Κοινωνική αποσταθεροποίηση στην Ευρώπη

Χρίστος Αλεξόπουλος 14 Απρ 2013

Δεν είναι καθόλου υπερβολή η διαπίστωση, ότι οι ευρωπαϊκές χώρες απειλούνται από κοινωνική αποσταθεροποίηση. Στον ευρωπαϊκό Νότο το φαινόμενο αυτό είναι πλέον ορατό δια γυμνού οφθαλμού. Όμως άρχισαν ήδη να διαπιστώνονται και στον ευρωπαϊκό Βορρά ενδείξεις αποσταθεροποίησης, οι οποίες μάλιστα τεκμηριώνονται και εμπειρικά. Το πιο ενδεικτικό παράδειγμα είναι η κατάσταση στην πιο ισχυρή οικονομικά χώρα, την Γερμανία.

Τα χαρακτηριστικά αυτού του φαινομένου είναι η αίσθηση στις κοινωνίες, ότι δεν υπάρχει δικαιοσύνη, η έλλειψη εμπιστοσύνης στους θεσμούς και ιδιαιτέρως στο πολιτικό σύστημα και το πολιτικό προσωπικό, η αποδυνάμωση της προοπτικής για κοινωνική κινητικότητα με στόχευση την κοινωνική άνοδο και οικονομική βελτίωση. Αν αυτά ισχύουν ως ενδείξεις στο σύνολο της Ευρωζώνης, στις χώρες που ήδη ευρίσκονται στην δίνη της οικονομικής κρίσης, τα προβλήματα αποκτούν πολύ πιο οξυμένη μορφή και απειλούν με εκδήλωση κοινωνικών αναταράξεων και ανατροπών. Η ραγδαία επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης σε γενικευμένο βαθμό και η εξαθλίωση της μεσαίας κοινωνικής τάξης σε συνδυασμό με τις ολέθριες επιπτώσεις στη νέα γενιά ως προς το μέλλον της αποτελούν ορισμένες από τις παραμέτρους, οι οποίες συνθέτουν την πιο επικίνδυνη μορφή της κοινωνικής αποσταθεροποίησης.

Στην κορυφή όμως της πυραμίδας των αρνητικών για την κοινωνική συνοχή και λειτουργικότητα παραγόντων είναι η αδυναμία των πολιτικών ευρωπαϊκών οργάνων να αντιμετωπίσουν την κρίση και να διαχειρισθούν την δυναμική της εξέλιξης. Οι ευρωπαϊκές κοινωνίες αισθάνονται αδύναμες και εκτεθειμένες στις αγορές και ευρωπαϊκούς θεσμούς, όπως είναι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, οι οποίοι δεν λειτουργούν με κοινωνικά κριτήρια, αλλά προσπαθούν να διασφαλίσουν την αναπαραγωγή ενός μοντέλου οικονομικής οργάνωσης, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τις επιπτώσεις της κρίσης στους πολίτες και τις ανάγκες τους. Και δεν εννοούνται εδώ οι καταναλωτικές ανάγκες για την αναπαραγωγή του συστήματος, αλλά οι ανάγκες για την επιβίωση με αξιοπρέπεια.

Στην Ευρώπη και ιδιαιτέρως στην Ευρωζώνη και τις χώρες, οι οποίες δοκιμάζονται από την οικονομική κρίση, οι πολίτες νιώθουν αδύναμοι. Θεωρούν, ότι οι δημοκρατικοί θεσμοί δεν μπορούν πλέον να ανταποκριθούν στα δεδομένα, τα οποία διαμόρφωσαν η παγκοσμιοποίηση και οι αγορές. Δεν είναι καθόλου τυχαία φαινόμενα ο αυξανόμενος ευρωσκεπτικισμός και η ενίσχυση επικίνδυνων ακραίων πολιτικών σχημάτων, τα οποία αρκετά δεινά προξένησαν στο παρελθόν. Το ίδιο ισχύει και για τον λαϊκισμό, ο οποίος πλέον χρησιμοποιείται σε μεγάλο βαθμό στην πολιτική αντιπαράθεση. Ο εκχυδαϊσμός του πολιτικού λόγου και διαλόγου (αν είναι ανιχνεύσιμος) αρχίζει από χαρακτηρισμούς όπως «καρπαζοεισπάκτορες» και αναλώνεται σε αναφορές για ύπαρξη προδοτών ή υποτελών σε ξένα συμφέροντα. Ούτε ίχνος αυτοκριτικής και προβληματισμού για την βιωσιμότητα των ιδεολογημάτων και αυταπατών, τα οποία καλλιεργούνται από τον εκφερόμενο πολιτικό λόγο ή καλύτερα από την ακτιβιστική λογική, η οποία μάλιστα απευθύνεται στο θυμικό των πολιτών. Σε αυτή δε την πρακτική χειραγώγησης ενεργοποιούνται σε υπέρμετρο βαθμό μηχανισμοί εξιδανίκευσης στους πολίτες σε σχέση με την υπέρβαση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν. Στο πλαίσιο μάλιστα της διεκδίκησης της επίλυσης των προβλημάτων καταλύεται κάθε έννοια ύπαρξης κοινωνικών αξιών και κανόνων και ο αγώνας αποκτά βίαια χαρακτηριστικά. Παύει να ισχύει η αρχή της επιβολής απόψεων και λύσεων, οι οποίες διαθέτουν πλειοψηφική κοινωνική αποδοχή. Οπότε η μετάβαση στην επόμενη φάση της ιστορικής διαδρομής της κοινωνίας οριοθετείται από ιδεολογήματα με μπόλικο εθνικιστικό φορτίο και συναισθηματικού τύπου ιδεοληψίες. Η λογική πάει στο περιθώριο και αναπτύσσεται η δυναμική της μαζικής κοινωνίας. Τέτοιες κοινωνίες είναι ευάλωτες στον λαϊκισμό και την χειραγώγηση.

Η πραγματικότητα, η οποία έχει διαμορφωθεί τώρα στην Ευρώπη και ιδιαιτέρως στις χώρες με οικονομική κρίση, αποτελεί εύκολο πεδίο για την ανάπτυξη τέτοιων αυτοκαταστροφικών κοινωνικών δυναμικών, οι οποίες οδηγούν στην αποσταθεροποίηση. Αρκεί να λάβει κάποιος υπόψη τις διαπιστώσεις του Ινστιτούτου Δημοσκοπήσεων Allensbach στη Γερμανία σε πρόσφατη έρευνα για την αίσθηση των Γερμανών ως προς την ύπαρξη δίκαιας κατανομής του πλούτου. Μόνο 15 % των ερωτηθέντων απάντησαν, ότι η κατανομή εισοδημάτων και περιουσίας είναι δίκαιη. Το 69 % είχε αντίθετη άποψη. Από τη δεκαετία του 80 παρατηρείται στη Γερμανία ένα συνεχές άνοιγμα της ψαλίδας ως προς τα εισοδήματα των γερμανικών νοικοκυριών.

Στον ευρωπαϊκό Νότο η ψαλίδα έχει ακόμα μεγαλύτερο άνοιγμα. Μόνο στις σκανδιναβικές χώρες, στην Ολλανδία και στην Αυστρία η απόσταση είναι μικρότερη σε σχέση με τα εισοδήματα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν ορισμένα στοιχεία της ομοσπονδιακής στατιστικής υπηρεσίας της Γερμανίας για τα περιουσιακά στοιχεία των γερμανικών νοικοκυριών. Το 10 % από αυτά κατέχει το 45 % του συνόλου των καταχωρημένων περιουσιακών στοιχείων, κατά το έτος 1998. Το 2008 το ποσοστό ανέβηκε στο 53 %, ενώ το 2011 έφτασε το 58 %. Διαπιστώνουμε ένα συνεχές άνοιγμα.

Ο μέσος όρος κατοχής περιουσίας στην Ισπανία είναι υψηλότερος. Το ίδιο συμβαίνει και στην Ελλάδα.

Η Γερμανία είναι η χώρα των ενοικιαστών, ενώ στον ευρωπαϊκό Νότο η πλειοψηφία διαθέτει σπίτι ή διαμέρισμα. Μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης οι πλούσιοι στη Γερμανία αυξάνουν με διάφορους τρόπους (αύξηση της αξίας των ακινήτων, μετοχές κλπ.) την κατοχή πλούτου, ενώ οι απλοί γερμανοί καταθέτες αρκούνται μόνο σε χαμηλούς τόκους.

Η κοινωνική δε κινητικότητα στη Γερμανία συνεχώς μειώνεται. Αρχίζουν να μην υπάρχουν οι προϋποθέσεις οικονομικής και κοινωνικής ανόδου. Διαπιστώνεται επίσης, ότι η οικογενειακή οικονομική κατάσταση προσδιορίζει σε μεγάλο βαθμό τις προοπτικές της ανόδου.

Σε ό,τι αφορά τον ευρωπαϊκό Νότο και το φαινόμενο της φτωχοποίησης, το οποίο διογκώνεται με πολύ ταχείς ρυθμούς, δεν έχει νόημα να μιλάμε για κοινωνική κινητικότητα και οικονομική και κοινωνική άνοδο. Με την συνεχή οικονομική ύφεση και την εκρηκτική άνοδο της ανεργίας δεν αρκεί να τίθεται θέμα κοινωνικής δικαιοσύνης ή δίκαιας κατανομής του πλούτου. Το πρόβλημα πλέον οξύνεται επικίνδυνα. Απειλείται η κοινωνική συνοχή με πλήρη αποσταθεροποίηση, η οποία θα συμπαρασύρει στην καταστροφή το σύνολο των κοινωνικών συστημάτων και το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Ιδιαιτέρως το τελευταίο είναι και το πιο εύκολο, διότι οι πολίτες των κρατών-μελών δεν έχουν μέχρι τώρα διαμορφώσει ευρωπαϊκή συνείδηση. Και πώς να γίνει αυτό, όταν οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ φρόντιζαν να διαχειρίζονται την ευρωπαϊκή ιδέα και προοπτική ως ιδιοκτησία τους από το ένα μέρος και από το άλλο να τροφοδοτούν τις επιμέρους κοινωνίες με εθνικά στερεότυπα, ξεπερασμένα στην πράξη από την παγκοσμιοποίηση της οικονομίας και τον διεθνή καταμερισμό εργασίας. Και ενώ πλέον τα προβλήματα έχουν πλανητικές διαστάσεις, στην γηραιά ευρωπαϊκή ήπειρο οι κοινωνίες οραματίζονται την αυταπάτη της εθνικής εξόδου από την οικονομική κρίση. Με πείσμα και επιμονή το ευρωπαϊκό πολιτικό σύστημα με την ακολουθούμενη πολιτική οδηγεί το ευρωπαϊκό καράβι στα βράχια, πριν ακόμα και από την πλήρη κατασκευή του.

Ίσως ήλθε η ώρα η κοινωνία πολιτών, όσο και αν ακόμη δεν έχει αναπτυχθεί σε επαρκή βαθμό, να αναλάβει πρωτοβουλίες για την δημιουργία συνεκτικών αναχωμάτων για την αποφυγή της κοινωνικής αποσταθεροποίησης και έκρηξης. Ενεργητικό και δημιουργικό ρόλο προς αυτή την κατεύθυνση θα μπορούσε να παίξει και η ευρωπαϊκή κεντροαριστερά. Αυτό βεβαίως προϋποθέτει, ότι σε σύντομο χρονικό διάστημα θα μπορέσει να επαναπροσδιορίσει τον πολιτικό ρόλο και περιεχόμενο στα νέα δεδομένα της παγκοσμιοποίησης, της τεράστιας εξέλιξης της επιστήμης και της τεχνολογίας σε συνδυασμό με τις επιπτώσεις τους στην πραγματικότητα και της αναγκαιότητας ταχύτατης προώθησης της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Ταυτοχρόνως πρέπει να λειτουργήσει με πολιτική υπευθυνότητα και η διανόηση. Αυτή που μοχθεί στο πλαίσιο της αναζήτησης και παραγωγής της γνώσης και όχι η μιντιακή, η οποία περιφερόμενη από κανάλι σε κανάλι αρκείται στην αυταπάτη της αναγνωρισιμότητας και την εκφορά ενός λόγου, ο οποίος κυριαρχείται από γενικεύσεις χωρίς πρακτικό αποτέλεσμα στο κοινωνικό πεδίο.

Για μια λειτουργική στο πλαίσιο ενός κοινωνικού ανθρωπισμού πορεία προς το μέλλον πρέπει οι κοινωνίες να γίνουν σε μεγαλύτερο βαθμό ενεργές στο πλαίσιο της κοινωνίας πολιτών και των δομών που αυτή διαθέτει.

Επίσης το πολιτικό σύστημα στο σύνολο του και ιδιαιτέρως η κεντροαριστερά επείγει να αναζητήσουν και να προσδιορίζουν την πολιτική ταυτότητα, η οποία ανταποκρίνεται στις ανάγκες της πραγματικότητας και της ταχύτατης ροής του χρόνου και όχι των ιδεολογημάτων του παρελθόντος.

Κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις η κοινωνική αποσταθεροποίηση θα αποφευχθεί και θα δημιουργηθούν οι νέες συνθήκες, που διασφαλίζουν μια πορεία σε ήρεμα νερά για όλες τις ευρωπαϊκές κοινωνίες χωρίς ευνοημένους ή μη. Ιδιαιτέρως χώρες, όπως η Ελλάδα, με γηράσκουσες κοινωνίες και υψηλό δείκτη μετανάστευσης νέων και μάλιστα επιστημόνων (από το 2010 μετανάστευσαν σε όλο τον κόσμο 120.000 νέοι επιστήμονες) διακινδυνεύουν την πολιτισμική τους συνέχεια. Αυτή η πορεία κατάρρευσης πρέπει να σταματήσει άμεσα και η χώρα να αποκτήσει προοπτική στην πολυπολιτισμική Ενωμένη Ευρώπη.