Τόσο στο κοινωνικό όσο και στο πολιτικό πεδίο η διαχείριση της κλιματικής αλλαγής είναι πολύ αργή, με αποτέλεσμα να αυξάνεται ο βαθμός διακινδύνευσης για την ανθρώπινη οντότητα και την βιοποικιλότητα.
Η ταχύτητα της εξέλιξης της κλιματικής κρίσης με τις οδυνηρές επιπτώσεις σε πλανητικό επίπεδο (ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως είναι οι πλημμύρες, οι ξηρασίες κ.λ.π.) δεν θα ανακοπεί, εάν δεν αλλάξουν στάση το πολιτικό σύστημα και οι κοινωνίες.
Έστω και καθυστερημένα πρέπει να ενεργοποιηθούν άμεσα οι κοινωνίες, εάν δεν επιθυμούν να απειληθεί η βιωσιμότητα τους. Ιδιαιτέρως το πολιτικό σύστημα έχει μεγάλη ευθύνη για την αλλαγή πλεύσης των κοινωνιών με στόχο την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής με αποφασιστικότητα.
Έχει πολύ ενδιαφέρον η τηλεδιάσκεψη του Intergovernmental Panel on Climate Change (Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή, IPCC) του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών τον Ιούλιο του 2021, στην οποία συμμετείχαν εκπρόσωποι από 200 χώρες.
Η εκπρόσωπος του ΟΗΕ για το κλίμα Patricia Espinosa τόνισε, ότι «μόνο οι τελευταίες έξι (6) εβδομάδες έφεραν μια σειρά τραγικών γεγονότων, όπως είναι καύσωνες, πλημμύρες, πυρκαγιές, ξηρασίες και άλλα, τα οποία απαιτούν άμεση αντιμετώπιση». Αυτό πρέπει να κατανοηθεί χωρίς καθυστέρηση από το πολιτικό σύστημα.
Η έκθεση για το κλίμα του IPCC τονίζει ιδιαιτέρως την εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα και την συμβολή τους στην άνοδο της θερμοκρασίας. Επίσης οι επιστήμονες προειδοποιούν, ότι θα προκληθούν πολύ σοβαρές φυσικές καταστροφές (όπως στην Γερμανία, στο Βέλγιο, στην Κίνα τον Ιούλιο 2021), εάν δεν αναχαιτισθεί η πορεία της κλιματικής αλλαγής. Οι συνέπειες θα είναι η κατάρρευση ολόκληρων οικοσυστημάτων, η έλλειψη νερού και τροφίμων καθώς και οι ασθένειες.
Μπορεί οι διάφοροι οργανισμοί, όπως τα Ηνωμένα Έθνη, με τους επιστημονικούς μηχανισμούς, που διαθέτουν, να «κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου», η ανταπόκριση όμως του πολιτικού συστήματος σε παγκόσμιο επίπεδο δεν δρομολογεί αισιοδοξία.
Πολύ αντιπροσωπευτικό παράδειγμα είναι η διαχείριση της κλιματικής αλλαγής από τις χώρες, που συνθέτουν το μόρφωμα των G20 (Ευρωπαϊκή Ένωση, Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, Ηνωμένο Βασίλειο, Ρωσία, Κίνα, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ιαπωνία, Καναδάς, Αυστραλία, Ινδία, Βραζιλία, Αργεντινή, Ινδονησία, Τουρκία, Νότια Αφρική, Σαουδική Αραβία, Μεξικό και Νότια Κορέα).
Σε διάσκεψη, που έγινε στη Νάπολη (Ιταλία) τον Ιούλιο του 2021, οι αρμόδιοι υπουργοί για το περιβάλλον, το κλίμα και την ενέργεια των κρατών-μελών των G20 δεν μπόρεσαν να συμφωνήσουν για την επίτευξη του στόχου της συγκράτησης της θερμοκρασιακής ανόδου κάτω από 1,5 βαθμούς Κελσίου μέχρι το 2030.
Αναγνώρισαν λεκτικά μόνο την σημασία της Συμφωνίας για το Κλίμα (Παρίσι, 2015), που υπέγραψε η παγκόσμια κοινότητα. Πρέπει δε να επισημανθεί, ότι τα κράτη, που συνθέτουν την ομάδα των G20, είναι υπεύθυνα για το 80% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου σε παγκόσμιο επίπεδο.
Επίσης είναι σκόπιμο να τονισθεί, ότι ήδη καταγράφεται άνοδος της θερμοκρασίας στον πλανήτη κατά 1,2 βαθμούς Κελσίου σε σύγκριση με την προβιομηχανική εποχή.
Η παρουσία της κλιματικής αλλαγής είναι πλέον ορατή στην καθημερινότητα των ανθρώπων. Τα ακραία καιρικά φαινόμενα πληθαίνουν και αρχίζουν να επιδρούν στην διαμόρφωση των συνθηκών ζωής των κοινωνιών. Αρκεί να αναφερθούν οι επιπτώσεις της ανόδου της θερμοκρασίας σε συνδυασμό με τους ισχυρούς ανέμους και τις ξηρασίες, που διευκολύνουν την εκδήλωση πυρκαγιών, για την απεικόνιση της νέας πραγματικότητας.
Ακόμη όμως δεν αναπτύσσεται προβληματισμός στο επίπεδο της κοινωνίας πολιτών σχετικά με τις αναγκαίες αλλαγές στον τρόπο ζωής και κοινωνικής οργάνωσης, οι οποίες θα επηρεάσουν την καθημερινότητα και πιθανόν να προκαλέσουν δυσφορία και αντιδράσεις, διότι οι κοινωνίες δεν είναι προετοιμασμένες.
Σύμφωνα με άρθρο της επιστημονικής ομάδας του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών (ΕΑΑ) στο meteo.gr (13.7.2021) μέχρι τις 12 Ιουλίου 2021 (πρώτο τμήμα της αντιπυρικής περιόδου) κάηκαν 109.830 στρέμματα (αύξηση 300% σε σχέση με τον μέσο όρο της περιόδου 2000 έως 2008). Αυτές οι συνθήκες συνδέονται με την κλιματική αλλαγή σύμφωνα με το ΕΑΑ και προτείνεται στο άμεσο μέλλον να δοθεί έμφαση στην πρόληψη και όχι στην διαχείριση των πυρκαγιών με λογική καταστολής.
Βέβαια εκτός από τις αρνητικές διαπιστώσεις σε σχέση με την πολιτική και κοινωνική διαχείριση της κλιματικής αλλαγής υπάρχουν και δείγματα, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αισιόδοξες σκέψεις ως προς την προοπτική του μέλλοντος, εάν το πολιτικό σύστημα και οι πολίτες αναλάβουν τις ευθύνες, που τους αναλογούν και ταυτοχρόνως συνειδητοποιήσουν, ότι πρέπει να επιταχύνουν την πραγματοποίηση των αναγκαίων αλλαγών με στόχο την διασφάλιση της βιωσιμότητας τόσο της ανθρώπινης οντότητας όσο και της βιοποικιλότητας.
Για παράδειγμα το χρηματοδοτούμενο από την Ευρωπαϊκή Ένωση πρόγραμμα «Climate Intelligence» με 6 εκατομμύρια ευρώ, στο οποίο συμμετέχουν 13 ερευνητικά κέντρα από όλη την Ευρώπη και το Justus Liebig Universität στο Giessen (Γερμανία), στοχεύει στην αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης για την καλύτερη ανάλυση των ακραίων καιρικών φαινομένων και την έγκαιρη προειδοποίηση καθώς και τον άμεσο προσδιορισμό των παρενεργειών στις καλλιέργειες και στα είδη διατροφής.
Το θέμα, βέβαια, είναι να γίνει και το επόμενο βήμα, δηλαδή η μετάβαση από την λογική της αντιμετώπισης των παρενεργειών των ακραίων καιρικών φαινομένων στην ριζική εξάλειψη των γενεσιουργών τους αιτίων.
Επίσης στις κοινωνίες αρχίζει να συνειδητοποιείται το μέγεθος του προβλήματος της κλιματικής αλλαγής. Από τις 15 Μαρτίου έως τις 14 Απριλίου 2021 το Ευρωβαρόμετρο έκανε έρευνα σε δείγμα 26.669 πολιτών από διαφορετικές κοινωνικές και δημογραφικές ομάδες στα 27 κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σύμφωνα με αυτή την έρευνα, η οποία δόθηκε στην δημοσιότητα στις 5.7.2021, το 84% των Ελλήνων πολιτών αξιολογεί την κλιματική αλλαγή ως ένα «πολύ σοβαρό πρόβλημα, που αντιμετωπίζει ο πλανήτης» (στην Ευρωπαϊκή Ένωση το ποσοστό είναι 78% κατά μέσο όρο).
Βέβαια στο πλαίσιο της γενικότερης αξιολόγησης των προβλημάτων η κλιματική αλλαγή κατατάσσεται στην τέταρτη θέση από τους Έλληνες πολίτες ως το σοβαρότερο πρόβλημα, που αντιμετωπίζει ο πλανήτης (10%), μετά την οικονομική κατάσταση (28%), την φτώχεια, την πείνα και την λειψυδρία (18%) και τις μεταδοτικές ασθένειες (14%).
Εκείνο, που ακόμη δεν γίνεται στο κοινωνικό πεδίο είναι η ανάπτυξη ισχυρών δομών της κοινωνίας πολιτών, οι οποίες στο πλαίσιο του δημόσιου διάλογου θα δρομολογήσουν και θα εκφράσουν την κοινωνική δυναμική σε σχέση με την προστασία του κλίματος και θα ωθήσουν το πολιτικό σύστημα στην ανάληψη των ευθυνών του. Σε αυτή την προσπάθεια η συνδρομή της επιστημονικής γνώσης αποτελεί βασική συνιστώσα της διαμόρφωσης πολιτικών με βιώσιμη προοπτική.
Οι συνθήκες όμως, που κυριαρχούν στα διάφορα κοινωνικά συστήματα και το αξιακό τους υπόστρωμα πρέπει να αλλάξουν σε λειτουργικό χρόνο, διότι η κλιματική αλλαγή εξελίσσεται με μεγάλη ταχύτητα και δεν θα είναι αναστρέψιμη, εάν συνεχισθεί η οπτική της αποφυγής πραγματοποίησης των ριζικών αλλαγών στο μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης και στον τρόπο ζωής, που εμπεριέχουν και τα γενεσιουργά αίτια των κλιματικών ανισορροπιών.