Κοινωνία στα όρια της

Χρίστος Αλεξόπουλος 08 Νοε 2015

Μόνο απόγνωση θα μπορούσε να νιώσει ο απλός πολίτης και αντικειμενικός παρατηρητής της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης από το ένα μέρος και της αντιμετώπισης της από το πολιτικό σύστημα και ιδιαιτέρως το κυβερνητικό τμήμα του από το άλλο.

Η κοινωνία έχει προσεγγίσει πλέον τα όρια της, ενώ τόσο η κυβέρνηση όσο και η αντιπολίτευση κονταροχτυπιούνται για το ποιός εκπροσωπεί καλύτερα τα «λαϊκά συμφέροντα», χωρίς βεβαίως να έχουν στρατηγική και συγκεκριμένη πολιτική εξόδου από την τραγική κατάσταση, που βρίσκεται η χώρα. Τα «λαϊκά συμφέροντα» δε οριοθετούνται σύμφωνα με την ιδεοληπτική προσέγγιση της πραγματικότητας από τα κόμματα ή τα συμφέροντα οικονομικών ελίτ, τις οποίες υπηρετούν.

Γι’ αυτό και ο υπουργός Παιδείας χαρακτήρισε «πενταροδεκάρες» τον φόρο του 23%, ο οποίος θα μπορούσε να επιβληθεί σε όσους γονείς στέλνουν τα παιδιά τους σε ιδιωτικά σχολεία. Μετά τις αντιδράσεις αναζητούνται ισοδύναμα, χωρίς να υπολογίζονται η φοροδοτική ικανότητα των πολιτών και οι υφεσιακές επιπτώσεις στην οικονομία της χώρας. Ακόμη αναζητείται ένα ολοκληρωμένο και σίγουρο σχέδιο μετάβασης στην ευημερία.

Δεν τον απασχολούν ουσιαστικά και με μεταρρυθμιστική λογική τα αίτια, που οδήγησαν στην δημιουργία της ιδιωτικής εκπαίδευσης, , για να τα αντιμετωπίσει και να έχουν τις ίδιες ευκαιρίες όλα τα παιδιά. Προφανώς αυτό δεν εντάσσεται στις προτεραιότητες της κυβέρνησης, όπως τεκμαίρεται από την επισήμανση ενός βουλευτή του μεγαλύτερου κόμματος του κυβερνητικού συνασπισμού, ότι δεν θα έχει πολιτικό κόστος το κόμμα του, διότι, όσοι στέλνουν τα παιδιά τους σε ιδιωτικά σχολεία, είναι ψηφοφόροι άλλων κομμάτων.

Ο πολιτικός κυνισμός και αμοραλισμός σε όλο τους το μεγαλείο.

Σε σχέση δε με τα συμφέροντα του λαού πρέπει να αναρωτηθεί ο απλός πολίτης, εάν ονειρεύεται ακούγοντας τέτοιες επικίνδυνες δηλώσεις για την ποιότητα του πολιτικού λόγου και πολιτισμού. Και δεν αναιρείται το αρνητικό φορτίο τέτοιων δηλώσεων, όταν ισχυρίζεται ο υπουργός, ότι ήταν σχήμα λόγου η «αριστερή» του τοποθέτηση. Ίσως αγνοεί, ότι οι μαθητές ιδιωτικών σχολείων προέρχονται στη συντριπτική τους πλειοψηφία από οικογένειες, οι οποίες ανήκουν στη μεσαία κοινωνική τάξη, που πλήττεται από την κρίση και την ακολουθούμενη πολιτική λιτότητας και ταυτοχρόνως οδηγείται με ταχύτατους ρυθμούς στην φτωχοποίηση.

Και πως να μην οδηγηθούν στην φτωχοποίηση όχι μόνο η μεσαία κοινωνική τάξη αλλά η πλειοψηφία του ελληνικού λαού, όταν το χρέος το 2009 ήταν 115,1% του Α.Ε.Π., ενώ το 2012 ανέβηκε στο 175% και η μείωση του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος, η οποία καταγράφηκε στο χρονικό διάστημα από το 2009 έως το 2012, ξεπέρασε το 25%.

Η ανεργία το 2015 είναι 25,7% και ιδιαιτέρως στους νέους το ποσοστό ανέρχεται στο 50,1%.

Για να γίνει δε αντιληπτό το μέγεθος του προβλήματος και των επιπτώσεων του, αρκεί να γίνει μια σύγκριση της αντιστοιχίας απασχολούμενων και ανέργων. Το 2008 η σχέση ήταν 11,3 απασχολούμενοι προς 1 άνεργο. Το 2014 όμως είναι 2,8 προς 1 (ΕΛΣΤΑΤ).

Αυτή η εξέλιξη εξηγεί και το γεγονός, ότι πάνω από το 1/3 των απασχολούμενων (ιδιαιτέρως νέων ηλικιακά) έχουν περισσότερα προσόντα από αυτά, που απαιτούνται για τις εργασίες, που κάνουν.

Το αποτέλεσμα είναι η μετανάστευση των νέων και ιδιαιτέρως αυτών, οι οποίοι έχουν υψηλά προσόντα (πανεπιστημιακή εκπαίδευση). Με αυτά τα δεδομένα η χώρα στερείται υψηλού επιπέδου ανθρώπινο κεφάλαιο, το οποίο αξιοποιείται με τον καλύτερο τρόπο στον ευρωπαϊκό Βορρά κυρίως. Στην Ελλάδα οι κυβερνήσεις της περιόδου της κρίσης, από το 2009 έως το 2015, ομιλούν για ανάπτυξη, η οποία μεταξύ άλλων βασίζεται στην καινοτομία και η αφρόκρεμα του παραγόμενου επιστημονικού δυναμικού μεταναστεύει.

Ίσως είναι σκόπιμο να αναφερθεί, ότι αν και οι Έλληνες αποτελούν το 0,2% του παγκόσμιου πληθυσμού, σε ό,τι αφορά τους κορυφαίους επιστήμονες σε παγκόσμιο επίπεδο, η ποσοστιαία συμμετοχή τους είναι 3%. Συγκεκριμένα στους πρώτους 10.000 οι 336 είναι Έλληνες (A.Kritikos, Deutsches Institut fur Wirtschaftsforschung, WB, Nr. 39/2014). Οι περισσότεροι από αυτούς προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε άλλες χώρες. Σύμφωνα με την μελέτη του προαναφερθέντος Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών «Griechenland braucht ein Innovationssytem zur Erneuerung der Wirtschaft» το 85% των Ελλήνων επιστημόνων στους τομείς ψηφιακής τεχνολογίας, ενέργειας και φαρμακευτικής εργάζονται σε χώρες του εξωτερικού. Γενικά σύμφωνα με την Eurostat μεταξύ 2010 και 2012 μετανάστευσαν 410.000 Έλληνες, ενώ στην πενταετία 2009-2013 μετανάστευσαν 228.000 επιστήμονες (Εβδομαδιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων της Alpha Bank, 24.10.2015).

Βεβαίως υπάρχουν και εκείνοι, που παραμένουν στην Ελλάδα. Από αυτούς, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιοποίησε στις 16.10.2015 η Eurostat (Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία) σχετικά με το ποσοστό των κατοίκων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίοι ζουν σε συνθήκες φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού (έτος αναφοράς το 2014), το 36%, δηλαδή 3,8 εκατ. άνθρωποι ζουν σε αυτές τις συνθήκες. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση το αντίστοιχο ποσοστό κατά μέσο όρο είναι 24,4% ή 122 εκατ. άνθρωποι.

Για να γίνει δε αντιληπτή η ραγδαία φτωχοποίηση των Ελλήνων, αρκεί να αναφερθεί, ότι το ποσοστό του πληθυσμού που βρισκόταν σε κατάσταση φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού το 2008 ήταν 28,1%, ενώ στην Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν 23,8%.

Σύμφωνα μάλιστα με την έρευνα «Greece: Solidarity and Adjustment in Times of Crisis», την οποία πραγματοποίησαν οι Τάσος Γιαννίτσης και Σταύρος Ζωγραφάκης για λογαριασμό του ιδρύματος Hans-Bockler-Stiftung (IMK Studies, No. 38, Dusseldorf, 2015), η πολιτική λιτότητας πλήττει κυρίως τους αδύναμους. Χωρίς λιτότητα η πορεία της χώρας θα ήταν καλύτερη σύμφωνα με την διεθνή εμπειρία.

Η ελληνική κοινωνία έχει φτάσει σε οριακό σημείο, ενώ το πολιτικό σύστημα δεν φαίνεται να συνειδητοποιεί την επικινδυνότητα της κατάστασης, όχι μόνο σε σχέση με την αναγκαιότητα ταχείας εξόδου από την πολύχρονη λιτότητα, αλλά και σε σχέση με τις σοβαρότατες ανισορροπίες στο εσωτερικό της κοινωνίας.

Πολύ χαρακτηριστική είναι η αντίφαση μεταξύ της πρόθεσης της ελληνικής κυβέρνησης και των περισσότερων κομμάτων της αντιπολίτευσης να δοθεί ιδιαίτερο βάρος στην καινοτομία, όταν ένα μεγάλο τμήμα του επιστημονικού δυναμικού έχει βρει διέξοδο στην απασχόληση στο εξωτερικό. Και δεν είναι μόνο αυτό. Δυστυχώς όχι μόνο η κυβέρνηση αλλά και τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν καταθέτουν ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για την πορεία της χώρας, αλλά χάνονται στην προσπάθεια μείωσης των επιπτώσεων της σκληρής λιτότητας, χωρίς να προχωρούν στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, ώστε η χώρα να αποκτήσει βιώσιμη προοπτική.

Μεγάλο πρόβλημα επίσης είναι η αδυναμία ταχύτερης διαχείρισης του χρόνου. Το θέμα δεν είναι να γίνει κάποτε μια μεταρρύθμιση, αλλά να ολοκληρωθεί στο σωστό χρόνο. Ακόμη ομιλούν όλοι για την ανάγκη τομών και ριζικών αλλαγών στο χώρο της Δημόσιας Διοίκησης για να αποκτήσει λειτουργικότητα και στην πράξη δεν αντιλαμβάνονται, ότι αυτό προϋποθέτει την απαλλαγή του πολιτικού συστήματος από την λογική του ελέγχου του κράτους με τους «δικούς» του ανθρώπους. Αυτό το πελατειακό σύστημα δεν έχει προοπτική στις σύγχρονες κοινωνίες της γνώσης, ενώ απέχει πολύ από τις αξίες μιας ευνομούμενης χώρας με κοινωνική δικαιοσύνη.

Εξάλλου με φαντασιώσεις πολιτικής προέλευσης για ανάκαμψη σε σύντομο χρονικό διάστημα χωρίς στρατηγικό σχεδιασμό η χώρα θα ακολουθήσει αυτοκαταστροφική πορεία.

Η συμμετοχή της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και μάλιστα στον σκληρό πυρήνα, στην Ευρωζώνη, δεν είναι αρκετό για την αποφυγή της αρνητικής πορείας, εάν η χώρα δεν απαλλαγεί από τις παθογένειες της.

Πως θα καταστεί εφικτή η αναγκαία δικτύωση της οικονομίας, της επιστήμης και της εφαρμοσμένης έρευνας, καθώς και της δημόσιας διοίκησης με στόχο την ανάκαμψη, όταν το επιστημονικό δυναμικό της χώρας μεταναστεύει μαζικά ή υποβαθμίζεται σε εργασίες χαμηλότερων προσόντων ή οι όποιες μεταρρυθμίσεις γίνονται καθυστερημένα;

Αναρωτιέται κανείς, εάν με αυτή την μη λειτουργική λογική διαχείρισης του χρόνου θα μπορέσει η χώρα να συμπορευθεί με τον υπόλοιπο ανεπτυγμένο κόσμο και να ευημερήσει;

Και ένα τελευταίο ερώτημα. Συνειδητοποιούν πολιτικά κόμματα και πολιτικό προσωπικό την ευθύνη, που έχουν για την καταστρφική πορεία του τόπου, ώστε να αναπτύξουν συστηματικό διάλογο, να σχεδιάσουν και να υλοποιήσουν πολιτικές και όχι να αρκούνται στην διαχείριση κυβερνητικής εξουσίας;

Η ελληνική κοινωνία βρίσκεται σε μια πολύ επικίνδυνη περιδίνηση. Εάν συνεχισθεί αυτή η πορεία, δεν πρόκειται να αποφύγει κάποιος τις πολύ αρνητικές επιπτώσεις. Ούτε το πολιτικό προσωπικό, ούτε οι οικονομικές ελίτ, που τώρα κερδοσκοπούν, ούτε οι απλοί πολίτες θα αποφύγουν την καθοδική πορεία.