Στο επίκεντρο της επικαιρότητας είναι βασικά δύο θέματα: τι γίνεται τελικά με την «οικονομία» και πόσο «σταθερή» είναι η τριτοκομματική κυβέρνηση και κατ? επέκταση το πολιτικό σύστημα. Είναι μεν διαφορετικά θέματα, που όμως αλληλοεπηρεάζονται. Με αυτήν την έννοια πρέπει πάντα να «σταθμίζουμε» την επιρροή του ενός έναντι του άλλου…
Στην οικονομία συγκρούονται πολιτικά δύο εκδοχές, ως προς τις εξελίξεις. Η μία του κ. Σαμαρά που βλέπει ένα «success story» και η άλλη του κ. Τσίπρα που βλέπει να έρχεται η «καταστροφή». Με δυο λόγια, πάμε σε μια κατεύθυνση «οικονομικής σταθεροποίησης» ή προς ένα «πλήρες αδιέξοδο»; Παρότι εξακολουθούν να υπάρχουν σε «υψηλό βαθμό» δομικά προβλήματα της κρίσης, ήτοι ύφεση, χρέος και ανεργία, εντούτοις για πρώτη φορά αρχίζουν να εμφανίζονται «εσωτερικά στοιχεία», «δείκτες» και ενδείξεις, που συνηγορούν υπέρ μιας «αναστροφής» του καταστροφικού καθοδικού σπιράλ της οικονομίας.
Τα δημοσιονομικά έχουν τεθεί υπό σχετικό έλεγχο. Η ανταγωνιστικότητα έχει βελτιωθεί σημαντικά, όπως και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Το επενδυτικό ενδιαφέρον (κάθε κλίμακας) είναι προφανές ότι αρχίζει να «ξυπνάει» κ.ο.κ. Εν πάση περιπτώσει, η δημοσιονομική και χρηματοπιστωτική διάσταση της οικονομίας δείχνει τάσεις ομαλοποίησης.
Το σημαντικότερο είναι ότι αυτό γίνεται σε ένα -όπως εξελίσσονται τα πράγματα- ευνοϊκότερο ευρωπαϊκό πλαίσιο, καθώς αμφισβητούνται οι γενικευμένες πολιτικές λιτότητας, επισημαίνονται οι συστημικές ευρωπαϊκές αδυναμίες και αναζητούνται νέες ισορροπίες. Από την άλλη μεριά, οι εξελίξεις αυτές εμπεριέχουν μεγάλη εσωτερική ρευστότητα, ενώ η τάση σταθεροποίησης (δημοσιονομική, χρηματοπιστωτική) δεν διαχέεται άμεσα στην πραγματική οικονομία. Δεν ανακουφίζει πάραυτα τα νοικοκυριά. Θέλει χρόνο διάχυσης και ωρίμανσης. Η κοινωνική αντοχή εξακολουθεί να δοκιμάζεται σκληρά. Ομως, υπάρχουν πραγματικά στοιχεία αισιοδοξίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην «ελληνική καταστροφή» δεν «ποντάρει» σχεδόν κανείς πια στην Ευρώπη, εκτός από την… ελληνική αντιπολίτευση!
Το παράδοξο είναι ότι το Μαξίμου μέσα σε μία τέτοια συγκυρία επέλεξε μια διεθνή – ευρωπαϊκή υποχρέωση της χώρας (αντιρατσιστικό νομοσχέδιο) να τη μετατρέψει σε αιτία «ρωγμής» στο εσωτερικό της κυβέρνησης, υποτασσόμενο σε μικροκομματικές σκοπιμότητες. Παράλληλα, διέλυσε το δημοκρατικό «υγειονομικό τείχος» πέριξ της ΧΑ, βοηθούσης και της ανακολουθίας του ΣΥΡΙΖΑ (υπαναχωρώντας και τα δύο «κόμματα του διπολισμού» από τις αρχικές θέσεις τους), με αποτέλεσμα στο τέλος τα… τέσσερα «αντιρατσιστικά σχέδια» που διασύρουν το σύνολο του πολιτικού κόσμου. Γιατί να μην «τρίβει τα χέρια της» η ΧΑ;
Ερώτημα πρώτο: Η πολιτική αστάθεια λόγω του εσωτερικού κυβερνητικού ρήγματος πόσο εξυπηρετεί το… «success story» του κ. Σαμαρά;
Ερώτημα δεύτερο: Πόσο μπορεί να υποστηριχθεί από ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ μια κυβέρνηση με τόσο έντονα μονοκομματικά χαρακτηριστικά και αντίστοιχες πρακτικές στη λειτουργία της; Και ερώτημα τρίτο: Ο ΣΥΡΙΖΑ άραγε πιστεύει ότι η αντιμετώπιση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας είναι θέμα «αντιμνημονιακού μπλοκ»; Δυστυχώς η πολιτική σύγχυση είναι μεγάλη…