Διεθνείς αξιωματούχοι, πολιτικοί και δημοσιογράφοι διαπιστώνουν τελευταία την αδυναμία εξυπηρέτησης του ελληνικού χρέους ως συνάρτηση του ύψους του και των δυνατοτήτων της οικονομίας. Η ύφεση δεν αφήνει άλλη διέξοδο από ένα γενναίο κούρεμα. Ταυτόχρονα, η διαπίστωση αυτή αποκτά δραματικό τόνο, όταν μετατοπίζεται από το οικονομικό στο κοινωνικό πεδίο και από εκεί στο πολιτικό. Πολιτικά, η Ελλάδα είναι ο αδύναμος κρίκος.
Δύο ερωτήματα προκύπτουν αυτόματα: Η εκπροσωπούσα τη διεθνή κοινότητα τρόικα δεν γνώριζε τα αποτελέσματα της πολιτικής που επέβαλε; Ποια σενάρια είναι στο τραπέζι για την αντιμετώπιση της επερχόμενης νέας ελληνικής κρίσης μετά τις γερμανικές εκλογές;
Κατά τη γνώμη μου, ακριβώς: δεν γνώριζε. Η χρονική πυκνότητα της λιτότητας που επεβλήθη ήταν βέβαιο ότι οδηγούσε σε οικονομική κατάρρευση. Και αυτό γιατί η Ελλάδα είχε δύο χαρακτηριστικά που δεν εκτιμήθηκαν σωστά από τους πολιτικούς και τους τεχνοκράτες της ΕΕ και του ΔΝΤ. Η διοίκηση και οι δυνατότητές της να απορροφήσει και να προσαρμόσει τις αλλαγές που επέβαλλε η απόκτηση πρωτογενούς πλεονάσματος δεν υπήρχαν. Η δομή της οικονομίας ήταν βασισμένη στη μεγέθυνση, όχι στην ανάπτυξη. Αλλά και οι δομές στήριξης της ΕΕ είτε δεν υπήρχαν είτε δεν λειτούργησαν.
Τώρα που λήγει σε λίγους μήνες η στήριξη της οικονομίας, η διεθνής κοινότητα, με ή χωρίς την παρουσία του ΔΝΤ, θα κληθεί να στηρίξει την επιλογή της για διάσωση της Ελλάδας και παραμονή της στην Ενωση. Και οι επιλογές που έχει είναι περιορισμένες: 1. Η συνέχιση της βοήθειας με νέο πακέτο στήριξης. Αλλά έτσι διαιωνίζεται η αύξηση του χρέους, που ήδη είναι μη βιώσιμο.
2. Το κούρεμα του χρέους ώστε να μειωθεί κάτω του ποσοστού 100% επί του ΑΕΠ. Δεδομένου ότι θα αφορά κρατικά χρήματα, μια και οι ιδιώτες είτε έχουν «μεταναστεύσει» είτε έχουν ήδη κουρευτεί, αυτή η καλύτερη επιλογή είναι πολιτικά αδύνατη. Καμία χώρα της ευρωζώνης δεν θα μπορέσει να την περάσει από το Κοινοβούλιό της. Οσο για το ΔΝΤ, δεν μπορεί από το καταστατικό του να προβεί σε τέτοια ενέργεια.
3. Η ολοκλήρωση της ΟΝΕ και η έκδοση ευρωομολόγων, που θα υποκαταστήσουν τον απευθείας δανεισμό από τα κράτη-μέλη. Είναι βέβαιο ότι η Ευρώπη και η ΟΝΕ θα παραμείνουν και θα συνεχίσουν την πορεία προς την πολιτική Ενωση. Ισχυρή Ευρώπη σημαίνει ενωμένη Ευρώπη και αποθεματικό νόμισμα. Η εξέλιξη αυτή όμως απαιτεί χρόνο, πολλαπλάσιο του χρόνου που απομένει στην Ελλάδα έως τον Απρίλιο του 2014.
Αν όλα αυτά είναι λογικά, δεν μένει παρά μία ενδιάμεση εκδοχή. Ολο και περισσότεροι πιστεύουν ότι η Ευρώπη θα κατευθύνει την προσπάθειά της σε μια έμμεση διαδικασία κουρέματος σε συνδυασμό με πιο ριζική συμμετοχή στη φορολογία των κατεχόντων. Δηλαδή σε πλαίσιο μέτρων που θα ελαφρύνουν το αναγκαίο πρωτογενές πλεόνασμα. Με περαιτέρω μείωση του επιτοκίου, με επιστροφές κερδών από τις κεντρικές τράπεζες, με ενεργοποίηση του Ταμείου Σταθερότητας στη στήριξη των τραπεζών, με επιβολή φόρου περιουσίας – wealth tax -, με επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των δανείων και μείωση του επιτοκίου. Και με μέτρα στήριξης και ελέγχου, τα οποία θα προκύψουν από τη λειτουργία των νέων θεσμών της τραπεζικής ένωσης. Αλλά και με μια διαφορετική στόχευση των διαρθρωτικών ταμείων, μια μορφή σχεδίου Μάρσαλ. Η στήριξη, με άλλα λόγια, θα βασιστεί στην εξάλειψη του Μνημονίου και της κρατικής συμμετοχής, στη συμμετοχή των εχόντων (δείτε Κύπρο) και στις ιδιωτικοποιήσεις και την κοινοτικοποίηση της βοήθειας.
Αυτά και άλλα μέτρα θα αποτελέσουν τον οδικό χάρτη για την εφαρμογή του οποίου θα κληθεί να παλέψει η Ελλάδα την επόμενη δεκαετία. Δεν αποκλείεται, μάλιστα, πολιτικοί και κοινωνία να νοσταλγήσουν τα μνημόνια και το εύκολο ζεστό χρήμα.
Το ερώτημα που μένει ανοιχτό είναι αν εμείς θέλουμε και μπορούμε. Ο πολιτικός λόγος της πλειονότητας κομμάτων, δημόσιων λειτουργών – δημοσιογράφων, Εκκλησίας, συνδικάτων, πανεπιστημιακών κ.λπ., οι αναλύσεις τους, καθώς και οι εναλλακτικές προτάσεις είναι κατά τεκμήριο μαχητικές, συγκρουσιακές και ευχάριστες. Αλλά μη ρεαλιστικές. Και οι αντοχές της κοινωνίας δείχνουν να έχουν εξαντληθεί. Οι πολιτικοί και κοινωνικοί εκφραστές μας μπροστά στην αντίφαση που καλούνται να διαχειριστούν ίσως μας οδηγήσουν σε διαφορετική ατραπό από αυτήν που σχεδιάζεται και τελικά θα επιλεγεί από τη διεθνή κοινότητα. Το λεγόμενο πολιτικό ατύχημα είναι πάντα πιθανό.