Σε ένα μεγάλο σουπερμάρκετ στα νότια προάστια το Σάββατο το μεσημέρι. Τεράστια ουρά στα ΑΤΜ μέσα στο κτίριο από ανθρώπους που ήδη είχαν κουραστεί γυρίζοντας από τράπεζα σε τράπεζα για να σηκώσουν χρήματα, χωρίς αποτέλεσμα, αφού “προσωρινά δεν είναι δυνατή η συναλλαγή”. Κάποια στιγμή περνάει ένας ηλικιωμένος πελάτης με τις σακούλες στα χέρια και φωνάζει οργισμένος “ΣΥΡΙΖΑ δεν θέλατε; Φάτε τώρα”. Δεν απάντησε κανείς. Τα κεφάλια ήταν έτσι κι αλλιώς σκυμένα, από την αμηχανία της αναμονής μαζί με τόσους άλλους μπροστά στο μηχάνημα, τα βλέμματα παγωμένα, κανείς δεν μιλούσε με κανέναν, όλοι σαν να μετρούσαν τα λεπτά για να τελειώσει αυτή η δυσάρεστη στιγμή, και κάπως σαν να ντρέπονται που βρίσκονταν σε μια τέτοια κατάσταση – αλλά ποιος μπορεί να ξέρει τι σκεφτόταν ο καθένας από τους τόσους ανθρώπους που πήγαν χαράματα στην τράπεζα της γειτονιάς για να προλάβουν να πάρουν χρήματα χωρίς καλά καλά να ξέρουν τι κάνουν και γιατί. Περιέγραψα τη σκηνή σε ζωντανό χρόνο σε έναν φίλο και μου είπε ότι σε λίγες μέρες μπορεί η ανάλογη σκηνή να είναι σκηνή βίας ανάμεσα στον αγανακτισμένο και τον απελπισμένο.
Φαντάζομαι οι Ιάπωνες σε ανάλογες συνθήκες δεν θα αντιδρούσαν έτσι, δεν θα έβγαιναν με τις πιτζάμες στο δρόμο για να πάνε στο ΑΤΜ αλλά εδώ είναι αλλιώς, δεν υπάρχει εμπιστοσύνη απέναντι στην κυβέρνηση και το κράτος, διαχρονικά και ανεξάρτητα από το κόμμα που βρίσκεται στην εξουσία, δεν υπάρχει αίσθηση συλλογικότητας, καθένας για τον εαυτό του και άμα τύχει ο ένας εναντίον του άλλου, σοβεί και ένας καταχωνιασμένος φόβος για το ξαφνικό κακό και εύκολες θεωρίες συνωμοσίας για κάθε περίπτωση που χρειάζεται να κατασκευαστεί ένα αφήγημα για να περιγαφεί μια καταστροφή.
Μια αγαπημένη φίλη μου τηλεφώνησε στημένη στην ουρά μπροστά από ένα ΑΤΜ της Βουλής για να με ρωτήσει αν έχω χρήματα γιατί, διαφορετικά, να περνούσα από εκεί, αφού το μηχάνημα είναι εφοδιασμένο. Τη ρώτησα πώς είναι το σκηνικό στο συγκεκριμένο σημείο και μου είπε ότι οι ουρές είναι όπως αυτές που είχα δει και εγώ με τη διαφορά ότι συνωστίζονταν βουλευτές (και του ΣΥΡΙΖΑ), ακόμη και υπουργοί. Η δύναμη του παραδείγματος είναι πολύ σημαντική -όπως όλοι γνωρίζουμε- στην πολιτική και προφανώς τα μέλη της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ δεν στήθηκαν στην ουρά για να κάνουν κατάθεση και να στηρίξουν το τραπεζικό σύστημα αλλά για να εξασφαλίσουν κάποια ρευστότητα για τις επόμενες μέρες που δεν ξέρουμε πώς θα μας βρουν. Είναι σαν φάρσα αλλά λόγω της σχοινοβασίας πάνω από τον γκρεμό δεν μπορείς να το διασκεδάσεις, ούτε καν να δεις την ανάλαφρη πλευρά μιας ιστορίας που μπορεί πλέον να έχει μόνο κακό τέλος.
Ενας ξένος συνάδελφος μου ζήτησε ενημέρωση ετοιμάζοντας τις αποσκευές του για να έρθει Αθήνα επικρίνοντας τον εαυτό του που δεν προέβλεψε ότι τα πράγματα θα πάρουν δραματική τροπή ώστε να είναι εδώ νωρίτερα. Δυσκολευόταν να βρει ξενοδοχείο, γιατί στο κέντρο έχουν πιαστεί όλα τα τα δωμάτια, όχι μόνο από τουρίστες αλλά και από δημοσιογράφους που έχουν έρθει για να καλύψουν το τελευταίο δραματικό επεισόδιο της ελληνικής κρίσης. Με ρωτούσε επίμονα να του εξηγήσω για ποιο λόγο έκανε αυτή την επιλογή ο Α. Τσίπρας, αν ήταν μια αποτυχημένη μπλόφα, αν πιστεύει πράγματι ότι θα κερδίσει το “όχι” στο δημοψήφισμα, αν δεν εκτίμησε πως οι εταίροι δεν πρόκειται να αποδεχτούν έτσι απλά το αίτημα για παράταση του προγράμματος μετά το τέλος Ιουνίου (την Τρίτη), τελικά με ρώτησε αν η κυβέρνηση έχει κρυφή ατζέντα Grexit. Του είπα ότι ο πρωθυπουργός βρέθηκε εγκλωβισμένος ανάμεσα σε μια κακή συμφωνία και μια καταστροφική ρήξη, ότι η στάση των εταίρων-πιστωτών ήταν εκδικητική και έχουν ευθύνη για το αδιέξοδο, το οποίο τον εξώθηκε σε ένα άλμα στο κενό, χωρίς να προβλέψει σωστά τη στάση των έξω, ούτε καν το bank run που πυροδοτήθηκε. Δεν ήμουν και πολύ σίγουρη γι αυτό που του έλεγα, προσπαθούσα να βρω κάτι που δεν θα το χρησιμοποιούσε για να κάνει μια περιγραφή εξευτελιστική για τη χώρα, αλλά μάλλον δεν ήμουν πειστική και γι αυτό επανήλθε με την απορία “αν είναι ανόητος”. “Με τίποτα δεν ισχύει αυτό”, απάντησα. “Ε, τότε τι είναι;”, ρώτησε. Είναι δειλός.