Η Κωνσταντίνα Κούνεβα συγκλόνισε πριν μερικά χρόνια την ελληνική κοινωνία και όχι μόνο.
Μια νέα γυναίκα που αναζήτησε στη χώρα μας ένα καλύτερο μέλλον για την ίδια και την οικογένειά της δεν ακολούθησε την πεπατημένη του συμβιβασμού με την «κατάσταση» και της υποταγής σ’ αυτήν. Ύψωσε το ανάστημά της μπροστά στην ακραία εκμετάλλευση και τους εργοδοτικούς εκβιασμούς, δεν δίστασε να αγωνιστεί μέσα από το συνδικαλιστικό κίνημα για να διεκδικήσει τα στοιχειώδη δικαιώματα των συναδέλφων της.
Την περήφανη και γενναία αυτή στάση της την πλήρωσε ακριβά. Αντίκρισε τη φρίκη της μαφιόζικης βίας, την ένιωσε να παραμορφώνει το σώμα της. Ένα τεράστιο κύμα συμπαράστασης ξεσηκώθηκε πανελλαδικά, η Κούνεβα έγινε σύμβολο αντίστασης και αξιοπρέπειας. Ο σεβασμός θα συνοδεύει το θάρρος και την θυσία της.
Η Κούνεβα, όπως και όλοι οι πολίτες, είχε κάθε δικαίωμα να αποφασίσει να πολιτευτεί, να ενταχθεί σε κάποιο πολιτικό κόμμα, να συνεχίσει, διεκδικώντας αιρετά αξιώματα, να αγωνίζεται για την υλοποίηση των οραμάτων της.
Εκείνο που δεν είχε δικαίωμα να κάνει, όντας ένα από τα λίγα σύμβολα αντίστασης της κοινωνίας σ’ αυτά τα δύσκολα χρόνια, ήταν να συνδέσει το όνομά της με κομματικές σκοπιμότητες και συμφέροντα, να προσθέσει την ευρωπαϊκή της ψήφο σ’ εκείνη των νεοναζιστών, να ταυτιστεί με ένα από τα απεχθέστερα σήμερα καθεστώτα στον κόσμο, εκεί όπου άνθρωποι υφίστανται πράξεις βίας, σαν αυτές που ξέρει καλά, στερούνται την ελευθερία τους, την ίδια τη ζωή τους.
Λένε ότι για όλα υπάρχει τελικά μια τιμή. Ακόμα και η αξιοπρέπεια. Κρίμα που δεν μπορούμε, για μια ακόμα φορά να τους διαψεύσουμε…