Μετά τις τελευταίες εθνικές εκλογές, προέκυψε μια ιδιάζουσα «κομματική ασυμμετρία», στον πυρήνα της οποίας ήταν η εκλογική συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.Ο ΣΥΡΙΖΑ αποδοκιμάστηκε αρχικά ως κυβέρνηση, μετά ως αντιπολίτευση, και, προσφάτως, ως κομματικός μηχανισμός αναμέτρησης «τάσεων» και καταγραφής συσχετισμού δύναμης μεταξύ ομάδων. Το «φαινόμενο Κασσελάκη», με όλη την αιφνίδια έντασή του, δεν δημιουργήθηκε, επομένως, «από το πουθενά». Προϋπήρχε ήδη στον προσωποκεντρικό αρχηγισμό του κ. Τσίπρα, στις «επικοινωνιακές» υποψηφιότητες διαφόρων βουλευτών και βουλευτριών,στις ευκαιριακές συμμαχίες του κόμματος με τους ακροδεξιούς ΑΝΕΛ, στις ευκαιριακές και μεταβλητές ταυτίσεις των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ,[1] Από το 1915 και μετά, ο ΣΥΡΙΖΑ συστήθηκε ωςτο κατεξοχήν κόμμα της ανατροπής και της οργής, της ελπίδας και της απογοήτευσης.Ακόμη και όταν βρέθηκε στην αντιπολίτευση, μετά το 2019, συνέχισε να πολιτεύεται με το απόθεμα των παθών και των συγκινήσεων, που είχε προσφέρει η «πρώτη φορά Αριστερά» : εχθροπάθεια, καταστροφολογία, μιζεραμπιλισμός.
Μετά την αποχώρηση – η μάλλον, το «παραμέρισμα» - του κ. Τσίπρα, η εικόνα του συγκεκριμένου κόμματος έγινε ακόμη πιο θολή. Από τη μια μεριά είχαν εκλείψει οι πολιτικοί όροι για την ύπαρξη μιας τέτοιας αντιπολίτευσης, και από την άλλη μεριά, οι εσωκομματικοί μηχανισμοί θεώρησαν πως η ηγεσία θα είχε «γραμμικούς» κληρονόμους. Αντί να αναλυθούν σοβαρά και σε βάθος τα ταυτοτικά, πλέον, αίτια της εκλογικής συντριβής του ΣΥΡΙΖΑ, αφενός μεν επικράτησε η σχεδόν γραφειοκρατική διευθέτηση του συσχετισμού των «τάσεων», αφετέρου δεεπινοήθηκε η συνομωσιολογική κατηγορία περί «υπονόμευσης» του κ. Τσίπρα.Μετά τα μνημειώδη πολιτικά εγκώμια για τον «γενναίο μεγάλο»,[2] άρχισαν οι νοσταλγικοί πολιτικοί επικήδειοι για το τέλος της «Ανανεωτικής Αριστεράς». Ευτυχώς, η τελευταία είχε κλείσει, εδώ και πολλά χρόνια, τον ιστορικό και ιδεολογικό κύκλο της, και, άρα, δεν κινδύνευε ούτε από ύμνους από ούτε από μοιρολόγια.
Όσα γράφτηκαν και ειπώθηκαν, επομένως, για τη δήθεν αιφνίδια «μεταπολιτική» υποψηφιότητα του κ. Κασσελάκη, συνοδευμένα από τη συνήθη και βαρετή «αριστερή μελαγχολία», δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Προφανώς, η εκλογή του κ. Κασσελάκη συμπυκνώνει ένα ευρύτερο πρόβλημα της «κομματικής δημοκρατίας».«Κάποτε τα κόμματα έπαιζαν το ρόλο του διαμεσολαβητή μεταξύ μιας πλουραλιστικής κοινωνίας και ενός πολιτικού συστήματος, το οποίο, αργά ή γρήγορα, θα έπρεπε να καταλήξει σε επίσημες αποφάσεις», με συγκρούσεις και συναινέσεις, και πάντως, με μια αίσθηση «συλλογικής ενότητας και δράσης».[3] Στα «κόμματα νέου τύπου», στα κόμματα με μεταβατικούς χρήστες, με ευκαιριακούς ψηφοφόρους των δύο ευρώ, με περιστασιακούς θεατές του tiktokκαι του Instagram,που κάνουν like και γίνονται followers, δεν μπορεί να δημιουργηθεί μια ισχυρή κοινότητα μελών.
Οι πρόσφατες εκλογές στον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. έδειξαν πως αυτός ο «κομματικός λαός» του ΣΥΡΙΖΑ πήρε την τύχη του κόμματος στα χέρια του, και προτίμησετην ανάδειξη ενός υποψήφιου, που δήθεν θα «νικήσει τον Μητσοτάκη», που «γουστάρει να ξεδοντιάζει» δικαστές και δημοσιογράφους, που θα «ξεμπροστιάσει» την κυβέρνηση. Ο λαϊκισμός, τελικά, είναι ακόμη πιο ισχυρός «εκεί που είναι αδύναμα τα κομματικά συστήματα».[4] Ιδίως, όταν αυτά τα κομματικά συστήματα εξέθρεψαν συστηματικά τον λαϊκισμό, στο όνομα της «καθαρότητας» και της «αλήθειας». Όπωςλέει και ο κ. Κασσελάκης, συναγωνιζόμενος σε ατάκες τον Πάουλο Κοέλιο, «αν η αλήθεια πουλάει, να την πουλάμε όλη την ώρα».[5]
Στον σύγχρονο νέο-λαϊκισμό, ο παλαιός μύθος του «χαρισματικού ηγέτη» έχει αντικατασταθεί πλέον από τον «επιτελεστικό λαϊκισμό» : τη θεατρικότητα της επίσκεψης στη Μακρονήσο, τον επιτυχημένο αυτοδημιούργητο που ήταν θύμα του «παραδικαστικού κυκλώματος»και τώρα θέλει να προσφέρει στο «ελληνικό όνειρο», την προβολή της ταυτότητας του «Κρητίκαρου», τις σαφώς προβληματικές δηλώσεις για τον έμφυλο οικογενειακό προγραμματισμό κλπ. Αρκούν όλα αυτά για την παραγωγή πολιτικής ; Προφανώς, όχι. Για την ώρα, δεν καταγράφεται το κρίσιμο πλεονέκτημα, που συνήθως έχει ο νέος αρχηγός κάθε κόμματος. Δεν παρατηρείται, δηλαδή, η έγκαιρη ανάκτηση της πολιτικής ζωτικότητας του χώρου της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αντίθετα, η πτωτική πορεία του ΣΥΡΙΖΑ επιταχύνεται. Το έδειξαν, άλλωστε, οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις και τα αποτελέσματα των πρόσφατων αυτοδιοικητικών εκλογών. Και μιας και ο νέος ηγέτης παραδέχτηκε πως το τρωτό σημείο τουείναι η ζωδιακή σύζευξη «Κριού με ωροσκόπο Υδροχόο», η μόνη έγκυρη πρόβλεψη, για την ώρα, είναι μάλλον και αυτή αστρολογική: «Αν θέλεις κάτι, άστο να φύγει. Αν δεν γυρίσει πίσω, τότε δεν ήταν ποτέ δικό σου».[6]
[1] Βλ. Γιάννης Μπαλαμπανίδης, «Οι πολιτικές συνέπειες των συναισθημάτων», εφ. Καθημερινή 1/10/23, σ. 14.
[3]Jan-WenerMüller, Τι είναι ο λαϊκισμός, μτφρ. Δημήτρης Η. Αντωνίου, Πόλις, Αθήνα, 2017, ιδίως σ. 127-129.