Μιλώντας για τα κοινοτικά κονδύλια που διαθέτουν τα Διαρθρωτικά Ταμεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Ελλάδα, έχουμε καλά και κακά νέα. Και δεν συμπεριλαμβάνεται στην εκτίμηση αυτή, η εκτός τόπου μηδενιστική και καταστροφολογική στάση της αντιπολίτευσης.
Καταρχήν, τα καλά νέα αφορούν το επόμενο ΕΣΠΑ 2014-2020 που, μετά τις τελευταίες αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ, θα συνεχίσει να τροφοδοτεί με σημαντικά, πάνω από κάθε πρόβλεψη, ποσά το ισχνό, λόγω έλλειψης εθνικών πόρων, Πρόγραμμα Δημόσιων Επενδύσεων, μέσω του οποίου επιδοτείται σημαντικό μέρος και των ιδιωτικών επενδύσεων στην Ελλάδα. Η ροή πόρων θα επεκταθεί μάλιστα μέχρι το 2023, μετά τη γενίκευση της εφαρμογής του κανόνα ν+3.
Καλά νέα έχουμε επιτέλους, και στην ωρίμανση του τρέχοντος ΕΣΠΑ 2007-2013. Προκηρύχθηκαν τα προγράμματα ύψους 456 εκατ. ευρώ για την επιδότηση των επενδυτικών σχεδίων των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, εξαγγέλθηκαν νέα προγράμματα του Εθνικού Ταμείου Επιχειρηματικότητας και Ανάπτυξης και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, ύψους άνω των 1,5 δισεκ. ευρώ για τη χορήγηση χαμηλότοκων δανείων στις επιχειρήσεις μέσω τραπεζών, ολοκληρώνονται οι διαπραγματεύσεις για την επανέναρξη των μεγάλων έργων των Οδικών Αξόνων που θα απασχολήσουν άμεσα, προσωπικό άνω των 30.000 και άλλο τόσο έμμεσα, προκηρύσσονται και τα τελευταία έργα για να καλυφθεί το σύνολο των πόρων με συμβάσεις εντός του έτους, με περιθώριο ολοκλήρωσης μέχρι το τέλος του 2015.
Τα κακά νέα είναι ότι όλα αυτά άργησαν τραγικά, με συνέπεια να καθυστερεί η ροή πόρων στην πραγματική οικονομία και να μην έχουμε έγκαιρα τα αναμενόμενα αποτελέσματα στην ανάπτυξη και στην απασχόληση, κάτι που θα ήταν καθοριστικό στην προσπάθεια για να βγούμε πιο γρήγορα από την ύφεση.
Έτσι η απορρόφηση βελτιώθηκε μεν (48%), άλλα είναι ακόμη χαμηλή, μετά από 6 χρόνια εφαρμογής, οι δε κίνδυνοι απώλειας πόρων είναι μεγαλύτεροι παρά ποτέ, λόγω της μεταφοράς μεγάλου μέρους των κονδυλίων στο τέλος της προγραμματικής περιόδου.
Ήδη περικόπηκε το μεγαλύτερο τμήμα της εθνικής συμμετοχής που ανακουφίζει μεν τον εθνικό προϋπολογισμό και μειώνει τον κίνδυνο της απώλειας κοινοτικών πόρων, συρρικνώνει όμως το συνολικό ποσό του ΕΣΠΑ από τα αρχικά 26 στα 21,5 δισεκ. Επιπλέον, ο πανικός για τη μη απώλεια πόρων πλήττει και την ποιότητα των προγραμμάτων, κυρίως με την μεταφορά πόρων σε «εύκολα», αλλά χαμηλού αναπτυξιακού περιεχομένου έργα και δράσεις.
Θα μας γίνουν αυτή τη φορά τα παθήματα, μαθήματα; Στο τρέχον ΕΣΠΑ σπαταλήθηκαν τα τρία πρώτα χρόνια (2007-2009) μηδενικής απορρόφησης, σε μακρόσυρτες διαδικασίες σχεδιασμού και εγκρίσεων των προγραμμάτων και στη δημιουργία ενός διαχειριστικού γραφειοκρατικού τέρατος, τα δε επόμενα τρία χρόνια (2010-2012) σε χρονοβόρες διαδικασίες κατανομής (με υπερβολική διασπορά και λογική «μοιρασιάς»), ένταξης και ωρίμανσης των έργων, μέσα σε ένα περιβάλλον όξυνσης των προβλημάτων στη δημόσια διοίκηση, αντιεπενδυτικού κλίματος λόγω της κρίσης και έλλειψης ρευστότητας στην αγορά.
Δεν υπάρχουν όμως άλλα περιθώρια για χάσιμο, ούτε άλλες αβεβαιότητες στο πολιτικό κλίμα και στο μακροοικονομικό περιβάλλον. Τα μέτωπα είναι πολλά και δύσκολα. Αφορούν κατά προτεραιότητα την εθνική στρατηγική και το εθνικό αναπτυξιακό σχέδιο, για τη χρηματοδότηση του οποίου δεν αρκούν οι δημόσιοι πόροι, εθνικοί και κοινοτικοί. Χρειάζεται η προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων που διαφαίνεται ότι είναι εφικτή, μετά τις τελευταίες εξελίξεις και την κινητικότητα που αναπτύσσεται. Τα σχέδια για τα ευρωπαϊκά μεταφορικά, ενεργειακά και ψηφιακά δίκτυα και η στρατηγική θέση της Ελλάδας σε αυτά είναι κάποιες από τις εξελίξεις αυτές.