Δεν πιστεύω, όπως φαίνεται πιστεύει η πλειοψηφία του ελληνικού λαού στην Πλατωνική θεοκρατική αντίληψη για τον Πολιτικό, ως το παντογνώστη Βασιλιά και Σωτήρα που έχει όλες τις λύσεις. Μάλλον, όπως θα υποστήριζε ο Karl Popper (όχι ο Καρλ Μαρξ), θα εμπιστευόμουν έναν πολιτικό που θα αναγνώριζε ότι δεν έχει όλες τις λύσεις αλλά ταυτόχρονα θα αναγνώριζε με το τρόπο αυτόν τη τεράστια ηθική ευθύνη που φέρει απέναντι στο λαό υπέρ του οποίου καλείται να κυβερνήσει (η εξουσία πηγάζει από το Λαό για τον Λαό, αρά κυβερνάει υπέρ του Λαού όχι το Λαό).
Στη προηγούμενη (και μοναδική) παρέμβασή μου που φιλοξενήθηκε στο metarithimisi. gr πρότεινα τη θέση ότι η υπόθεση της κεντροαριστεράς δεν είναι θέμα προσώπων αλλά πολιτικής: η κεντροαριστερά θα κυριαρχήσει στη ελληνική πολιτική σκηνή μόνο αν διαμορφώσει πολιτικές αρχές πάνω στις οποίες θα επεξεργασθεί πολιτικές θέσεις και συγκεκριμένες πολιτικές που ανταποκρίνονται στις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας. Χωρίς παραγωγή πολιτικής τα κομματα καίγονται, διολισθαίνουν, προκειμένου να διατηρηθούν στο πολιτκό παιχνίδι στο δρόμο της φαυλοκρατίας και της πελατοκρατίας. Το είδαμε με το ΠΑΣΟΚ που όταν εξέπνευσε (και πολύ διήρκησε) ο «τρίτος δρόμος» στο σοσιαλισμό (που ήταν εξαρχής ανύπαρκτος), έπαυσε να δημουργεί πολιτική, έγινε φαύλος διαχειριστής του συστήματος. Και όταν ξαναδημιουργησε πολιτική με το όραμα της σύγχρονης (για την εποχή) σοσιαλδημοκρατίας, το είδαμε με το βαθύ ΠΑΣΟΚ των συνδικαλιστών και ημέτερων να υπονομεύουν μεταρρυθμίσεις, σαν την μεταρρύθμιση Γιαννίτση, με τη οποία ίσως, (με μια δόση αισιοδοξίας) θα είχαμε αποφύγει την κρίση του 2009 μέχρι σήμερα. Το είδαμε και στη συγκυβέρνηση με τη ΝΔ, όπου στελέχη και υπουργοί του ΠΑΣΟΚ, δήθεν στο όνομα «λαϊκών» (αγροτικών, και άλλων κλαδικών συμφερόντων- μπορώ να δώσω παραδείγματα), προβάλανε συνεχώς εμπόδια σε απαραίτητες μεταρρυθμίσεις, και συνέδραμαν άθελά τους αλλά μοιραία την αποτυχία εκείνης της συγκυβέρνησης κυρίως υπό τη δικαιολογία του πολιτικου κόστους. Αλλά η ευθύνη ήταν όλων των ενεργών πολιτικών που μαζί δεν αποδεχόντουσαν πραγματικά την ανάγκη μεταρρυθμίσεων.
Γιαυτό δεν πρέπει να παίζουμε με τη κεντροαριστερά. «Πιο πολύ και από την πυρκαϊά κανείς πρέπει να σβύνει τη ύβρη», «δεν πρέπει να ενεργούμε σύμφωνα με τις αντιλήψεις των γονιών μας», «το ήθος για το άνθρωπο είναι ο προστάτης θεός του» (Ηράκλειτος), άλλως το ταξείδι μας δεν θα μας έχει διδάξει τίποτε.
Η διαμάχη για την ψυχή της κεντροαριστεράς, δεν μπορεί να παιχθεί στις «προσωπικότητες» που συντάσσονται με τη μία ή την άλλη πλευρά. Δεν υπάρχουν πλευρές. Δεν είναι αριθμητικό το θέμα. Και το κοινό ελάχιστα εντυπωσιάζεται. Οι «προσωπικότητες» παίζουν ρόλο σε πελατειακές καταστάσεις. Πρέπει να διαμορφωθούν πολιτικές. Αν η διαφαινόμενη κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ και του Ποταμιού οδηγήσει σε αύξηση, ακόμη ίσως και σε «overshooting», των πελατών του ΠΑΣΟΚ (ας μην γελιόμαστε, η ΔΗΜΑΡ , το ΚΙΔΗΣΟ και οι Κινήσεις Πολιτών για τη Σοσιαλδημοκρατία ελάχιστο ειδικό βάρος έχουν, υπάρχουν λόγω τηε συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ και όχι αντίστροφα) , σε τι θα ωφεληθεί η Ελλάδα, αν το ΠΑΣΟΚ δεν έχει αλλάξει, αν δεν έχει διαμορφώσει πολιτικές που είναι αναγκαίες και χρήσιμες για την Ελλάδα;
Η διαμόρφωση πολιτικών είναι το παν.
Το μέλλον δεν έχει νομοτέλειες και ας λέει τα αντίθετα ο μαρξισμός. Το μέλλον είναι πάντα ανοικτό και εξαρτάται από τις δικές μας ορθές διαγνώσεις, επιλογές και πράξεις. Θα έχουμε ως Χώρα να αντιμετωπίσουμε πολλές δυσκολίες ακόμη. Και κανένας μόνος του δεν μπορεί να δώσει τη λύση. Πρέπει να δούμε ότι κύριες αιτίες της αποτυχίας μας τον καιρό των μνημονίων ήταν ότι δεν αποτινάξαμε τη «λογική» του «παντογνώστη αρχηγού και του κυρίαρχου σωτηριακού κόμματος που δήθεν έχει τις λύσεις και το τρόπο» και πάντα διατηρήσαμε τη «απόστασή» μας από την πραγματικότητα. Η ιδιαιτερότητα αυτή των Ελλήνων, είναι προφανώς ένας από τους λόγους τη αποτυχίας μας το καιρό πρίν και κατά την διάρκεια των μνημονίων. Ο ελληνικός λαός είναι ένας ιδιαίτερος λαός που εύκολα κυριαρχείται από ανορθολογισμό και ιδεαλισμό. Εμπιστεύεται και δυσπιστεί γρήγορα και με εναλλαγές. Αντί να κρίνει το εαυτό του και να αναλαμβάνει τις ευθύνες του, εναποθέτει την σωτηρία του σε τρίτους («από μηχανής» και άλλους θεούς, πολιτικούς, πλούσιους συγγενείς η αγνωστους τρίτους που υπόσχονται κλπ). Οι έλληνες ορρωδούν μπροστά στο συναίσθημα ότι φέρουμε την ευθύνη των ηθικών επιλογών μας και είμαστε βαθειά ενοχικοί. Γιαυτό αναζητούμε τρίτους , ανθρώπους και θεούς, που θα μας απαλλάξουν από την ηθική ευθύνη μας, θα μας συγχωρήσουν, θα μας λυτρώσουν.
Οι ώριμοι άνθρωποι, αντίθετα, οφείλουν να γνωρίζουν ότι δεν υπάρχει χρεία ηγετών αλλά ατόμων με αίσθημα ευθύνης και αυτογνωσίας των ορίων τους, που δηλαδή μαζί διαμορφώνουν πολιτικές, αναλαμβάνουν την διεκπεραίωση πολιτικών και έχουν πάντα επίγνωση ότι μπορεί να σφάλουν (άρα μαθαίνουν να συνεργάζονται, να διαλέγονται κλπ). Αλλά δεν είμαστε ώριμοι. Έτσι, για την ακρίβεια δεν αναγνωρίσαμε τις αιτίες της αποτυχίας πριν τη κρίση, δεν διαμορφώσαμε από την αρχή της κρίσης θεσμούς διακυβέρνησης που θα δοκίμαζαν άλλη μέθοδο διακυβέρνησης με συνεργασίες πάνω σε συμφωνημένα και ρεαλιστικά προγράμματα. Αλλά αυτό δεν κατέστη δυνατόν διότι κάθε πολιτικός αρχηγός ήταν δέσμιος της πολιτικής αντίληψης και μοντέλου του «παντογνώστη αρχηγού» καθώς αυτό ήθελε και γνώριζε ο λαός. Ταυτόχρονα, χωρίς «πολιτικές» τα κόμματα δεν μπορούσαν να συγκλίνουν ώστε να διαμορφώσουν ένα κοινό τόπο και να προωθήσουν κοινές πολιτικές εξόδου από την κρίση.
Γιαυτό τώρα δεν πρέπει να γίνουν τα ίδια λάθη. Η ανασύσταση της κεντροαριστεράς δεν μπορεί να γίνει στη βάση μικροπολιτικών υπολογισμών πολιτικής επιβίωσης στη κεντρική πολιτική σκηνή, της λατρείας της εξουσίας. Δεν μπορεί να γίνει στη λογική του «είμαι μεγαλύτερος ή προσέφερα περισσότερα» και «κρατάω τη σφραγίδα». Αν γίνει αυτό, ναι μεν η συγκυρία μπορεί να ευνοήσει τα εκλογικά ποσοστά, όμως η πατρίδα, ο ελληνικός λαός δεν θα έχει βοηθηθεί διότι θα αναπαραχθεί το παλιό αποτυχημένο μοντέλο. Προς το παρόν μόνο κινήσεις κορυφής γίνονται. Δεν διαφαίνεται διαμόρφωση πολιτικής. Κανείς δεν προτείνει ολοκληρωμένες θεματικές πολιτικές και κανείς δεν συντάσσεται γύρω από αυτές. Ακόμη και αν η πολιτική συγκυρία οδηγήσει σε νέες ροές ψηφοφόρων προς το ΠΑΣΟΚ και συγγενή σχήματα, ας μη γελιόμαστε, το μοναδικό κίνητρο θα είναι η προοπτική της εξουσίας. Τούτο διότι, η έμφαση είναι στις αγορεύσεις, προσχωρήσεις, συμπορεύσεις και δεν είναι στη διατύπωση σύγχρονων πολιτικών που να είναι ρεαλιστικές, αναγκαίες, μετρημένες, που να εκφράζουν σοσιαλδημοκρατικές αρχές, και που όλοι να γνωρίζουν ότι “from day one” θα εφαρμοστούν με τρόπο συγκεκριμένο.
Η ανασύσταση του παρελθόντος, «η χρυσή εποχή» είναι ρομαντισμός. Ο ρομαντισμός είναι γεννέτηρα του αυταρχισμού. Το ΠΑΣΟΚ πρέπει να διαχωρίσει το κακό από το καλό του εαυτό. Μόνο έτσι θα αναβαπτιστεί στα μάτια του κόσμου και θα θέσει υγιείς βάσεις για μιαν υγιή νέα σχέση με το Λαό. Αν το ΠΑΣΟΚ ανασυσταθεί λειτουργόντας ως κολυμβήθρα του Σιλωάμ, («ελάτε όλοι να ξανασυμπορευτούμε»), αν η σοσιαλδημοκρατία ανασυσταθεί με τις μνήμες και τις πρακτικές του κακού ΠΑΣΟΚ, – διότι είχε και καλές στιγμές, ανθρώπους και στόχους- δεν θα προσφέρει τίποτε στο τόπο. Θα ταυτιστεί πάλι με την Εξουσία, θα γίνει κρατικό και αυταρχικό και εν τέλει άχρηστο.
΄Εμφαση λοιπόν στις πολιτικές. Γύρω από αυτές να επιδιωχθεί η συσπείρωση στελεχών και Λαού.