Όταν μια χώρα βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση, η οποία δεν περιορίζεται μόνο στον οικονομικό τομέα, αλλά διαπερνά συνολικά την πραγματικότητα, διότι η κοινωνία έχει πάψει να είναι δυναμική και παραγωγική στα διάφορα συστήματα (πολιτισμικό, οικονομικό, πολιτικό κ.λ.π.), που την συγκροτούν, η επανεκκίνηση στο επίπεδο της τοπικής κοινωνίας είναι δύσκολη και πολύ επίπονη.
Τα προβλήματα είναι πολλά και αποκτούν ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις λόγω της ιδιαίτερα βίαιης οικονομικής κρίσης, που πλήττει το μεγαλύτερο τμήμα του ελληνικού πληθυσμού.
Στις τοπικές κοινωνίες μάλιστα οι επιπτώσεις της κρίσης οδηγούν στη βίωση της πραγματικότητας με πολύ μεγαλύτερη ένταση, διότι άπτονται της προσωπικής τους ζωής και των σχέσεων με τους συμπολίτες τους, αυτούς που αντίκριζαν και αντικρίζουν καθημερινά.
Μόνο που τώρα πολλοί από αυτούς νιώθουν, ότι έχουν χάσει την αξιοπρέπεια τους, επειδή αναγκάζονται να επισκέπτονται είτε τα κοινωνικά παντοπωλεία είτε τους χώρους παροχής γευμάτων δωρεάν από την Εκκλησία ή τους Δήμους. Στο παρελθόν της «ευκαιριακής ευημερίας» αυτό εθεωρείτο κατάντια και «προνόμιο» των κοινωνικά περιθωριοποιημένων. Γι’ αυτό και οι ψυχολογικές επιπτώσεις είναι πολύ επώδυνες.
Το πρόβλημα όμως δεν περιορίζεται στην φτωχοποίηση και στις ψυχολογικές παρενέργειες. Επεκτείνεται και στην οπτική θεώρησης του μέλλοντος, προσωπικού και συλλογικού. Η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα γίνονται δομικά στοιχεία στην προσέγγιση των πιθανολογούμενων εξελίξεων, διότι από το ένα μέρος ο πολίτης δεν διαθέτει το μεθοδολογικό εργαλείο για να αναλύει και να κατανοεί την σύνθετη πραγματικότητα και από το άλλο η λειτουργία του πολιτικού συστήματος τον έχει βομβαρδίσει με διαψεύσεις. Οι φαντασιώσεις, οι οποίες τον γέμιζαν ελπίδες για ένα καλύτερο μέλλον, έχουν καταρρεύσει παταγωδώς.
Και δεν είναι μόνο αυτό. Βλέπει, ότι οι μεγαλοστομίες των πολιτικών συνεχίζονται, ακόμη και αν η πραγματικότητα τους διαψεύδει. Αυτό συμβάλλει στην δημιουργία αρνητικού κλίματος για το πολιτικό σύστημα στο επίπεδο της τοπικής κοινωνίας και στην ακόμη πιο επικίνδυνη αποστασιοποίηση των πολιτών από την πολιτική, ως απότοκο δημοκρατικών διαδικασιών.
Το αποτέλεσμα είναι να βρίσκει πρόσφορο έδαφος ο εξιδανικευτικός λαϊκισμός σε σχέση με την ιστορική διαδρομή της κοινωνίας και την κατ’ επέκταση πορεία της στο μέλλον, ο οποίος με μαθηματική ακρίβεια θα την οδηγήσει στην αποσύνθεση, διότι στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και της επιστημονικής γνώσης και των τεχνολογικών της εφαρμογών, για να επιβιώσει η ανθρώπινη οντότητα και βέβαια οι κοινωνίες, πρέπει να πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις.
Και αυτές υπερβαίνουν κατά πολύ το ελληνικό μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης, το οποίο δεν είναι δυναμικό και στηρίζεται σε πολίτες-καταναλωτές φαντασιώσεων μέχρι πριν από λίγο. Με τέτοιας ποιότητας χαρακτηριστικά είναι δύσκολο να υπάρξουν μεγάλης έκτασης, αλλά αναγκαίες, ανατροπές, οι οποίες θα θέσουν στο περιθώριο τις αρνητικές κοινωνικές παθογένειες, που έρχονται από το παρελθόν και θα λειτουργήσουν ως καταλύτης για την οικοδόμηση ενός σύγχρονου πολιτικού συστήματος.
Παρά τις δυσκολίες και τα εμπόδια λόγω των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης στην προσωπική ζωή των πολιτών (φτωχοποίηση, υποβάθμιση του Εθνικού Συστήματος Υγείας λόγω έλλειψης ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού αλλά και των αναγκαίων υλικών, εργασιακές σχέσεις εκμετάλλευσης των πολιτών, οι οποίες παραπέμπουν σε συνθήκες του Μεσαίωνα κ.λ.π.) η κοινωνία πρέπει να βρει τα απαραίτητα αποθέματα δύναμης και να μετατραπεί σε δυναμική παράμετρο της πραγματικότητας.
Αυτό δε πρέπει να δρομολογηθεί άμεσα, διότι οι εξελίξεις σε ευρωπαϊκό και σε πλανητικό επίπεδο έχουν μεγάλη ταχύτητα και η συμπόρευση της Ελλάδας προϋποθέτει πολύ μεγαλύτερη επιτάχυνση της ροής του χρόνου στο εθνικό πεδίο.
Με άλλα λόγια επιβάλλεται να γίνουν πολλά σε λιγότερο χρόνο. Και αυτό δεν είναι εύκολο.
Παρά ταύτα οι δυνατότητες υπάρχουν και πρέπει να αναζητηθούν στο επίπεδο των τοπικών κοινωνιών. Βασική προϋπόθεση για την επίτευξη αυτού του στόχου είναι η δημιουργία δυναμικών κοινωνικών δομών με την συμμετοχή της πρωτοπορείας των πολιτών και ιδιαιτέρως από τον χώρο της διανόησης και της νεολαίας.
Η διανόηση μπορεί να διασφαλίσει το αναγκαίο μεθοδολογικό εργαλείο για την ανάλυση της σύνθετης πραγματικότητας και την τεκμηριωμένη αποτύπωση του κοινωνικού συμφέροντος.
Η νεολαία, ως μη διαβρωμένη ολοκληρωτικά από τις κοινωνικές παθογένειες και έχοντας το μέλλον μπροστά της, μπορεί να εκφράσει την δυναμική της εξέλιξης και να διεκδικήσει επιθετικά την πραγμάτωση του κοινωνικού συμφέροντος στο πλαίσιο δημοκρατικών διαδικασιών, οι οποίες όμως δεν πρέπει να υπηρετούν κομματικά συμφέροντα.
Οι δομές της κοινωνίας πολιτών είναι σκόπιμο να λειτουργήσουν ως καταλύτης για την πρόσδωση ελπίδας στις τοπικές κοινωνίες, οι οποίες τώρα νιώθουν, ότι είναι εξαρτημένες και γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης για την συσσώρευση πλούτου από το χρηματοπιστωτικό σύστημα και ολιγομελείς οικονομικές ελίτ.
Πιο έντονη είναι αυτή η αίσθηση στους νέους και ιδιαίτερα σε όσους έχουν υψηλά προσόντα (απόφοιτοι πανεπιστημίων). Γι’ αυτό και η αφρόκρεμα αναζητεί καλύτερες εργασιακές συνθήκες και αμοιβές σε χώρες του εξωτερικού.
Με αυτό τον τρόπο η Ελλάδα στερείται επιστημονικό δυναμικό, του οποίου την εκπαίδευση έχει χρηματοδοτήσει, με αποτέλεσμα να δυσκολεύει η προοπτική ανάπτυξης με ταυτόχρονη αξιοποίηση της επιστήμης και των τεχνολογικών της εφαρμογών, ώστε να αποκτήσει ο τόπος ανταγωνιστική οικονομία.
Παράλληλα με την φυγή των νέων σε άλλες χώρες και την ανοδική πορεία του προσδόκιμου ζωής εντείνεται το φαινόμενο της γήρανσης της κοινωνίας.
Η αίσθηση, που δημιουργείται στις τοπικές κοινωνίες είναι πολύ αρνητική. Η πλειοψηφία των πολιτών, οι οποίοι γηράσκουν, δεν ισορροπείται με νεαρής ηλικίας άτομα. Αυτό διαμορφώνει ένα δυσάρεστο κοινωνικό κλίμα, διότι η γενική αίσθηση στην τοπική κοινωνία είναι, ότι δεν υπάρχει προοπτική, με αποτέλεσμα να κυριαρχούν η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα σε σχέση με το μέλλον.
Ενισχυτικά για την διαμόρφωση αυτού του κλίματος λειτουργεί και η αδυναμία του πολιτικού συστήματος να πείσει τους πολίτες με ορθολογικά και τεκμηριωμένα επιχειρήματα, ότι έχει ολοκληρωμένες και με ακρίβεια κοστολογημένες μακροπρόθεσμες προτάσεις για τον τόπο, οι οποίες έχουν προοπτική και θα επαληθευτούν. Η μέχρι τώρα εμπειρία έχει δείξει το αντίθετο. Και αυτό το βιώνουν οι πολίτες στο «πετσί» τους.
Όμως το πολιτικό σύστημα έχει το γνωστό εργαλείο του λαϊκισμού, το οποίο γνωρίζει πολύ καλά να το χρησιμοποιεί. Το θέμα είναι, εάν οι πολίτες θα μπορέσουν να αντέξουν τον βομβαρδισμό με τέτοιας ποιότητας «πολιτική ρητορική».
Δεν είναι εύκολο, διότι δεν χρησιμοποίησαν μέχρι τώρα τον ορθολογισμό, ενώ κυριαρχεί ο γενικευτικός λόγος και η λογική της εξιδανίκευσης της πραγματικότητας.
Τέλος η κρίση, η οποία επέφερε την υποβάθμιση της ποιότητας ζωής ενός μεγάλου τμήματος του πληθυσμού, οδήγησε και στην χαλάρωση της κοινωνικής συνοχής.
Έτσι κι αλλιώς ούτε στο παρελθόν είχε υψηλό δείκτη, διότι η κοινωνική συνείδηση δεν είχε αναπτυχθεί επαρκώς. Αρνητικό ρόλο έπαιξαν οι διάφορες κοινωνικές παθογένειες, οι οποίες πριμοδοτήθηκαν και αξιοποιήθηκαν τόσο από το πολιτικό σύστημα όσο και από οικονομικές ελίτ.
Αρκεί να λάβουμε υπόψη την φοροδιαφυγή, την φοροαποφυγή, το πελατειακό κράτος, την συντεχνιακή λογική και θα παρουσιασθεί ανάγλυφη η εικόνα της πραγματικότητας. Γι’ αυτό και δεν αναπτύχθηκε η κοινωνική αλληλεγγύη σε θεσμικό επίπεδο. Αν είχες τον «βουλευτή σου», είχες διασφαλίσει την πρόσβαση στις πηγές άντλησης πλεονεκτημάτων στην διεκδίκηση της ικανοποίησης καθαρά προσωπικών αιτημάτων. Αν βέβαια δεν είχες εξασφαλίσει τον πολιτικό «μεσάζοντα», τότε καταδικαζόσουν να κινείσαι στην περιφέρεια της κοινωνίας.
Και αυτά δεν αλλάζουν εύκολα. Όμως σε μια σύγχρονη κοινωνία της επίδοσης και της απόδοσης η αξιοκρατία αποτελεί βασικό κριτήριο στην διαδικασία παροχής ευκαιριών στους πολίτες.
Μπορεί τελικά να ανακοπεί η πτωτική πορεία της κοινωνίας; Κάτω από ποιες προϋποθέσεις είναι εφικτή η συγκράτηση της πτώσης και η κοινωνική επανεκκίνηση;
Το εγχείρημα δεν είναι καθόλου εύκολο και απαιτεί από το ένα μέρος κοινωνική αυτοκριτική και από το άλλο αξιοποίηση του ορθολογισμού στην πολιτική λειτουργία των πολιτών.
Ταυτοχρόνως είναι αναγκαίο σε δομικό επίπεδο η κοινωνία πολιτών να ενεργοποιηθεί δυναμικά και να πλαισιωθεί από την διανόηση και τη νέα γενιά, χωρίς αυτό να σημαίνει, ότι αποκλείονται άλλες κοινωνικές και ηλικιακές ομάδες.
Βασικοί στόχοι θα πρέπει να είναι η απαλλαγή από τις παθογένειες του παρελθόντος και η αναζήτηση της νέας ταυτότητας μέσα από διάλογο στην κοινωνική βάση, ο οποίος θα συνδέει την τοπική κοινωνία με την ευρωπαϊκή και πλανητική δυναμική της εξέλιξης.
Αρωγός σε αυτή την προσπάθεια μπορεί και πρέπει να είναι η Τοπική Αυτοδιοίκηση, διευκολύνοντας τις διεργασίες με την παροχή των διαθέσιμων υποδομών, χωρίς να στοχεύει σε όφελος πολιτικού παραταξιακού χαρακτήρα. Οι τοπικές κοινωνίες πρέπει να αφεθούν ελεύθερες να ανακαλύψουν και να πραγματώσουν τον σύγχρονο ρόλο, που τους αναλογεί.
Τα πολιτικά κόμματα θα ωφεληθούν επίσης, αν μάθουν να κάνουν διάλογο με συλλογικά υποκείμενα, τα οποία δεν αποτελούν προέκταση τους, αλλά εκφράζουν το κοινωνικό συμφέρον.
Ιδιαιτέρως σημαντικό ρόλο για την οικοδόμηση συνθηκών αυτής της ποιότητας μπορούν να παίξουν πολιτικοί σχηματισμοί σοσιαλδημοκρατικής κατεύθυνσης. Στο παρελθόν συνέβαλλαν με το κοινωνικό κράτος στην ανάδειξη της ανθρώπινης οντότητας σε σημείο αναφοράς της πολιτικής. Είναι καιρός πλέον ο χώρος της Σοσιαλδημοκρατίας να απελευθερωθεί από την λογική του πολιτικού πραγματισμού, ο οποίος ουσιαστικά απομάκρυνε την πολιτική από τον ρυθμιστικό της ρόλο και την μετέτρεψε σε απλό διαχειριστή της λειτουργικότητας κοινωνικών συστημάτων με στόχο την οικονομική τους απόδοση.