Μοιράζουν τις ΔΕΚΟ και τους οργανισμούς του Δημοσίου σαν να πρόκειται για την προσωπική τους περιουσία. Κόβουν την πίτα σε κομμάτια για να ταϊσουν πολιτευτές, πρώην βουλευτές, κομματικά στελέχη, αγωνιστές της παράταξης, τη νομενκλατούρα τους. Ένα αποκρουστικό παζάρι μεταξύ των τριών κυβερνητικών εταίρων για τακτοποίηση ημετέρων.
Στο προσκήνιο, πομπώδεις ανακοινώσεις για την απαγόρευση διορισμών συγγενών πολιτικών προσώπων και για τη μείωση του αριθμού των μετακλητών υπαλλήλων -πάντα εκ των υστέρων και χωρίς αναδρομικότητα. Και στο παρασκήνιο, η αιώνια νομή της εξουσίας, όπως την ξέρουμε, χωρίς παραλλαγές, ωμά, κυνικά και ανενδοίαστα.
Αυτή είναι ίσως και μια απάντηση γιατί το άρρωστο και θηριώδες ελληνικό κράτος δεν θεραπεύεται και δεν μικραίνει. Κάθε πραγματική τομή στη φυσιογνωμία και τη λειτουργία του, θα στερήσει δυνατότητες συναλλαγής και κατάχρησης. Ένα επιτελικό κράτος που θα λειτουργούσε με κανόνες αξιοκρατίας και διαφάνειας, δεν θα άφηνε χώρο για φεουδαρχικού τύπου διαχείριση. Δεν θα μπορούσε, για παράδειγμα, να τοποθετηθεί ένας γεωπόνος στις συγκοινωνίες, ούτε να δοκιμαστεί ξανά κάποιος που απέτυχε όσες φορές ανέλαβε θέση ευθύνης.
Η Δημοκρατική Αριστερά, που έχει το ηθικό πλεονέκτημα, ακολουθεί τον κανόνα της ποσόστωσης (τόσες οι θέσεις, όση και η εκλογική δύναμη), προτείνει επίσης κομματικούς, κάποιοι από τους οποίους έχουν τα τυπικά και τα ουσιαστικά προσόντα, αλλά κυρίως ανέχεται τη μοιρασιά των άλλων, συναινεί στη διαδικασία και συνεπώς στην ουσία.
Είναι παράξενο πως σε μια χώρα που χρεοκόπησε, υπάρχει ακόμη τόσο δημόσιο χρήμα για κομματική εκμετάλλευση. Μάλλον δεν είναι παράξενο που αυτή η χώρα χρεοκόπησε, αφού το δημόσιο χρήμα αντιμετωπιζόταν από το σύστημα εξουσίας σαν ένα ακαταμάχητο σε γεύση μήλο, που φαγωνόταν μέχρι το κουκούτσι. Και, όπως διαπιστώνεται στην πράξη, παραμένει ένα μήλο αξεπέραστο σε γεύση και άρωμα.
Η χρεοκοπία είναι πραγματική όταν πρόκειται να επιβληθούν μέτρα λιτότητας. Η χρεοκοπία είναι εικονική όταν έρχεται η ώρα της απόλαυσης για τους επαγγελματίες της διακυβέρνησης. Να βολευτεί ο στρατιώτης της παράταξης, να ανταμειφθεί ο αυλικός, να βοηθηθεί ο κομματικός φίλος, να ησυχάσει ο ενοχλητικός, να επιβραβευθεί ο πειθήνιος, να ανοίξει το παιχνίδι, να μπουν κι άλλοι μέσα, να απλωθεί ο ιστός, να τακτοποιηθούν όσο γίνεται περισσότεροι από τους ενταγμένους, να έχει νόημα τελικά και όλο αυτό το πολιτικό κόστος που συνεπάγεται η μνημονιακή διαχείριση. Να εφαρμοστεί το μέτρο της διαθεσιμότητας, να προωθηθεί η αξιολόγηση, να αυστηροποιηθεί η πειθαρχική διαδικασία στο Δημόσιο, να εκσυγχρονιστεί η διοίκηση, να ελέγχεται η παραγωγικότητα, να κλείσουν άχρηστες υπηρεσίες (που δεν κλείνουν), να πάψουν οι πελατειακοί διορισμοί. Αλλά οι δικοί τους άνθρωποι να μην μπουν σε καθεστώς εφεδρείας, να μην αξιολογούνται και να μην κρίνονται με όρους ικανότητας και απόδοσης. Μετράει η κομματική τους ταυτότητα και η συμπάθεια, ή, ο υπολογισμός του αρχηγού.
Έχει περάσει ένας οδοστρωτήρας πάνω από τη χώρα, έχει σαρώσει τη νέα γενιά, έχει εξουθενώσει τη μεσαία τάξη, συνεχίζει να διαλύει τον κοινωνικό ιστό, και η κυβέρνηση κάνει ό,τι θα έκανε αν υπήρχαν συνθήκες ευημερίας: Αρμέγει την αγελάδα, που δεν έχει πια γάλα, αλλά όσο έχει χρησιμοποιείται για να θραφούν κατά προτεραιότητα τα κομματικά στόματα.
Το αδιέξοδο γίνεται τέλειο αν συνεκτιμήσει κανείς ότι η αξιωματική αντιπολίτευση, παρόλο που δεν έχει δείξει συμπτώματα βουλιμίας τέτοιου τύπου, αντιμετωπίζει το κράτος επίσης σαν αγελάδα, ιερή.
Προωθείται ένα εξωφρενικό φορολογικό νομοσχέδιο, που αποτελεί ευθεία παραδοχή έλλειψης πολιτικής βούλησης για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και την ίδια ώρα, η κυβέρνηση δίνει μαθήματα τυχοδιωκτισμού, μοιράζοντας αξιώματα. Η ιστορία είναι γεμάτη από παραδείγματα εκδίκησης του συστήματος απέναντι σε όποιον προσπάθησε να εξορθολογήσει και να εξυγιάνει το ιδιότυπο ελληνικό κράτος, που λειτουργεί σαδιστικά απέναντι στους πολίτες και στηρίζεται σε μια τρομακτική γραφειοκρατία, δομημένη ακριβώς για να συντηρούνται οι μηχανισμοί της συναλλαγής.
Το κράτος είναι φτιαγμένο καθ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση των προστατών του: Είναι αναποτελεσματικό, χαμηλής παιδείας και αισθητικής, παραβατικό, άδικο, ανορθολογικό. Οφείλει την αντοχή του σε ένα άτυπο κοινωνικό συμβόλαιο, που προβλέπει ότι οι επαγγελματίες της εξουσίας θα το απομυζούν και οι υπήκοοι θα παίρνουν ό,τι απομένει: Θα νομιμοποιούν το αυθαίρετό τους, θα κρύβουν εισοδήματα για να μη φορολογηθούν, θα παίρνουν εύκολα πτυχία που δεν ανταποκρίνονται σε γνώσεις, θα εργάζονται χωρίς να παράγουν. Η δυσπραγία περιόρισε τη γοητεία αυτού του συμβολαίου, γιατί οι παροχές λιγοστεύουν, όμως διατηρείται στο ακέραιο η φιλοσοφία του, ώστε να ενεργοποιηθεί σε όλο του το εύρος, αν και όταν περάσουν τα δύσκολα. Αλλά δεν θα περάσουν.
Όλοι παραδέχονται στις δημόσιες τοποθετήσεις τους ότι, αν δεν αλλάξει από τα θεμέλιά της η δημόσια διοίκηση, δεν υπάρχει καμία περίπτωση να επιτευχθεί δημοσιονομική ισορροπία και αναπτυξιακή δυναμική, ανεξάρτητα από τη “συνταγή” που θα υπαγορεύεται έξωθεν.
Αλλά, πέρα από τη ρητορεία, αυτό που στ’ αλήθεια υπάρχει, είναι ένα ακόρεστο πάθος για τη διατήρηση του status quo. Ο γαλάζιος ή άλλου χρωματισμού διοικητής, όλο και κάποιο δικό τους παιδί θα καταφέρει να διορίσει, κάποιο παράθυρο θα βρει, κάποια τρύπα θα ανοίξει, μια ψηφοθηρική διευκόλυνση, είτε έτσι, είτε αλλιώς, θα την πετύχει, μια μικρή προσφορά στον παραδοσιακό πελάτη, θα την εξασφαλίσει.
Και ο φαύλος κύκλος συνεχίζεται μέχρι τελικής πτώσεως – δικής τους και δικής μας. Το ερώτημα είναι ποια θα προηγηθεί.
.
Η Αγγελική Σπανού είναι δημοσιογράφος