Τα φαινόμενα βίας όχι μόνο σε εθνικό αλλά και σε πλανητικό επίπεδο είναι όλο και πιο συχνά. Καταγράφονται δε όχι μόνο στο εσωτερικό των κοινωνιών στο πλαίσιο της ατομικής στάσης των πολιτών στην κοινωνική τους δραστηριοποίηση αλλά και στις μεταξύ τους σχέσεις με την διαμόρφωση συγκρουσιακών συνθηκών, όπως στον πόλεμο στην Ουκρανία, στη Λωρίδα της Γάζας και σε άλλες περιοχές του πλανήτη.
Και στις δύο περιπτώσεις δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για την συρρίκνωση της συνοχής των κοινωνιών τόσο στο εσωτερικό τους όσο και στις μεταξύ τους σχέσεις, ενώ παράλληλα διαμορφώνεται κλίμα ρευστότητας, αβεβαιότητας και ανασφάλειας.
Τα πεδία ευδοκίμησης της βίας στο εσωτερικό των κοινωνιών εκτείνονται από την ενδοοικογενειακή βία, την νεανική και την ενδοσχολική μέχρι την πολιτική λειτουργία. Εκφράζεται δε ως σωματική, σεξουαλική, ψυχολογική, ακόμη και οικονομική (π.χ. στέρηση ή απειλή στέρησης διατροφής, βασικών αγαθών κ.λ.π.) ή πολιτική.
Προκαλεί όμως ακόμη μεγαλύτερη ανησυχία η χρέωση της βίας, που καταγράφεται στο εσωτερικό των κοινωνιών, στους πολίτες ως άτομα. Δεν λαμβάνονται υπόψη οι συνθήκες στα διάφορα κοινωνικά συστήματα και οι παρενέργειες τους στην διαμόρφωση των ατομικών στάσεων των πολιτών.
Πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η απόπειρα δολοφονίας του πρώην προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής Donald Trump και η τοποθέτηση του διαδόχου στην προεδρία Joe Biden, ότι «Δεν υπάρχει χώρος στις ΗΠΑ για τέτοια βία ή οποιαδήποτε βία. Μια απόπειρα δολοφονίας είναι αντίθετη με όλα, όσα στηρίζουμε ως έθνος».
Στην πράξη όμως τόσο το Ρεπουμπλικανικό όσο και το Δημοκρατικό κόμμα στηρίζουν και έχουν κατοχυρώσει «το δικαίωμα» των πολιτών να κατέχουν όπλα. Ο τομέας κατασκευής και εμπορίας όπλων είναι μάλιστα από τους πιο ισχυρούς στις ΗΠΑ. Είναι εμφανές, ότι οι πολίτες εργαλειοποιούνται προς όφελος οικονομικών συμφερόντων και παράλληλα χρεώνονται την ευθύνη των επιπτώσεων αυτών των πολιτικών επιλογών σε σχέση με την εμπορία και κατοχή όπλων.
Γενικότερα η εκδήλωση βίας στο εσωτερικό των κοινωνιών χρεώνεται στον πολίτη ως άτομο, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι κοινωνικές ανισορροπίες, που την παράγουν.
Για παράδειγμα στις σύγχρονες μαζοποιημένες κοινωνίες στα μεγάλα αστικά κέντρα δεν παράγονται κοινωνικές αξίες με ηθικό φορτίο, που υπηρετούν τις ανθρώπινες και τις κοινωνικές ανάγκες. Αντί για αυτό έχουν υποκατασταθεί από μονοδιάστατα καταναλωτικά πρότυπα και την οπτική της κοινωνίας του θεάματος, στο πλαίσιο της οποίας το θέαμα και η εντύπωση, που προκαλεί, προσδίδουν νόημα και περιεχόμενο στη ζωή των ανθρώπων.
Παράλληλα κυρίαρχα στοιχεία στην κοινωνική δραστηριοποίηση είναι η επίτευξη της ατομικής υλικής ευημερίας, η ανταγωνιστική λογική και ο ατομικισμός. Επίσης δεν προωθείται η οικοδόμηση της ενσυναίσθησης από την παιδική ηλικία, ώστε οι άνθρωποι να μπορούν να μπαίνουν στην θέση του άλλου και να τον καταλαβαίνουν. Παράλληλα δεν μαθαίνουν από την παιδική ηλικία να διαλέγονται για την επίλυση διαφορών και να κάνουν συμβιβασμούς.
Και πώς να γίνει αυτό, όταν οι συνθήκες ζωής στα σύγχρονα μαζοποιημένα μεγάλα αστικά κέντρα δεν συμβάλλουν στην οικοδόμηση κοινωνικών σχέσεων στην καθημερινότητα των πολιτών. Μπορεί να μένουν στην ίδια πολυκατοικία και να μην γνωρίζονται ή να μην διαθέτουν τον απαραίτητο ελεύθερο χρόνο για αυτό.
Ταυτοχρόνως η διεύρυνση των ανισοτήτων, η οποία συνεχώς μεγαλώνει, σε συνδυασμό με την διαφθορά και την ανάγκη αξιοποίησης γνωριμιών με πολιτικά πρόσωπα για την διασφάλιση εργασιακής απασχόλησης διαμορφώνουν τις προϋποθέσεις για την ανάπτυξη φαινομένων βίας και εγκληματικότητας. Σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Αστυνομίας τα διαπραχθέντα αδικήματα το 2022 ήταν 266.592, ενώ το 2023 αυξήθηκαν σε 273.997.
Με αυτά τα ποιοτικά χαρακτηριστικά στο σύστημα οργάνωσης και λειτουργίας των κοινωνιών σε συνδυασμό και με την χρησιμοποίηση της γυναίκας για την προώθηση του καταναλωτισμού με σεξιστική οπτική (η γυναίκα ως θέαμα, που προσδίδει νόημα στην ζωή της η χρησιμοποίηση της μόδας με σεξιστική οπτική), χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η ανθρώπινη υπόσταση της και τα δικαιώματα της στο πλαίσιο της ισότητας των φύλων, είναι ερμηνεύσιμη η ενδοοικογενειακή βία σε μεγάλο βαθμό.
Επίσης είναι αναμενόμενη γενικότερα η βία στο σχολείο με τον εκφοβισμό, που ασκείται για την ανάληψη «ηγετικού» ρόλου ή την αποκόμιση υλικού οφέλους (π.χ. με την κλοπή κινητού τηλεφώνου κ.λ.π.) , αφού δεν γίνεται ουσιαστική κοινωνική ενσωμάτωση με εργαλείο κοινωνικές αξίες, που προωθούν την ενσυναίσθηση, τον διάλογο με βασικό εργαλείο τον ορθολογισμό και το κοινωνικό συμφέρον για την επίλυση διαφορών.
Το ίδιο συμβαίνει και με την ανάπτυξη βίαιων στάσεων γενικότερα στις κοινωνίες, οι οποίες δρομολογούνται από την διαφθορά, τις συνεχώς διευρυνόμενες ανισότητες και την αίσθηση, που δημιουργείται, για την μη ύπαρξη κοινωνικής δικαιοσύνης. Αυτό γίνεται εμφανές, αν ληφθούν υπόψη στοιχεία του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ του υπουργείου Εργασίας (Φεβρουάριος 2024), σύμφωνα με τα οποία το 53,7% των μισθωτών έχει εισόδημα μέχρι 1.000 ευρώ, ενώ το 12,4% από αυτούς ανήκει στους φτωχούς εργαζόμενους με εισόδημα μέχρι 500 ευρώ. Στην κατηγορία αυτών, που το εισόδημα τους κυμαίνεται από 1.001 έως 1.500 ευρώ το ποσοστό είναι 27,5%.
Στο ίδιο «μήκος κύματος» κινείται και η αδυναμία οικοδόμησης δημοκρατικού διαλόγου στις τοπικές κοινωνίες με στόχο την προώθηση της κοινωνικής δικαιοσύνης. Η έλλειψη δομών της κοινωνίας πολιτών, οι οποίες στο πλαίσιο διαλόγου με το πολιτικό σύστημα θα εκφράσουν την ανάγκη υπέρβασης των ανισοτήτων και γενικότερα των κοινωνικών ανισορροπιών, είναι εμφανής.
Για την υπέρβαση αυτών των συνθηκών, οι οποίες παράγουν βία σε πολλά επίπεδα (από το ενδοοικογενειακό μέχρι το σχολικό και το πολιτικό) και την προώθηση της αναίρεσης των γενεσιουργών αιτίων πρέπει να αναληφθούν οι κοινωνικές ευθύνες τόσο στο πολιτικό όσο και στο κοινωνικό πεδίο και να ληφθούν άμεσα οι αναγκαίες αποφάσεις, οι οποίες θα αλλάξουν τον προσανατολισμό στην διαχείριση της δυναμικής της εξέλιξης και στην λειτουργία των τοπικών κοινωνιών με την προώθηση της ενεργοποίησης των πολιτών στις δομές της κοινωνίας πολιτών και την έναρξη διαλόγου με το πολιτικό σύστημα.
Η ευθύνη για την βία, που αναπτύσσεται με ανοδική τάση και αποδυναμώνει την κοινωνική συνοχή, είναι και συλλογική και όχι μονοδιάστατα ατομική. Αυτό σημαίνει, ότι η αντιμετώπιση της μπορεί να είναι αποτελεσματική σε ανάλογο επίπεδο. Αυτή η οπτική στο πολιτικό επίπεδο μπορεί να οδηγεί σε βιώσιμες λύσεις και τα φαινόμενα βίας στις σχέσεις των κοινωνιών στο διεθνές πεδίο και έτσι να αποφεύγεται η διαμόρφωση συγκρουσιακών συνθηκών με την ενεργοποίηση και την συνδρομή κοινωνικών κινημάτων με υπερεθνικές διαστάσεις.