Αν μπορούν να βγουν κάποια ασφαλή γενικά συμπεράσματα από τη συνέντευξη που έδωσε στην «Καθημερινή» ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ στην τρόικα, ο Πόουλ Τόμσεν, το πρώτο είναι η έλλειψη απόλυτης βεβαιότητας για την ορθότητα της συνταγής η οποία εφαρμόζεται στην Ελλάδα, το δεύτερο η επίγνωση ότι τα προβλήματα είναι πολύπλοκα και η λύση τους απαιτεί χρόνο και το τρίτο, η αίσθηση ότι ρίχνει τώρα το βάρος περισσότερο στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, παρά στη δημοσιονομική εξυγίανση, αναγνωρίζοντας τα όρια της κοινωνίας και της πολιτικής στήριξης.
.
Από την άλλη πλευρά, ο κ. Τόμσεν επιμένει στην αναγκαιότητα μείωσης των κατώτατων αμοιβών γιατί διαπιστώνει χάσμα μεταξύ παραγωγικότητας και σημερινού επιπέδου μισθών, γεγονός που πλήττει την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Δεν το ζητάει με απόλυτο τρόπο, αλλά τονίζει ότι οι μισθοί -μεταξύ άλλων παραγόντων- παίζουν ρόλο στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, οπότε χρειάζονται μεταρρυθμίσεις στον μηχανισμό καθορισμού τους. Αν αυτό δεν συμφωνηθεί από τους κοινωνικούς εταίρους, τότε θα πρέπει να επέμβει η κυβέρνηση για να επιβάλει μεταρρυθμίσεις που θα έχουν άμεσα αποτελέσματα, προσθέτει.
.
Κατά τον εκπρόσωπο του ΔΝΤ, ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα είναι «δραματικά υψηλότερος» σε σχέση με άλλες χώρες του επιπέδου της. Φέρνει σαν παραδείγματα την Πορτογαλία και την Ισπανία, όπου ο κατώτατος μισθός είναι χαμηλότερος 35% και 20% αντίστοιχα. Πρόκειται για επισημάνσεις που έχουν λογική και οι αριθμοί δεν μπορούν να αμφισβητηθούν. Υπάρχουν όμως ζητήματα που δεν μπορούν επίσης να αγνοηθούν, όπως η ύφεση, οι κοινωνικές και πολιτικές αντοχές, η πραγματικότητα στην Ελλάδα, αλλά και η κατάσταση στην Ισπανία και την Πορτογαλία.
.
Τα χαμηλότερα επίπεδα κατώτατων μισθών δεν έχουν βοηθήσει στην αντιμετώπιση της θηριώδους ανεργίας στην Ισπανία, ούτε στην ανάκαμψη της πορτογαλικής οικονομίας, που προφανώς αναζητεί νέο πακέτο στήριξης. Η σημερινή πραγματικότητα στην Ελλάδα λέει ότι η οικονομία έχει συρρικνωθεί 11% από τον Μάιο του 2010, οι κοινωνικές επιπτώσεις της ύφεσης είναι δραματικές, ενώ οι τιμές σε βασικά είδη συνεχίζουν να ανεβαίνουν. Στον ιδιωτικό τομέα τουλάχιστον, τα κατώτατα μισθολογικά όρια «παραβιάζονται» ήδη ποικιλοτρόπως αν και διατηρείται η συμβολική διατήρησή τους.
.
Οταν λοιπόν ο κ. Τόμσεν παραδέχεται ότι τον ανησυχούν οι επιπτώσεις της ύφεσης, πώς μπορεί να είναι σίγουρος ότι η μείωση των κατώτατων μισθών θα επιδράσει ευεργετικά στην καταπολέμηση της ανεργίας; Πόσο ρόλο παίζουν στην ανταγωνιστικότητα οι μισθοί και πόσο η γραφειοκρατία, η ανικανότητα της κρατικής μηχανής, η αδύναμη επιχειρηματικότητα; Δεν υπάρχει φόβος κοινωνικής αντίδρασης ή γιγάντωσης της αντιμνημονιακής Αριστεράς; Είναι βέβαιο ότι μπορεί να περάσει τέτοια ρύθμιση από τους αρχηγούς των κομμάτων και τη Βουλή; Η γενική απάντηση θα μπορούσε να είναι ότι «η ζωή θα δείξει». Ωστόσο, θα ήταν τραγικό να αποδειχθεί ότι οι «κόκκινες γραμμές» ένθεν και ένθεν, είναι αξεπέραστες ή λανθασμένες.
.