Το πρόβλημα με τους δημόσιους υπαλλήλους δεν είναι τόσο ο αριθμός τους, όσο, πόσο καλές και πλήρεις είναι οι υπηρεσίες που προσφέρουν. Η αλήθεια είναι ότι πολλές χώρες έχουν περισσότερους δημόσιους υπαλλήλους ως αριθμό και ως ποσοστό στον πληθυσμό, αλλά αν οι δικοί μας δημόσιοι υπάλληλοι πάνε να ζήσουν για λίγο και να δουλέψουν εκεί, θα ντραπούν. Στην Ελλάδα, όλα τα δημόσια συστήματα υπηρεσιών, από τα ληξιαρχεία που μόλις … μηχανογραφήθηκαν, στα σχολεία με 16 … γυμναστές στον Άη – Σράτη, στα νοσοκομεία που ακόμη «βάζουν … διπλογραφικό», στα δικαστήρια με τις 10ετείς καθυστερήσεις, στις εφορίες, παντού, η ποιότητα των υπηρεσιών είναι προβληματική. Το έργο που προσφέρεται στους «πελάτες», δεν αξίζει τα λεφτά που πληρώνουμε.
Γνωρίζω μία νοσηλεύτρια που ανήκει στο σπάνιο είδος ανθρώπου που λατρεύει τη δουλειά του. Είκοσι χρόνια, νοσηλεύτρια χειρουργείου στον ιδιωτικό τομέα, έμεινε άνεργη το 2010 και προσελήφθη το 2011, μέσω ΑΣΕΠ, σε μικρό δημόσιο νοσοκομείο, που όμως δεν διαθέτει χειρουργικό τομέα. Το μικρό αυτό νοσοκομείο πρόκειται να συγχωνευθεί με άλλο μεγάλο, όπου η Κατερίνα θα δουλέψει πάλι στο χειρουργείο. Μέχρι να γίνει η συγχώνευση, θα είναι «σε κινητικότητα». Όταν ολοκληρωθεί, θα είναι πλήρως παραγωγική. Αυτή η σχέση κινητικότητας – παραγωγικότητας, παραμένει στο ημίφως της συζήτησης που γίνεται πρόσφατα.
Το Κράτος στην Ελλάδα ποτέ δεν ήταν καλό να εξηγεί γιατί και πώς κάποιες από τις ρυθμίσεις που προωθούνται είναι χρήσιμες. Ίσως επειδή συνήθως οι ρυθμίσεις αυτές είχαν και κάποια «κρυφή ατζέντα». Ίσως επειδή γίνονταν «στο γόνατο». Ίσως επειδή, συχνά, οι νομοθετούντες δεν ήξεραν τι ακριβώς νομοθετούσαν. Πολλές από τις νομοθετικές ρυθμίσεις της τελευταίας δεκαετίας στην Υγεία, για παράδειγμα, ανήκουν σε αυτές τις κατηγορίες. Ακραίο παράδειγμα οι περίφημες «Συγχωνεύσεις των Νοσοκομείων». Ο Υπουργός που ανακοίνωσε και προέβαλε το σχέδιο, το 2011, «κατάντησε» να νομοθετεί κάποιες ασήμαντες συνενώσεις μερικών κλινικών που αμφιβάλλω αν έχουν ολοκληρωθεί ακόμη. Και όμως, οι λειτουργικές συνενώσεις των νοσοκομείων, είναι ο μόνος τρόπος να βελτιωθεί η παραγωγικότητα του νοσοκομειακού τομέα. Ενώνοντας δυνάμεις, αξιοποιώντας το προσωπικό, τον εξοπλισμό και τις υποδομές, μπορούμε να μειώσουμε άχρηστες δαπάνες και, με τα ίδια χρήματα, να βελτιώσουμε κατά πολύ την ποσότητα και την ποιότητα των υπηρεσιών που προσφέρουμε σήμερα. Αυτή είναι η σωστή απάντηση στην ανησυχία των πολιτών, που εντείνεται από την πολιτική αξιοποίηση υπαρκτών προβλημάτων και την οικονομική κρίση.