Σε μια ελαφρώς ξεχασμένη, αλλά όχι και τόσο μακρινή γωνιά της Ευρώπης, γίνονται τον τελευταίο καιρό παράξενα πράγματα. Ο λόγος για τη Ρουμανία και τα παράξενα αγγίζουν, όχι για πρώτη φορά -νωπή είναι ακόμη η εμπειρία της Ουγγαρίας- το Κράτος Δικαίου στο εσωτερικό μιας Ένωσης, την οποία η κρίση αναγκάζει σε όλο και μεγαλύτερες υποχωρήσεις.
Με την ανάδειξη, στις 7 Μαΐου, του 39χρόνου Βίκτορ Πόντα ως νέου Πρωθυπουργού προερχόμενου από το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα (το οποίο, με τη σειρά του, προέρχεται, μέσω του πρώτου «μετα-τσαουσεσκικού» Προέδρου Ιλιέσκου, από το κομμουνιστικό κόμμα που κυβέρνησε τη χώρα για 37 χρόνια), ξέσπασε μια ανοιχτή μάχη εξουσίας με τον άλλο πόλο, τον «κεντροδεξιό» Πρόεδρο Τραϊάν Μπασέσκου. Μέτοχοι σε αυτή τη μάχη βρέθηκαν όχι μόνο ένθεν κακείθεν πολιτικά πρόσωπα, αλλά και θεσμοί.
Ο πρώην Πρωθυπουργός και μέντορας του Πόντα, Άντριαν Ναστάζε, καταδικάστηκε στις 20 Ιουνίου σε δύο χρόνια αμετάκλητης ποινής για διαφθορά και προσπάθησε να αυτοκτονήσει –η νέα εξουσία «είδε» δάκτυλο Μπασέσκου. Στις 3 Ιουλίου, το νέο Κοινοβούλιο (που είχε στο μεταξύ ρίξει την «κεντροδεξιά» πλειοψηφία και την είχε αντικαταστήσει με ένα συνασπισμό με επικεφαλής τους «σοσιαλδημοκράτες»), «παραίτησε» τους προέδρους της Βουλής και της Γερουσίας (αλλά και το Συνήγορο του Ρουμάνου Πολίτη) και τους αντικατάστησε με πρόσωπα της νέας τάξης πραγμάτων –η αντιπολίτευση «μίλησε» για θεσμική εκτροπή. Στις 6 Ιουλίου, το Κοινοβούλιο ψήφισε την αποπομπή του προέδρου Μπασέσκου, για «παραβίαση της αρχής της διάκρισης των εξουσιών» και για τη «λήψη μέτρων λιτότητας που φτώχυναν τους πολίτες της χώρας». Το Συνταγματικό Δικαστήριο αποδέχτηκε τη νομιμότητα της αποπομπής και παράπεμψε το θέμα για οριστική λύση σε δημοψήφισμα, που θα λάβει χώρα στις 29 Ιουλίου (ο Μπασέσκου είχε ξανά αποπεμφθεί από τη Βουλή το 2007, αλλά είχε κερδίσει τότε, επί Πρωθυπουργίας Ναστάζε, το δημοψήφισμα, με 74%). Το ίδιο αυτό Συνταγματικό Δικαστήριο, απειλήθηκε, εν τω μεταξύ, για «υπέρβαση εξουσίας» από το νέο Πρωθυπουργό, με αφορμή μια απόφασή του για το ποιος θα εκπροσωπούσε τη χώρα στις Συνόδους Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης (το Δικαστήριο είχε κρίνει υπέρ του Προέδρου, αλλά τη Ρουμανία εκπροσώπησε παρ’ όλα αυτά ο Πρωθυπουργός), ενώ, παράλληλα με την ετοιμασία του δημοψηφίσματος, η κυβέρνηση προωθεί και απόφαση για μείωση των αρμοδιοτήτων του Συνταγματικού Δικαστηρίου –την οποία απόφαση, το αρμόδιο όργανο, δηλαδή το ίδιο το Συνταγματικό Δικαστήριο, έκρινε αντισυνταγματική…
Δεν έχουμε τη διάθεση, ούτε εξάλλου τη δυνατότητα, να κρίνουμε κατά πόσο ξεπερνούν τα όρια και πού θα οδηγήσουν όλες αυτές οι πολιτικο-θεσμικές διενέξεις. Το βέβαιο είναι πως δεν υπάρχουν «καλοί» και «κακοί» και ότι οι συγκρούσεις των προσώπων, σε όλα τα πολιτικά συστήματα του κόσμου, υπερβαίνουν τις μάχες για την εξουσία και προσδίδουν σε αυτή το γνωστό από το Θουκυδίδη, το Μακιαβέλι και το Σέξπιρ, πρόσωπό της. Όμως, σε κάθε περίπτωση, ιδίως δε στο εσωτερικό μιας Ένωσης που υποτίθεται ότι έχει ως κορωνίδα αλλά και ως συνεκτικό ιστό το Κράτος Δικαίου, το παιχνίδι με τους θεσμούς είναι ιδιαίτερα ανησυχητική εξέλιξη. Η αγνόηση αποφάσεων των δικαστικών οργάνων, η χρήση της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας για αλλαγή των όρων του κοινοβουλευτικού συστήματος, η άσκηση πίεσης σε άλλα όργανα και κλάδους της εξουσίας, δεν ταιριάζουν σε μια πραγματική Δημοκρατία. Και δεν δικαιολογούνται, όποιος και αν είναι ο απώτερος στόχος τους.