετική δεσμευτική προθεσμία και το ζήτημα θα τεθεί στην ημερήσια διάταξη αμέσως μόλις τα κόμματα του μελλοντικού κυβερνητικού συνασπισμού καταλήξουν σε συμφωνία. Τυπικά, ο νέος καγκελάριος προτείνεται στους βουλευτές από τον ομοσπονδιακό πρόεδρο και ακολουθεί η σχετική ψηφοφορία. 

Δύσκολος ο σχηματισμός κυβέρνησης
Σύμφωνα με την τελευταία δημοσκόπηση, το Πολιτικό Βαρόμετρο του Ινστιτούτου Wahlen για λογαριασμό του ZDF, η Χριστιανική Ένωση (CDU/CSU) διατηρεί το προβάδισμα που έχει εξασφαλίσει εδώ και μήνες, με 28% (-2) και ακολουθεί η ακροδεξιά Εναλλακτική για την Γερμανία (AfD) με 21% (+1). Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) ακολουθεί με 16% και χωρίς μεταβολή των ποσοστών του, όπως και οι Πράσινοι με 14%. Η Αριστερά εξακολουθεί να αυξάνει τις δυνάμεις της και φθάνει στο 8% (+1), ενώ Φιλελεύθεροι (FDP) και Συμμαχία Ζάρα Βάγκενκνεχτ (BSW) ενισχύονται κατά μισή μονάδα αλλά παραμένουν κάτω από το όριο του 5%, με 4,5%. Οι αναποφάσιστοι, τρεις μέρες πριν από τις εκλογές, ανέρχονταν σε 27%. Παρόμοια ήταν η εικόνα και πριν από τις εκλογές του 2021, ωστόσο τότε η διαφορά μεταξύ πρώτου (SPD) και δεύτερου κόμματος (CDU/CSU) ήταν οριακή.
Με τα στοιχεία της συγκεκριμένης δημοσκόπησης και το δεδομένο ότι τα κόμματα έχουν δηλώσει ότι δεν θα συνεργαστούν με την ακροδεξιά, ο μόνος πολιτικά ρεαλιστικός συνασπισμός θα ήταν εφικτός μεταξύ της Ένωσης και του SPD, με οριακή ωστόσο πλειοψηφία. Καθοριστικής σημασίας θα είναι ο αριθμός των κομμάτων που θα κατορθώσουν τελικά να βρεθούν στην επόμενη βουλή, καθώς όσο περισσότερα είναι, τόσο περιορίζεται η πιθανότητα να αρκούν δύο κόμματα για τον σχηματισμό βιώσιμου κυβερνητικού συνασπισμού. 
Βασικά θέματα της προεκλογικής περιόδου ήταν το μεταναστευτικό, η οικονομία και η Ουκρανία, τα οποία αναμένεται να απασχολήσουν τόσο την προσπάθεια σχηματισμού κυβέρνησης όσο και τη νέα κυβέρνηση. Ο αρχηγός του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU) και πιθανότερος καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς δήλωσε τις τελευταίες ημέρες ότι για τον ίδιο, ενόψει διερευνητικών συνομιλιών με πιθανούς εταίρους, δεν αποτελεί «κόκκινη γραμμή» το σχέδιο πέντε σημείων που κατέθεσε τον περασμένο μήνα στην Bundestag με ιδιαίτερα περιοριστική πολιτική για το μεταναστευτικό. Αντίστοιχα, ο κ. Μερτς άφησε ανοιχτό και το ενδεχόμενο αλλαγών στο «φρένο χρέους», προκειμένου να επιτραπεί ο επιπλέον δανεισμός ώστε να καλυφθούν κυρίως αμυντικές δαπάνες και κονδύλια για την στήριξη της Ουκρανίας. 

Εξωτερικές παρεμβάσεις στον προεκλογικό αγώνα
Η ενίσχυση της ακροδεξιάς, η οποία αναμένεται για πρώτη φορά να καταγράψει σε εθνική κάλπη τόσο υψηλά ποσοστά, συνδέεται και με τις παρεμβάσεις υπέρ της AfD τόσο από την Ρωσία όσο και από τις ΗΠΑ. Καθ'όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου υπήρξαν εκστρατείες παραπληροφόρησης, με ψευδείς ειδήσεις, εκτεταμένη χρήση τεχνητής νοημοσύνης, αλλά και απροκάλυπτες δηλώσεις στήριξης της ακροδεξιάς, όπως αυτές του αμερικανού αντιπροέδρου Τζέι Ντι Βανς ή του δισεκατομμυριούχου επιχειρηματία και στελέχους της αμερικανικής κυβέρνησης Ίλον Μασκ.
Οι κάλπες κλείνουν στις 18:00, οπότε και αναμένεται η πρώτη πρόβλεψη αποτελέσματος (exit poll). Λίγη ώρα αργότερα θα αρχίσει και η ροή των επίσημων αποτελεσμάτων. Από την Δευτέρα, η κυβέρνηση του Όλαφ Σολτς καθίσταται υπηρεσιακή και για σημαντικές αποφάσεις θα πρέπει να συμβουλεύεται τον νικητή των εκλογών αλλά και τους πιθανούς εταίρους του. Ο Φρίντριχ Μερτς έχει δηλώσει ότι θεωρεί εφικτό η νέα κυβέρνηση να έχει σχηματιστεί έως το Πάσχα ή λίγες εβδομάδες μετά. 

Zeitenwende, αλλά για ποιον;
Παρότι στην Γερμανία δεν τίθεται ζήτημα ακυβερνησίας ή αστάθειας, σε αντίθεση με άλλες εποχές, αυτή την φορά αναγνωρίζουν όλοι την πίεση το Βερολίνο να έχει όσο το δυνατόν συντομότερα πλήρως λειτουργική ηγεσία, καθώς είναι πλέον επιτακτική η ανάγκη για αποφάσεις τόσο στο εσωτερικό, λόγω της παρατεταμένης ύφεσης και του αναβρασμού στο μεταναστευτικό, όσο και στην εξωτερική πολιτική, υπό τις πρωτόγνωρες συνθήκες που δημιουργεί η κυβέρνηση Τραμπ στις ΗΠΑ. 
Μεθαύριο επίσης, για όποιον κρατάει ακόμη λογαριασμό, συμπληρώνονται τρία χρόνια από την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Η «Zeitenwende»  (σημείο καμπής) που εξήγγειλε ο Όλαφ Σολτς στην Bundestag στις 28 Φεβρουαρίου 2022 για το δόγμα της γερμανικής άμυνας, των εξοπλισμών και της εξωτερικής πολιτικής, πανηγυρίστηκε με ενθουσιασμό και από τον αρχηγό της αντιπολίτευσης και πιθανότερο επόμενο καγκελάριο Φρίντριχ Μερτς, ο οποίος την επικαλείτο μάλιστα καθ' όλη την διάρκεια της προεκλογικής περιόδου. Μοναδικό παράπονό του,  ότι ο αντίπαλός του δεν ήταν σε θέση να την υλοποιήσει επαρκώς. Τα 100 δισεκατομμύρια στο «έκτακτο ταμείο» για τις αμυντικές δαπάνες ακούγονταν πραγματικά σαν «σημείο καμπής» για μια Γερμανία που μέχρι τότε περιφρονούσε τις αμυντικές ανάγκες της ίδιας και της Ευρώπης. Σήμερα ωστόσο, με την Ουάσιγκτον να έχει ήδη «σερβίρει» τη δική της ...Zeitenwende στους ευρωπαίους εταίρους της, η γερμανική «υπέρβαση» κινδυνεύει να είναι ήδη παρωχημένη.