Κοινή γνώμη

Χρίστος Αλεξόπουλος 02 Φεβ 2014

Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και της ύπαρξης μαζικών κοινωνιών έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να δούμε, ποιοί παράγοντες επιδρούν στην διαμόρφωση της κοινής γνώμης και ποιά είναι τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της. Από τα πολιτικά κόμματα μέχρι τους εκπροσώπους του οικονομικού συστήματος και τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας όλοι συνωθούνται στον αγώνα για τον κατά το μεγαλύτερο βαθμό επηρεασμό της διαμόρφωσης της. Σε περιόδους κρίσης η άσκηση επιρροής μπορεί να αποβεί καθοριστική για την πορεία μιας κοινωνίας στο μέλλον. Και η Ελλάδα αυτή την περίοδο βιώνει στο πετσί της μια από τις μεγαλύτερες κρίσεις σε καιρό ειρήνης.

Με τον όρο κοινή γνώμη εννοούμε τη γνώμη, την άποψη και τη θέση του μεγαλύτερου μέρους της κοινωνίας σε σχέση με διάφορα ζητήματα, τα οποία ενδιαφέρουν και απασχολούν τους πολίτες σε διάφορους τομείς δραστηριοποίησης, από τον πολιτικό και τον οικονομικό μέχρι τον κοινωνικό και τον πολιτισμικό. Βεβαίως το ενδιαφέρον μπορεί να αφορά και σε πρόσωπα, τα οποία είναι αναγνωρίσιμα στους τομείς ενεργοποίησης τους, όπως πολιτικοί, καλλιτέχνες, οικονομικοί παράγοντες, άνθρωποι του πνεύματος και πολλοί άλλοι. Η κοινή γνώμη είναι ένα μετρήσιμο εμπειρικά μέγεθος, με την έννοια ότι αποτελεί σύνθεση ατομικών θέσεων και απόψεων, οι οποίες αποτυπώνουν την πλειοψηφική στάση της κοινωνίας.

Οι παράγοντες, οι οποίοι επιδρούν στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης, κινούνται σε διαφορετικά επίπεδα και τομείς και έχει μεγάλο ενδιαφέρον η προσέγγιση και ανάλυση τους, διότι η εποχή είναι πολύ κρίσιμη και ταυτοχρόνως πολύ ρευστή. Επηρεάζουν μάλιστα και την καθημερινότητα του πολίτη στους διάφορους κοινωνικούς ρόλους, που αναγκαστικά είναι υποχρεωμένος να παίζει, από τον χώρο εργασίας μέχρι και τον ελεύθερο χρόνο. Ταυτοχρόνως διαμορφώνουν τις προϋποθέσεις για την ποιότητα της Δημοκρατίας και τον βαθμό ουσιαστικής συμμετοχής των πολιτών, ως ατόμων, στις διαδικασίες πολιτικού διαλόγου στο επίπεδο της κοινωνικής βάσης, ενώ αποτελούν ως συλλογικό υποκείμενο το θεμέλιο, στο οποίο θα στηριχθεί η όποια κυβέρνηση για την υλοποίηση της πολιτικής της.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η κοινή γνώμη αυτήν την περίοδο της κρίσης. Το κλίμα, που επικρατεί, το αναδεικνύει «έρευνα πολιτικής συγκυρίας», την οποία πραγματοποίησε η εταιρεία Public Issue από 8 έως 13 Ιανουαρίου 2014 και δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών. Σύμφωνα με αυτήν το 75 % αισθάνεται ανασφάλεια, ενώ το 70 % εκτιμά ότι η κατάσταση εξελίσσεται προς τη «λάθος κατεύθυνση». Τα συναισθήματα δε που κυριαρχούν είναι: Οργή/αγανάκτηση 31 %, απογοήτευση 14 %, ανησυχία/άγχος 13 %, ντροπή 10 %, λύπη/στεναχώρια 7 %, αδιαφορία 2 % και όλα αυτά 18 %. Οι προσδοκίες για την υπέρβαση της κρίσης με τα υπάρχοντα πολιτικά κόμματα οδηγούν στην εξαγωγή ανησυχητικών συμπερασμάτων, όταν το 41 % των ερωτηθέντων, για το ποιά παράταξη μπορεί να ανταποκριθεί καλύτερα σε αυτό το στόχο, απαντά «καμμία από τις δύο» (δεξιά, αριστερά), το 25 % η δεξιά και το 24 % η αριστερά. Είναι εμφανές, ότι υπάρχει έντονο πρόβλημα πολιτικής ηγεσίας, το οποίο όμως δεν προβληματίζει το πολιτικό σύστημα. Ανάλογα με τη θέση του κάθε κόμματος στο σύστημα εξουσίας διαχειρίζεται και τον εκφερόμενο πολιτικό λόγο, με στόχο είτε τη διατήρηση της εξουσίας είτε την διεκδίκηση της. Η κοινή γνώμη και στις δύο περιπτώσεις αντιμετωπίζεται ως μέσο. Γι’αυτό και ο πολιτικός λόγος είτε είναι λαϊκιστικός και χαϊδεύει αυτιά, είτε εξαντλείται σε ισχυρισμούς «αποδεδειγμένης επάρκειας» για την διακυβέρνηση της χώρας. Και στις δύο περιπτώσεις η κοινωνία, οι πολίτες δεν χρειάζεται να κάνουν τίποτε άλλο, παρά να ακουμπήσουν πάνω στα «έπεα πτερόεντα» των κομμάτων, τα οποία μάλιστα δεν επαληθεύονται είτε στην πράξη είτε μετά από μια ορθολογική προσέγγιση. Γι’αυτό και τα αποτελέσματα της έρευνας της Public Issue είναι ανησυχητικά, διότι η κοινή γνώμη είναι εύκολα χειραγώγιμη και ταυτόχρονα ανίκανη να λειτουργήσει ως υποκείμενο και να προβεί στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις χωρίς επικίνδυνες αναταράξεις.

Βέβαια η κοινή γνώμη δεν επηρεάζεται μόνο από τον πολιτικό λόγο, ο οποίος διατυπώνεται από τα κόμματα. Υπάρχουν και άλλοι παράμετροι, οι οποίες παίζουν σημαντικό ρόλο. Η θέση του ατόμου στο οικονομικό σύστημα σε συνδυασμό με την καταναλωτική του δυνατότητα επηρεάζουν την οπτική, με την οποία προσεγγίζει την πραγματικότητα και την άποψη που διαμορφώνει για την δυναμική της εξέλιξης. Ανάλογος είναι και ο δείκτης ανασφάλειας στην διαχείριση μιας κατάστασης κρίσης σε προσωπικό επίπεδο. Ιδιαιτέρως αυτή την περίοδο ισοπέδωσης της μεσαίας κοινωνικής τάξης, η οποία αποτελεί τον στυλοβάτη του ισχύοντος μοντέλου οικονομικής και κοινωνικής οργάνωσης και τον πυρήνα της κοινής γνώμης, η ανασφάλεια και η απονεύρωση της κοινωνίας καταγράφουν ανησυχητικές διαστάσεις. Αυτό οφείλεται στην εμπλοκή του θυμικού και των συναισθηματικών αντιδράσεων στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κοινωνικής αποδόμησης. Οπότε η χειραγώγηση μεγάλων μαζών της κοινωνίας είναι εύκολη. Η ανασφάλεια και ο φόβος για την ατομική πορεία προς το μέλλον διευκολύνουν την αποδοχή πολιτικών υποσχέσεων «για καλύτερες μέρες», οι οποίες δεν ανταποκρίνονται στις πραγματικές δυνατότητες οικοδόμησης ενός εναλλακτικού μοντέλου. Και αυτό όχι μόνο διότι η κοινωνία δεν έχει δυναμικές δομές (κρατικές και μη), αλλά και διότι η διεθνής συγκυρία, στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και της αλληλεξάρτησης των κοινωνιών στο πλαίσιο του παγκόσμιου καταμερισμού εργασίας, αποτελεί αρνητική παράμετρο. Δεν είναι καθόλου τυχαία η δήλωση, που έκανε η επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Christine Lagarde, ότι «οι επιχειρηματικοί και πολιτικοί ηγέτες στο Παγκόσμιο Οικονομικό Συνέδριο (στο Νταβός τον Ιανουάριο του 2014) πρέπει να θυμηθούν, πως σε πάρα πολλές χώρες απολαμβάνουν τα οφέλη της ανάπτυξης πολύ λίγοι άνθρωποι. Αυτό δεν αποτελεί συνταγή για την σταθερότητα και τη βιωσιμότητα». Είναι τραγικό, σύμφωνα με μη αμφισβητούμενα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η επικεφαλής της οργάνωσης Oxfam Winnie Byanyima, ο πλούτος 1,7 τρις. Δολαρίων που ανήκει στους 85 πλουσιότερους ανθρώπους στον κόσμο να αντιστοιχεί στο εισόδημα, που έχει το φτωχότερο 50 % του παγκόσμιου πληθυσμού. Αυτά τα στοιχεία σε κοινωνίες, οι οποίες αντιμετωπίζουν οικονομική κρίση όπως η Ελλάδα, ενεργοποιούν άμεσα το θυμικό σε σχέση με τη διαμόρφωση της κοινής γνώμης, η οποία μετά εύκολα πιστεύει σε εξιδανικεύσεις και φαντασιώσεις και υποκύπτει στη «γοητεία» της χειραγώγησης.

Σημαντικό ρόλο στη δημιουργία κλίματος στην κοινή γνώμη παίζουν επίσης τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και κυρίως τα ηλεκτρονικά. Τα τελευταία διαθέτουν τα μεγάλα όπλα της εικόνας και του θεάματος, τα οποία αποτελούν εργαλεία στο πλαίσιο της αντιληπτικής ικανότητας του ανθρώπου και της διαμόρφωσης άποψης. Το κακό δε είναι, ότι αυτό που παραουσιάζει ο τηλεοπτικός φακός στις οθόνες του καταναλωτή του θεάματος δεν είναι το σύνολο της πραγματικότητας αλλά ένα τμήμα της μόνο. Αυτό που αποτυπώνει ο τηλεοπτικός φακός έχει τοπικά όρια και δεν σημαίνει αυτομάτως, ότι μπορούν να εξαχθούν γενικεύσιμα συμπεράσματα. Για κάτι τέτοιο θα έπρεπε να προηγηθούν ορθολογικές με επιστημονική τεκμηρίωση αναλύσεις, οι οποίες υπερβαίνουν τα τοπικά όρια και εντάσσουν το αποσπασματικό τηλεοπτικό θέαμα στο πλαίσιο της γενικότερης πραγματικότητας. Μόνο έτσι θα μπορούσαν να διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις για την ανάπτυξη μιας κριτικής σχέσης της κοινής γνώμης με την δυναμική της εξέλιξης. Αυτό που γίνεται όμως στην πράξη από τα Μ.Μ.Ε. κινείται στην αντίθετη κατεύθυνση. Η μεγάλη ταχύτητα των εξελίξεων σε συνδυασμό με την μεγάλη πυκνότητα του τηλεοπτικού χρόνου και τα οικονομικοπολιτικά συμφέροντα, τα οποία ελέγχουν τα Μ.Μ.Ε., έχει οδηγήσει την λειτουργία της ενημέρωσης στην υποκατάσταση ακόμη και της κρίσης του πολίτη-καταναλωτή του θεάματος. Το σύστημα της ενημέρωσης διαχειρίζεται με αυτό τον τρόπο πολιτικό φορτίο και μπορεί να επηρεάζει και να διαμορφώνει σε σημαντικό βαθμό την κοινή γνώμη. Δεν είναι υπερβολή ο όρος «τηλεοπτική δημοκρατία». Και αυτό πρέπει να αλλάξει. Ειδάλλως η λήψη δεσμευτικών αποφάσεων για το μέλλον θα αποτελεί προνόμιο ολιγάριθμών πολιτικών και οικονομικών ελίτ και η κοινή γνώμη θα εκφυλισθεί πλήρως σε χειραγωγημένη παράμετρο νομιμοποίησης ενός συστήματος, το οποίο δεν λειτουργεί με βάση το κοινωνικό συμφέρον. Βεβαίως θα υπάρξουν και αιρετικές μειοψηφίες, οι οποίες στο όνομα αντισυστημικών επικλήσεων θα προκαλούν ακόμη μεγαλύτερες κοινωνικές ανισορροπίες, διότι δεν θα έχουν επεξεργασμένες ρεαλιστικές προτάσεις για την επόμενη μέρα. Οι μεγαλοστομίες και οι καλές προθέσεις δεν αρκούν.

Ιδιαιτέρως μάλιστα με μια κοινή γνώμη, η οποία αισθάνεται ανασφαλής, στηρίζεται στο θυμικό και δεν διαμορφώνει άποψη και στάση μετά από συστηματικό και ορθολογικό διάλογο, η προοπτική είναι δυσοίωνη. Και αυτό ισχύει σε όλο του το μεγαλείο σε σχέση με την ελληνική κοινή γνώμη. Την θρέφουν τόσο ο πολιτικός λόγος των κομμάτων όσο και τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας. Βολεύονται πολύ περισσότερο, όταν απευθύνονται σε καταναλωτές πολιτικής και θεάματος και όχι όταν θέτουν προτάσεις και ακριβή αποτύπωση μιάς έστω αποσπασματικής πραγματικότητας στην κρίση ορθολογικά σκεπτόμενων πολιτών. Το δεύτερο προϋποθέτει πολιτική λειτουργία, η οποία υπερβαίνει την απλή διαχείριση εξουσίας και κινείται με βάση την ουσιαστική πολιτική επικοινωνία. Αυτό παρουσιάζει πάντα την αλήθεια και δεν προσπαθεί να χειραγωγήσει πλασάροντας φαντασιώσεις. Βεβαίως κάτι τέτοιο συνεπάγεται μεγαλες τομές και μεταρρυθμίσεις στον τρόπο οργάνωσης των κοινωνικών συστημάτων, από το πολιτικό και το οικονομικό μέχρι το εκπαιδευτικό και το υγείας. Ιδιαιτέρως στο σύστημα εκπαίδευσης πρέπει να δοθεί προτεραιότητα για αλλαγές, οι οποίες θα συμβάλλουν στην διαμόρφωση των προϋποθέσεων για την μετάβαση της ελληνικής κοινωνίας στο επίπεδο αυτών, που βασίζονται στη γνώση και στις τεχνολογικές της εφαρμογές. Μπορεί το ελληνικό πολιτικό σύστημα να γίνει καταλύτης για την δημιουργία μιας κοινής γνώμης με ποιοτικά χαρακτηριστικά; Μέχρι τώρα δεν φαίνεται να το μπορεί, ούτε και να το επιθυμεί. Αυτό τεκμαίρεται από το περιεχόμενο και το επίπεδο του πολιτικού λόγου και διαλόγου. Πολύ περισσότερο θα μπορούσαν να συμβάλλουν προς αυτή την κατεύθυνση, όσες δομές της κοινωνίας πολιτών έχουν δυναμικά χρακτηριστικά. Βεβαίως είναι λίγες. Από κάπου πρέπει να γίνει η αρχή. Η προσπάθεια των 58 κινείται προς αυτή την κατεύθυνση. Ίσως αποτελέσει το σπέρμα για αλλαγή νοοτροπίας,εάν προχωρήσει εγκαίρως με επιτυχία.Δεν είναι εύκολο. Δεν υπάρχει όμως χρόνος για άλλες καθυστερήσεις. Η κοινωνία βουλιάζει.