Στα χρόνια της χρεοκοπίας πολύς λόγος έγινε για την αναγκαιότητα αναμόρφωσης του πολιτικού συστήματος. Άλλωστε, οι παθογένειές του μας οδήγησαν στην έρημο της κρίσης. Και βέβαια, παρά τις διακηρύξεις όλων, εξακολουθεί και λειτουργεί με τις ίδιες δομές και τους ίδιους κανόνες. Το χειρότερο είναι ότι συνεχίζει να βρίσκεται σε διάσταση με τις πραγματικές ανάγκες και απαιτήσεις της χώρας, της οικονομίας και της κοινωνίας. Το υπόδειγμα που επικράτησε μετά τη Μεταπολίτευση, όχι μόνο αμφισβητείται, αλλά υιοθετείται πλήρως ακόμη κι απ’ εκείνους που έβαλλαν –υποτίθεται– εναντίον του.
Οι καταγγελίες του Αλέξη Τσίπρα για το φθαρμένο και διεφθαρμένο πολιτικό κατεστημένο αποδείχθηκαν άσφαιρες. Εξάλλου, ο εναγκαλισμός του με τις πλέον παρακμιακές δυνάμεις το επιβεβαιώνει. Εκτός του ότι επέλεξε να συνεργαστεί με τους ακροδεξιούς ΑΝΕΛ, αγκάλιασε και το αναχρονιστικό παλαιό ΠΑΣΟΚ. Επιλογές κάθε άλλο παρά τυχαίες. Κοινό υπόστρωμά τους ο ακραίος και επικίνδυνος εθνολαϊκισμός. Η συγκεκριμένη συμπαράταξη ακύρωσε τη δυνατότητά του να εκπροσωπήσει ένα αληθινά νέο ρεύμα. Έτσι μπορεί να εξηγηθεί και το γεγονός ότι τρία χρόνια τώρα δεν επεχείρησε την παραμικρή αλλαγή στο υπάρχον πολιτικό σύστημα. Το αντιμετωπίζει ως κάτι αμετάβλητο και στατικό, επιδιώκοντας την αναπαραγωγή του.
Η κυβέρνησή του, παρόλο που επιδεικνύει πρωτοφανή αφομοίωση των μνημονιακών δημοσιονομικών πολιτικών, καμιά παρωχημένη πολιτική δομή δεν προτίθεται να αλλάξει. Περιορίζεται στην τυπική διαχείριση εκμεταλλευόμενη στο έπακρο τα πλεονεκτήματα που της παρέχει η εξουσία. Μάλιστα, επιχειρεί χωρίς καμιά αναστολή την ποδηγέτηση των θεσμών, και πρωτίστως της Δικαιοσύνης, τη χειραγώγηση της ενημέρωσης, την επιβολή μιας άνευ προηγουμένου κομματοκρατίας. Η αναδόμηση του πολιτικού συστήματος βρίσκεται εκτός της ατζέντας της. Αντιθέτως, προέταξε την καθιέρωση της απλής αναλογικής, με απώτερο σκοπό τον κατακερματισμό των κομματικών δυνάμεων, αδιαφορώντας για την ακυβερνησία που θα επιφέρει. Τελευταία ανέσυρε και την κατάτμηση της Β’ Αθηνών, απλώς και μόνο για να προκαλέσει προβλήματα στην αντιπολίτευση.
Ωστόσο οι επιλογές που γίνονται με μοναδικό γνώμονα το κομματικό συμφέρον δεν συνιστούν τομή. Για την αναβάθμιση της πολιτικής -για την οποία «κόπτονταν» μέχρι πρότινος οι συριζαίοι- δείχνουν απίστευτη αποστροφή. Η πραγματοποίηση των αυτονόητων ρυθμίσεων, όπως η μείωση του αριθμού των βουλευτών, το ασυμβίβαστό τους με την ιδιότητα του υπουργού, η θεσμοθέτηση ανωτάτου ορίου θητειών τους, η καθιέρωση των μονοεδρικών περιφερειών, αναμφίβολα θα αναζωογονούσαν το αφυδατωμένο και αγκυλωμένο σύστημα. Το κυριότερο, θα συνέβαλαν στην αντιμετώπιση της υπαρκτής και έντονης κρίσης εκπροσώπησης.
Το πρόβλημα, ενώ παραμένει μεγάλο, δεν φαίνεται να προβληματίζει ούτε τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Η ΝΔ διστάζει να προτείνει οτιδήποτε ρηξικέλευθο, για να μην δυσαρεστήσει την κομματική της νομενκλατούρα. Αποτέλεσμα, να νοθεύεται και σ’ αυτό το θέμα η μεταρρυθμιστική επαγγελία του Κυριάκου Μητσοτάκη. Αποκαλυπτικό δε είναι ότι οι τολμηρές αλλαγές που προτείνει με άρθρο του ο βουλευτής της, πρώην πρύτανης του ΕΚΠΑ, Θόδωρος Φορτσάκης αποδοκιμάστηκαν από τον αντιπρόεδρο της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης Άδωνι Γεωργιάδη, και το κόμμα του φάνηκε να τις απαξιώνει. Μεταρρυθμιστική άπνοια διακρίνει και το νεότευκτο Κίνημα Αλλαγής. Αποφεύγει να διατυπώσει προτάσεις για τις απαιτούμενες τομές, υποστηρίζοντας εν τέλει τη διατήρηση του παλιού μοντέλου. Αν και ο χώρος της Κεντροαριστεράς διαθέτει δυνάμεις που εκφράζουν ενδιαφέρουσες και καινοτόμες απόψεις, εντούτοις η ηγεσία του ΚΙΝΑΛ ενσαρκώνει πολιτικές του παρελθόντος.
Πάντως το χρεοκοπημένο πολιτικό σύστημα πολιτεύεται εκτός οικονομικής και κοινωνικής πραγματικότητας, επιτείνοντας την κρίση νομιμοποίησής του. Δεν αντιλαμβάνεται πως η επιστροφή στην κανονικότητα προϋποθέτει εκ βάθρων αλλαγές και αναδιατάξεις στον τρόπο πολιτικής οργάνωσης και διεύθυνσης. Οι κατεστημένες δυνάμεις, ακολουθώντας κοντόφθαλμες και απαίδευτες πολιτικές περισσότερο νοιάζονται για την εδραίωση και την αναπαραγωγή της εξουσίας τους. Ταυτίζουν την τύχη τους με τη συντήρηση του υφιστάμενου σκηνικού. Μολονότι αυτό συνεπάγεται βαρύ φόρο για την ελληνική κοινωνία. Στην ουσία το κομματικό σύστημα επιμένει σε φαντασιακές ιεραρχίες και απολιθωμένες δομές, επιδιώκοντας την κλωνοποίηση τους. Αρνείται να συνδράμει σε ένα νέο εποικοδόμημα που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες και απαιτήσεις της εποχής