Κομματική… αυτοθυσία;

Λυκούργος Λιαρόπουλος 25 Ιουν 2013

Αναλογιζόμενοι τα προβλήματα, όλοι ελπίζουμε ότι η νέα κυβέρνηση δεν θα μοιάζει σε τίποτε με τις προηγούμενες. Μάλιστα, ελπίζουμε ότι η κυβέρνηση που ανακοινώθηκε θα κατορθώσει να αναστρέψει σε λίγους μήνες ότι τα δύο κόμματα που την απαρτίζουν έχτισαν με κάθε επιμέλεια τα τελευταία σαράντα χρόνια. Ελπίζουμε, αλλά μάλλον θα έπρεπε να είμαστε πιο σοφοί, μετά από τόσα χρόνια εμπειρίας. Τουλάχιστον, ας βάλουμε κάτω τη λογική μας, γιατί το συναίσθημα συχνά οδηγεί σε αυτοκτονικές συμπεριφορές. Και η λογική μας λέει ότι η απόδοση μίας κυβέρνησης εξαρτάται από τρεις παράγοντες. Την ιδεολογική συγκρότηση του κόμματος που τη στηρίζει, τις ικανότητες και την πολιτική δέσμευση της ηγεσίας, και την ποιότητα και ηθική συγκρότηση του στελεχιακού της δυναμικού. Ας αρχίσουμε από το τέλος.

Η λογική μας λέει ότι, δυστυχώς, τα πρόσωπα της νέας Κυβέρνησης θα είναι τα ίδια, με αυτά που …μεγαλούργησαν στην καταραμένη 10ετία που μας έριξε στην κρίση. Ούτε η στοιχειώδης ανανέωση που γινόταν εθιμικά στο παρελθόν δεν διαφαίνεται. Η κυριότερη μομφή που συνήθως προσάπτεται στις κυβερνήσεις που απέτυχαν παταγωδώς ήταν ανικανότητα, πολιτική ιδιοτέλεια και χαμηλό ηθικό υπόβαθρο. Το ότι λίγοι, σχετικά, έμπλεξαν με τη δικαιοσύνη μάλλον οφείλεται στο πετυχημένο firewall που οι ίδιοι έστησαν με το Νόμο περί ευθύνης Υπουργών.

Τα ηγετικά πρόσωπα Σαμαράς, Βενιζέλος έχουν ήδη κολλήσει τα δικά τους ένσημα, σε περιβάλλον κρίσης, με αμφιλεγόμενα, στην καλύτερη περίπτωση, αποτελέσματα. Βρέθηκαν στην ηγεσία των κομμάτων τους αφού προηγήθηκε η παταγώδης αποτυχία των «πρώτων» κομματικών επιλογών με τα ιστορικά επώνυμα. Ο ρόλος του ηγέτη είναι σύνθετος και κρίσιμος. Πρέπει να εμπνέει δια του παραδείγματος και των προσόντων του τα κομματικά στελέχη αλλά και τους πολίτες. Πρέπει να έχει ηγετικά χαρακτηριστικά, μεταξύ των οποίων είναι η ηθική και ιδεολογική συγκρότηση, η δυνατότητα αναλυτικής σκέψης, η συνθετική των απόψεων ικανότητα και η αξιοκρατική αξιοποίηση συνεργατών. Οι ηγέτες λείπουν σήμερα σε διεθνές επίπεδο. Θα ήταν περίεργο αν η σημερινή Ελλάδα κατόρθωνε να ξεχωρίσει σε αυτόν τον τομέα.

Και ερχόμαστε στα κόμματα. Ούτε εδώ έχουμε διαφορές, αλλά σίγουρα θα έχουμε άγριο ανταγωνισμό. Ν.Δ και ΠΑΣΟΚ μοιράζονται πολλά χαρακτηριστικά με κύριο την απόλυτη ταύτιση ιδεολογίας και εξουσίας. Θεωρητικά η Ν.Δ. είναι συντηρητικό φιλελεύθερο κόμμα που εντάσσεται στην Κέντρο-δεξιά και το ΠΑΣΟΚ κόμμα Σοσιαλιστικό, ή, έστω, Κεντρο-αριστερό. Θεωρητικά, βέβαια, γιατί στην πραγματικότητα, δεν θα μπορούσε κανείς να διακρίνει διαφορές με ιδεολογική αναφορά στην πρακτική των δύο κομμάτων όταν κυβέρνησαν. Η μόνη, ίσως, ιδεολογική διαφορά που γίνεται τώρα ευδιάκριτη σχετίζεται με τις εθνικό-πατριωτικές αναφορές της Ν.Δ., που μάλλον οφείλονται σε συγκυριακούς εκλογικούς λόγους. Η αποχώρηση της ΔΗΜΑΡ, έλυσε ένα πρόβλημα, αλλά μπορεί να δημιούργησε ένα άλλο. Θεωρητικά, ήταν η απαραίτητη διεύρυνση της πολιτικής βάσης της κυβέρνησης. Είναι η ειρωνεία της σημερινής πολιτικής πραγματικότητας, όμως, ότι η αποχώρησή της ίσως θα βοηθήσει να ξεπεραστούν προβλήματα γιγαντισμού του δημόσιου τομέα, τον οποίο δημιούργησαν οι … εναπομείναντες δύο εταίροι.

Συμπερασματικά, περιμένουμε, ή μάλλον ελπίζουμε, αδίκως, στην αντιστροφή της ρήσης του Γατόπαρδου «όλα πρέπει να αλλάξουν για να μείνουνε τα ίδια». Εμείς αποφασίσαμε ότι «Πρέπει όλα να μείνουν τα ίδια, για να αλλάξουν όλα». Η στήριξη της νέας κυβέρνησης στα ίδια πρόσωπα και ηγεσίες και η απώτερη στόχευση για ηγεμονία από τη Ν.Δ. και για την αναγέννηση σε μέγεθος, αλλά όχι σε νοοτροπία, για το ΠΑΣΟΚ μένουν τα ίδια. Άρα με τους ίδιους ανθρώπους και την ίδια νοοτροπία, τι είδους συνεργασία περιμένουμε;;; Γιατί αν ελπίζουμε σε κάποιας μορφής «κομματική αυτοθυσία», ούτε το Άγιο Πνεύμα δεν φτάνει.