Οι συζητήσεις για το κοινωνικό κράτος στο μέλλον θα είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες και επίκαιρες με δεδομένη την αυξανόμενη γήρανση του πληθυσμού της γης καθώς και την απαίτηση των κοινωνιών για ποιοτικά καλύτερες και αναβαθμισμένες υπηρεσίες που βελτιώνουν το επίπεδο ζωής των πολιτών π.χ. στον τομέα της υγείας.
Από την άλλη η συντήρηση αυτού του κράτους - πρόνοιας και παροχής κοινωνικών υπηρεσιών είναι ήδη πανάκριβη αφού συνεπάγεται αύξηση των φορολογικών εισφορών με συνέπεια να επενεργεί ανασταλτικά στην παραγωγικότητα και στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
Η σύνδεση λοιπόν της όποιας εφαρμοσθείσης πολιτικής για ένα ισχυρό κράτος - πρόνοιας μάλλον πρέπει να γίνει στο πλαίσιο λειτουργίας της νεωτερικής Δημοκρατίας που νοηματοδοτεί την ανθρώπινη αξία και ζωή όχι μόνον με όρους οικονομικής - επιχειρηματικής ανταγωνιστικότητας αλλά και με όρους μιας Πολιτικής με ανθρώπινο πρόσωπο που στοχεύει πρωτίστως στην καταπολέμηση της δυστυχίας, της φτώχειας και της αδικίας στο κόσμο.
Η απλουστευμένη λογική του μειωμένου κοινωνικού κράτους για διευκόλυνση της αναπτυξιακής διαδικασίας είναι ασυμβίβαστη ,περισσότερο για χώρες που έχουν ιστορικές παρακαταθήκες στην κοινωνική προστασία και στη κοινωνική δικαιοσύνη όπως π.χ. η Ευρώπη.
Κανείς δεν έχει αντίρρηση βέβαια να πληρώνει σε παραγωγικές ηλικίες περισσότερα χρήματα όταν αναλογικά σε μεγαλύτερες ηλικίες εισπράττει καλύτερες υπηρεσίες και φροντίδα. Υπάρχει ωστόσο και ένα άλλο προνομιακό ταξικό κομμάτι του πληθυσμού ένα 10-15%, που δεν έχει ανάγκη την προστασία ενός τέτοιου κοινωνικού συστήματος, αυτό όμως το μικρό ποσοστό έχει ίσως δυνατότερη φωνή και μπορεί ως μοχλός πίεσης να ακούγεται περισσότερο και να συντελεί δυναμικά στη διαμόρφωση των εξελίξεων.
Κάτι άλλο που πρέπει με έμφαση να τονισθεί είναι ότι όταν αναφερόμαστε σε αυτή την κοινωνική προστασία συνήθως λανθασμένα εννοούμε τους ηλικιωμένους και υπερηλίκους συνταξιούχους, ενώ η προστασία αυτή πρέπει να αφορά γενικότερα τις νέες ηλικίες και κυρίως τους άνεργους νέους.
Οι παράγοντες που θέτουν σε κρίση και προβληματισμό την ενίσχυση του κοινωνικού κράτους - πρόνοιας χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες, τους αντικειμενικούς ρεαλιστικούς και τους πολιτικούς, ιδεολογικούς.
Στην πρώτη κατηγορία των αντικειμενικών, ρεαλιστικών παραγόντων ανήκουν:
- Η ολοένα και διευρυνόμενη ηλικιακή γήρανση του πληθυσμού σε συνδυασμού με την αύξηση του μέσου όρου ζωής σε άνδρες και γυναίκες που κάνει τα ασφαλιστικά ταμεία κυριολεκτικά να υποφέρουν. Οι Ευρωπαϊκές κοινωνίες του μέλλοντος θα είναι κοινωνίες γερόντων που η χρηματοδοτική τους στήριξη για την επιβίωσή τους θα γίνεται από τις εισφορές των παραγωγικών ηλικιών που όμως θα αποτελούν μειοψηφία. Ποιες είναι λοιπόν ότι προτεινόμενες εναλλακτικές μορφές χρηματοδότησης;
- Το κόστος της ανθρώπινης ζωής σε όλες τις φάσεις εξέλιξής της (κόστος σπουδών, μέριμνας και περίθαλψης, οικογενειακές υποχρεώσεις κ.ά) είναι δυσβάστακτο με αποτέλεσμα οι προτεινόμενες πολιτικές αύξησης των εισφορών για συντήρηση ενός οργανωμένου κοινωνικού κράτους να είναι εξαιρετικά μισητές και απωθητικές.
- Η αύξηση ζήτησης κοινωνικών υπηρεσιών από τα μεσοανώτερα και κατώτερα στρώματα της κοινωνίας ακολουθεί ανοδική τροχιά, εξαιτίας του γενικότερου κλίματος ανησυχίας και ανασφάλειας που ταλανίζει τα ευαίσθητα αυτά κοινωνικά στρώματα. Οι κοινωνικές υπηρεσίες τίθενται σε δοκιμασία τόσο από το επίσημο κράτος που συνήθως στερείται πόρων, όσο και από φορείς της αγοράς, που δεν είναι διατεθειμένοι, με δεδομένη τη μειωμένη κερδοφορία τους, να συνεισφέρουν στις κοινωνικές δαπάνες.
- Οι μεγάλες αλλαγές που συντελούνται στις παραδοσιακές δομές της Οικονομίας και η εισαγωγή νέων προηγμένων τεχνολογικών μεθόδων παραγωγής που οδηγούν σε μαζικές μετακινήσεις εργαζομένων αλλά και απολύσεις. Δέσμευση μεγάλων κεφαλαίων κίνησης και ανάληψη επενδυτικών πρωτοβουλιών και που μακροπρόθεσμα θα δημιουργήσουν νέες θέσεις απασχόλησης.
Όσον αφορά την κατηγορία των ιδεολογικοπολιτικών παραγόντων έχουμε να αναφέρουμε τα εξής:
- Η παγιωμένη μεταρρυθμιστική πολιτική των Ευρωπαϊκών Κυβερνήσεων τα τελευταία χρόνια για μείωση των ασφαλιστικών εισφορών αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε κατωτέρου επιπέδου προσφερόμενες κοινωνικές υπηρεσίες.
- Στην Ευρώπη που χρόνια τώρα υποφέρει από υψηλούς δείκτες ανεργίας, σοβαρά και διευρυμένα προβλήματα απασχόλησης και ανάπτυξης, οι άνεργοι συνταξιοδοτούνται από κοινωνικούς πόρους που οι ίδιοι βέβαια ως άνεργοι δε συμμετέχουν στην ενίσχυση αυτού του αποθεματικού, στη χρηματοδότηση αυτών των πόρων, με αποτέλεσμα τον κλυδωνισμό του συστήματος χρηματοδότησης. Το μεγάλο λοιπόν και κυρίαρχο πρόβλημα είναι αυτό της αδυναμίας εφαρμογής από τις Κυβερνήσεις ενεργητικών πολιτικών απασχόλησης και ως εκ τούτου να αντιμετωπίζεται με καχυποψία το «πολυδάπανο» κοινωνικό κράτος.
- Οι περιορισμοί επίσης που υφίστανται οι Εθνικές Κυβερνήσεις από την Ευρώπη στην άσκηση νομισματικής και συναλλαγματικής πολιτικής με συνέπεια να βρίσκονται εγκλωβισμένες στην υϊοθέτηση ευέλικτων οικονομικών πολιτικών ανάπτυξης.
Επειδή τελικά το θέμα σε μία Δημοκρατία πλουραλιστική, ευέλικτη,συμμετοχική, νεωτερική, εστιάζεται στην προώθηση ενός αξιόμαχου κοινωνικού κράτους με προσφορά αξιοπρεπών κοινωνικών υπηρεσιών στους πολίτες του, με την εξασφάλιση πόρων είτε από το Κράτος είτε από Ιδιωτικούς φορείς, η μοναδική διέξοδος από τις κυβερνήσεις πρέπει να αναζητηθεί στην υϊοθέτηση μιας ολοκληρωμένης πολιτικής πλήρους απασχόλησης καθόσον αυτή είναι άμεσα συνδεδεμένη τόσο με το κοινωνικό κράτος όσο και με την αναπτυξιακή προοπτική της Οικονομίας και της Κοινωνίας.