Από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης, τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο, με συνεχώς αυξανόμενη ένταση προβάλλει η ανησυχία για την απειλούμενη ρήξη της κοινωνικής συνοχής. Οι μεμονωμένοι πολίτες, από το ένα μέρος, αγανακτούν για την πτώση του βιοτικού τους επιπέδου και φοβούνται για το μέλλον, το οποίο εμφανίζεται χωρίς προοπτική. Από το άλλο μέρος, το πολιτικό σύστημα ανάλογα με τη θέση του σε σχέση με τη διαχείριση ή μη της εξουσίας, προσπαθεί να αποφύγει να βρεθεί σε μειονεκτική θέση από πιθανή αποσταθεροποίηση της κοινωνικής συνοχής και την εκδήλωση κοινωνικής έκρηξης, η οποία είναι δύσκολο να ελεγχθεί. Και πώς να γίνει αυτό σε μια χώρα, της οποίας το πολιτικό σύστημα δεν διαλέγεται ούτε έχει μακρόπνοο στρατηγικό σχεδιασμό και κυβερνητική πρόταση. Ο εμπειρισμός και η ιδεοληψία κυριαρχούν. Οι όποιες προσεγγίσεις γίνονται, δεν βασίζονται σε ανάλυση της σύγχρονης πραγματικότητας σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο και των προοπτικών της δυναμικής που αναπτύσσεται. Βεβαίως δεν πρέπει να αγνοείται και η αρνητική συμβολή της ευρωπαϊκής πολιτικής σε αυτήν την πορεία.
.
Η κυρίαρχη λογική υπέρβασης της κρίσης, βασίζεται στην προσπάθεια διαμόρφωσης μηχανισμών εξιδανίκευσης στον επικοινωνιακό τομέα. Συγκεκριμένα, μέσα από ιδεολογικού χαρακτήρα γενικεύσεις υπόσχονται όλοι έξοδο από την κρίση και συνέχιση της αυταπάτης του παρελθόντος, στο πλαίσιο ενός συστήματος το οποίο έχει αρχίσει να εγγίζει τα όριά του με τη μορφή που έχει αυτή την περίοδο. Αυτός ο τρόπος σκέψης και πολιτικής λειτουργίας, όμως, δεν βοηθά στην υπέρβαση της κρίσης και τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής. Εξάλλου, άλλοι παράγοντες άρχισαν ήδη να διαβρώνουν τους αρμούς της κοινωνικής συνοχής, όπως αυτή ερχόταν από το παρελθόν και μάλιστα στη μικροκλίμακα της τοπικής κοινωνίας. Η κοινωνική συνοχή εκφράζεται με την διαθεσιμότητα των μελών της να λειτουργούν με αλληλεγγύη μεταξύ τους σε δύο επίπεδα, αυτό της κοινωνικής στάσης και συμπεριφοράς και αυτό της κοινωνικής πρόνοιας και κοινωνικής πολιτικής.
.
.
Παράγοντες αποσταθεροποίησης
.
Σίγουρα η ανατροπή των οικονομικών δεδομένων των ατόμων μελών μιας κοινωνίας και οι επακόλουθες επιπτώσεις ως προς την κοινωνική τους θέση, όπως βιώνονται τώρα αυτές οι συνθήκες στο πλαίσιο της οικονομικής κρίσης χρέους της χώρας μας, συμβάλλουν στη διαμόρφωση κλίματος αποσταθεροποίησης της κοινωνικής συνοχής. Όμως οι παράγοντες αποσταθεροποίησης της κοινωνικής συνοχής, δεν περιορίζονται μόνο στις επιπτώσεις της κρίσης χρέους, όπως την προσεγγίζουν κυρίως στο χώρο της πολιτικής. Εκτείνονται πολύ ευρύτερα και εγγίζουν την δυναμική, η οποία αναπτύχθηκε στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης και των ορίων της ανθρώπινης νόησης σε ατομικό επίπεδο να επεξεργασθεί και να κατανοήσει μία πραγματικότητα, η οποία υπερβαίνει τη μικροκλίμακα της τοπικής κοινωνίας. Όταν οι αποφάσεις, οι οποίες δεσμεύουν την οικονομική δυναμική, δεν λαμβάνονται πλέον σε τοπικό επίπεδο ή και σε εθνικό, αλλά σε συστήματα εξουσίας πλανητικής εμβέλειας, οι απλοί πολίτες δεν είναι εύκολο να κατανοήσουν τις εξελίξεις οι οποίες οριοθετούν και τη δική τους καθημερινότητα. Αλλάζουν τα δεδομένα χωρίς οι ίδιοι να συμμετέχουν σε αυτή τη διαδικασία και δεν είναι το πρόβλημα απότοκος μόνο των ατομικών νοητικών ορίων, αλλά ταυτοχρόνως άπτεται και της πτώσης των εθνικών ορίων, με την τεράστια εξέλιξη της επιστήμης και της τεχνολογίας και μάλιστα της ψηφιακής.
.
Στο πλαίσιο αυτής της δυναμικής, αρχίζουν να χάνουν τη λειτουργικότητά τους οι κοινωνικές αξίες, οι οποίες λειτουργούσαν συνεκτικά το παρελθόν. Οι πλανητικής διάστασης νέες συνθήκες, καθιστούν ανενεργές τις αξίες του παρελθόντος. Πολύ περισσότερο μάλιστα, όσο μεγαλύτερη ταχύτητα αποκτά η ροή του χρόνου, με την έννοια της μεγάλης πυκνότητας σε δεδομένα και πληροφορίες ή γνώσεις και της αναίρεσης ισχύος τους σε πολύ πιο σύντομο χρονικό διάστημα από ό,τι συνέβαινε στο παρελθόν. Η όλο και μεγαλύτερη εξάρτηση της εξέλιξης από την τεχνολογία, ριζοσπαστικοποιεί τις κοινωνικές σχέσεις, στις οποίες προσδίδει μεγαλύτερη ρευστότητα από αυτήν των πρότερων χρόνων. Δεν υπάρχουν πλέον οι σταθερές οι οποίες κάλυπταν την καθημερινότητα όχι μόνο στις τοπικές, αλλά και σε εθνικού διαμετρήματος κοινωνίες.
.
Σε αντιστοίχηση με αυτά τα νέα δεδομένα, κινείται και η διαδικασία της παγκοσμιοποίησης στον οικονομικό τομέα, η οποία προκαλεί το φαινόμενο της κινητικότητας στο χώρο της εργασίας. Στις ανεπτυγμένες μάλιστα κοινωνίες, η κινητικότητα είναι πολύ πιο έντονη από τις περιφερειακές κοινωνίες. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι αναπτυσσόμενες κοινωνίες μένουν αλώβητες. Τα χαρακτηριστικά, ποιοτικά και ποσοτικά, διαφοροποιούνται. Στις ανεπτυγμένες, το φαινόμενο αυτό αφορά περισσότερο σε εργαζόμενους με υψηλή ειδίκευση κυρίως, ενώ στις αναπτυσσόμενες σε χαμηλής ειδίκευσης ή ανειδίκευτους εργαζόμενους. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η κινητικότητα αμβλύνει την συνοχή των κοινωνιών, ενώ όταν παίρνει διαστάσεις μαζικής μετακίνησης πληθυσμών, όπως συμβαίνει από τις χώρες του Νότου προς τις ανεπτυγμένες χώρες του Βορρά, η κατάσταση φορτίζεται επικίνδυνα με την ανάπτυξη από το ένα μέρος ρατσιστικής συμπεριφοράς και από το άλλο αποκλίνουσας. Παραλλήλως, διαμορφώνονται οι προϋποθέσεις για υπερβολική επιβάρυνση των δυνατοτήτων των τοπικών κοινωνιών να αποκτήσουν χαρακτηριστικά ανοικτών πολυπολιτισμικών κοινωνιών. Δεν γίνονται οι απαραίτητες διαδικασίες για την διαπολιτισμική ανταλλαγή. Προοπτικά, αυτές οι συνθήκες διαμορφώνουν τις προϋποθέσεις για φθίνουσα πορεία στις γηράσκουσες κοινωνίες του ανεπτυγμένου Βορρά. Και η Ελλάδα κινείται σε αυτό το πλαίσιο των γηρασκουσών κοινωνιών. Σύμφωνα με μελέτη της Υπηρεσίας για τον παγκόσμιο πληθυσμό του ΟΗΕ (UNFPA), η οποία δημοσιεύθηκε το 2012, το 2050 οι κάτοικοι της γης ηλικίας 60 ετών και άνω, θα είναι περισσότεροι από νέους 15 ετών και κάτω. Στις αναπτυσσόμενες χώρες δε, η συντριπτική πλειοψηφία θα είναι νέοι.
.
Συμπληρωματικά σε αυτά τα δεδομένα, οι περιφερειακές χώρες, όπως η Ελλάδα, στις οποίες έχει προχωρήσει σε κρίσιμο σημείο η πολιτισμική διάβρωση από την λογική της κοινωνίας του θεάματος, η κοινωνική συνοχή είναι ασταθής και ευάλωτη σε ό,τι αφορά επιμέρους κοινωνικές ομάδες, όπως είναι οι νέοι. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι υπόλοιπες κοινωνικές ομάδες μένουν ανεπηρέαστες. Στο πλαίσιο της παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας του θεάματος, τα πρότυπα έχουν εικονικό περιτύλιγμα και αποσκοπούν στην ανάδειξη ενός μοντελοποιημένου ατόμου και των κατασκευασμένων καταναλωτικών αναγκών του ως ρυθμιστικού παράγοντα στις ανθρώπινες σχέσεις, στις οποίες τον κυρίαρχο ρόλο δεν παίζει ο συλλογικός, κοινωνικός παράγων με το όποιο αξιακό σύστημα θα μπορούσε να παράγει.
.
Η δυναμική η οποία μπορεί να αναπτυχθεί, δεν εγγίζει την ουσία της ανθρώπινης ζωής στην καθημερινότητά της, αλλά την εικονική της προβολή σύμφωνα με τις ανάγκες αναπαραγωγής ενός συνόλου συστημικών συμφερόντων. Αυτά μπορούν να κινούνται από το χώρο του ελεύθερου χρόνου, μέχρι τη διατροφή και την ένδυση. Σημαντικό είναι πώς παρουσιάζεται οπτικά, εικονικά και όχι πώς οριοθετείται η προσωπικότητα και η δραστηριοποίησή της σε συλλογικά μορφώματα, τα οποία έχουν κοινωνικοπολιτικές διαστάσεις. Αυτό βεβαίως οδηγεί στην ανάπτυξη ενός ιδιότυπου πραγματισμού, ο οποίος συμβαδίζει με τη λογική ενός μοντέλου κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης, το οποίο στηρίζει τη λειτουργία και αναπαραγωγή του στον ατομικισμό, στον άκρατο ανταγωνισμό και στην υπερκατανάλωση. Είναι η σύγχρονη νεοφιλελεύθερη λογική. Σε αυτό το πλαίσιο, η κοινωνική συνοχή αποτελεί πεδίο διαγκωνισμού των ατόμων για τον παραμερισμό των ‘ανταγωνιστών’. Αυτή η διαδικασία νομιμοποιεί και την ύπαρξη κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης. Αυτό σημαίνει, ότι η κοινωνική συνοχή μετατρέπεται σε εργαλείο πραγμάτωσης συστημικών λειτουργιών και συμφερόντων, διότι υπηρετεί τις δικές τους ανάγκες.
.
Είναι εμφανές ότι η κοινωνική συνοχή ενισχύεται στο μέτρο που ανταποκρίνεται σε συστημικές σκοπιμότητες και ισορροπίες. Η πολυπλοκότητα όμως, η οποία χαρακτηρίζει τη σύγχρονη πραγματικότητα και η άμεσα με αυτή σχετιζόμενη αδυναμία των κοινωνικών συστημάτων να ισορροπήσουν σε εθνικό ή και υπερεθνικό επίπεδο (Ευρωπαϊκή Ένωση), δημιουργούν ρήγματα στην συνοχή των τοπικών κοινωνιών και όχι μόνο.
.
Πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η αδυναμία του πολιτικού συστήματος στην Ελλάδα και στην Ευρωπαϊκή Ένωση να βρουν λειτουργικές ισορροπίες τόσο με τις αγορές, όσο και με τα επιμέρους κοινωνικά συστήματα σε εθνικό επίπεδο, ώστε να αντιμετωπισθεί η οικονομική κρίση. Η πολυπλοκότητα ενός συστήματος, όπως είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση, στην πορεία ολοκλήρωσης αυτού του εγχειρήματος, σε συνδυασμό με την παγκόσμια οικονομική κρίση απονευρώνει την διαδικασία εύρεσης διαδικασιών εξισορρόπησης της ευρωπαϊκής προοπτικής και των βραχυπρόθεσμων εθνικών μυωπικών συμφερόντων. Αποτέλεσμα αυτών των δεδομένων είναι η ανάπτυξη του ευρωσκεπτικισμού, ο οποίος απειλεί την ευρωπαϊκή συνοχή και η διαμόρφωση κλίματος ρήξης της κοινωνικής συνοχής σε εθνικό επίπεδο, σε κοινωνίες με οικονομικά και διαρθρωτικά προβλήματα.
.
Τους παράγοντες αποσταθεροποίησης συμπληρώνουν οι νέες συνθήκες που οριοθετούνται από τα παγκόσμιας εμβέλειας προβλήματα, όπως η κλιματική αλλαγή, η σταδιακή εξάντληση των φυσικών πόρων, η ανοδική πορεία του φαινομένου της γήρανσης των κοινωνιών σε σχέση με το σύστημα ασφάλισης, το πρόβλημα της φτώχειας και της πείνας σε πολλές περιοχές του πλανήτη, σε σχέση με τη μαζική μετακίνηση πληθυσμών από τις χώρες του Νότου προς αυτές του Βορρά.
.
Η ιδιαιτερότητα αυτών των προβλημάτων έγκειται στο γεγονός ότι οι επιπτώσεις τους αφορούν στο σύνολο των κοινωνιών, ενώ η αντιμετώπισή τους με ριζικό τρόπο πρέπει να γίνει είτε στην περιοχή γένεσης του προβλήματος (φτώχεια, πείνα), είτε με τη συνεργασία των κοινωνιών και του πολιτικού συστήματος σε πλανητικό επίπεδο. Στο μέτρο που δεν αντιμετωπίζονται αυτά τα προβλήματα, θα εντείνονται όλο και περισσότερο τα φαινόμενα αποσταθεροποίησης της κοινωνικής συνοχής, διότι οι επιπτώσεις τους αφορούν την παγκόσμια κοινωνία.
.
Τέλος, έχουμε και το φαινόμενο της διαγενεακής απομάκρυνσης λόγω των διαφορετικών ταχυτήτων των γενεών σε σχέση με τη βίωση του χρόνου, δηλαδή τη μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε βιώματα των νέων έναντι των ηλικιωμένων σε ό,τι αφορά το κοινωνικό γίγνεσθαι, τόσο σε τοπικό, όσο και σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο. Σε αυτό συμβάλλει και η αξιοποίηση της ψηφιακής τεχνολογίας από τους νέους σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό σε σύγκριση με τους μεγαλύτερης ηλικίας.
.
.
Πολιτικές και κοινωνικές προεκτάσεις
.
Η μέχρι τώρα δυναμική της εξέλιξης, ουσιαστικά έχει θέσει με επιτακτικό τρόπο το ερώτημα, ή ακόμη καλύτερα την αναγκαιότητα επαναπροσδιορισμού των νέων ισορροπιών μεταξύ των κοινωνικών συστημάτων, από το πολιτικό και το οικονομικό μέχρι το πολιτισμικό και αυτό της επιστήμης και της τεχνολογίας. Ουσιαστικά τίθεται θέμα αναζήτησης ενός μοντέλου κοινωνικής οργάνωσης, το οποίο θα ενσωματώνει λειτουργικά τα νέα δεδομένα, τα οποία δημιουργούνται από τη δυναμική της παγκοσμιοποίησης, την ραγδαία εξέλιξη της επιστήμης και της τεχνολογίας και την αξιοποίησή τους στην καθημερινότητα της ζωής, καθώς και την πλανητική διάσταση των σύγχρονων προβλημάτων. Πάνω από όλα όμως τίθεται το ερώτημα, εάν ο άνθρωπος αποτελεί εργαλείο στην υπηρεσία συστημικών αναγκών, ή το σύστημα κοινωνικής οργάνωσης λειτουργεί για την κάλυψη των πραγματικών ανθρώπινων αναγκών.
.
Την ευθύνη γι’ αυτά τα ερωτήματα έχουν τόσο το πολιτικό σύστημα, όσο και οι συλλογικές μορφές έκφρασης της κοινωνίας. Αυτό δεν σημαίνει ότι μένουν στο απυρόβλητο τα υπόλοιπα κοινωνικά συστήματα, όπως το οικονομικό και άλλα. Απλώς, το πολιτικό έχει θεωρητικά τουλάχιστον και θεσμικά τη νομιμοποίηση και ευθύνη αποκατάστασης λειτουργικών ισορροπιών ανάμεσα στα επιμέρους κοινωνικά συστήματα.
.
Η κοινωνία, από το άλλο μέρος, με τις δομές που διαθέτει, πρέπει να ενεργοποιηθεί άμεσα. Σε αυτήν την προσπάθεια είναι αδήριτη ανάγκη η δημιουργία μηχανισμών στις συλλογικές μορφές έκφρασης, οι οποίοι θα συμβάλλουν στη συνειδητοποίηση της νέας πραγματικότητας, την οποία συνθέτουν όλες οι παράμετροι, οι οποίες λειτουργούν αποσταθεροποιητικά σε σχέση με την κοινωνική συνοχή. Και αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί, εάν ο ορίζοντας της αναζήτησης των λύσεων και διεξόδων εξαντλείται στα εθνικά όρια, ή αυτά της τοπικής κοινωνίας.
.
Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να μορφοποιηθούν, εκτός από εθνικής εμβέλειας συλλογικά μορφώματα και υπερεθνικού και οπωσδήποτε ευρωπαϊκού βεληνεκούς δίκτυα, στα οποία θα συμμετέχουν και θα συνεργάζονται δομές της κοινωνίας πολιτών με θεματική αναφορά. Έτσι θα διευκολύνεται και η εκλαΐκευση της γνώσης, ώστε να σμιλεύονται στην κοινωνική βάση πολίτες και όχι καταναλωτές πολιτικής.
.
Η διανόηση μπορεί και πρέπει να συμβάλλει καθοριστικά σε αυτήν την προσπάθεια. Η απραξία και η αποχή πλέον δεν είναι νοητή. Ο κόσμος στον οποίο ζούμε, έχει γίνει πολύ σύνθετος και μη εύκολα κατανοητός, γι’ αυτό και επικίνδυνος, όταν καλείται ο πολίτης να κρίνει και να επιλέξει χωρίς να έχει συνειδητοποιήσει τις επιπτώσεις της επιλογής του.
.
.
Το εγχείρημα δεν είναι εύκολο και σίγουρα κοπιώδες σε μια καθημερινότητα, η οποία δεν αφήνει πολλά περιθώρια για ενεργοποίηση στο πλαίσιο του ελεύθερου χρόνου. Είναι όμως ζωτικής σημασίας για την όσο γίνεται ανώδυνη πορεία της ανθρωπότητας στην μεταβατική περίοδο, που διανύουμε.
.
Μεγάλη βοήθεια σε αυτή την προσπάθεια μπορούν να προσφέρουν κυρίως ηλεκτρονικά δίκτυα ενημέρωσης, τα οποία δεν υπηρετούν οικονομικά συμφέροντα. Και τούτο, διότι με την δυνατότητα τους να διευρύνουν τα όρια περιεκτικότητας του χρόνου σε περιεχόμενο και γνώσεις, είναι σε θέση να συμβάλλουν στην δημιουργία ενημερωμένων πολιτών. Ιδιαιτέρως δε στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μπορούν να καλλιεργήσουν την διαμόρφωση ευρωπαϊκής κοινής γνώμης. Είναι καιρός να απαλλαγούν οι ευρωπαϊκές κοινωνίες από την λογική της εθνικής οπτικής στη θεώρηση της πραγματικότητας και να κατανοήσουν ότι είναι ζωτικής σημασίας για το μέλλον των ευρωπαϊκών κοινωνιών η σφυρηλάτηση της ευρωπαϊκής συνοχής. Καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν έχει προοπτική μόνη της. Είναι ανάγκη δε να σχεδιάσει την πορεία της προς το μέλλον η Ευρωπαϊκή Ένωση από τώρα, λαμβάνοντας υπόψη τους σύγχρονους πολυδιάστατους παράγοντες αποσταθεροποίησης της κοινωνικής συνοχής.