Είναι γνωστή η ρήση του Μιτεράν ότι «πολιτική είναι η διαχείριση των συμβόλων». Θα τρίζουν βέβαια τα κόκκαλα του, μετά τις τελευταίες εξελίξεις στο Σοσιαλιστικό κόμμα της Γαλλίας. Αφενός, γιατί το πάλαι ποτέ κραταιό ιστορικό κόμμα-σύμβολο δεν έχει καταφέρει να συνδέσει τις σοσιαλδημοκρατικές αξίες και αρχές με μια νέα στρατηγική και ένα σύγχρονο πολιτικό σχέδιο, με αποτέλεσμα να καταποντιστεί στις τελευταίες προεδρικές εκλογές. Αφετέρου, και το χειρότερο, γιατί η απόφαση του να προσδεθεί στην ετερόκλητη συμμαχία υπό τον αριστερό λαϊκιστή και αντιευρωπαϊστή Μελανσόν στις επερχόμενες κοινοβουλευτικές εκλογές στη Γαλλία προοιωνίζει την πλήρη εξαφάνιση του.
Εν αρχή λοιπόν ο λόγος και το περιεχόμενο της πολιτικής για το σήμερα και το αύριο, με ατζέντα τις απαντήσεις στις πολλαπλές κρίσεις, προκλήσεις και αβεβαιότητες που ταράζουν τις κοινωνίες και τις διεθνείς ισορροπίες και αυξάνουν τους κινδύνους για την επιβίωση του πλανήτη. Είναι οι νέες πολιτικές προτάσεις και τακτικές των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες που τα οδήγησαν σε ανάκαμψη και, ταυτόχρονα, έκτισαν ένα νέο ελπιδοφόρο αντιλαϊκιστικό πλαίσιο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, παρά τις δυσκολίες.
Στα καθ΄ ημάς, μιλώντας για τον κεντροαριστερό σοσιαλδημοκρατικό φορέα, πολλές ήταν οι προσπάθειες ανανέωσης της τελευταίας δεκαετίας και πολλά τα διαφορετικά ονόματα που δοκιμάστηκαν για να συμβολίσουν μια νέα αρχή (ΕΛΙΑ, ΠΑΣΟΚ-Δημοκρατική Παράταξη, Δημοκρατική Συμπαράταξη, ΚΙΝΑΛ), χωρίς όμως αποτέλεσμα και με μονοψήφια απήχηση.
Αυτό που πιστεύω ότι τελικά έλειψε, ήταν ένα νέο πολιτικό προγραμματικό περιεχόμενο με άντληση των αναγκαίων διδαγμάτων από το παρελθόν, ουσιαστική αυτοκριτική για τα κακώς κείμενα που κόστισαν στο χώρο και στη χώρα, συγκρότηση ενός λειτουργικού ανοικτού κόμματος, σταθερή αντιπαράθεση στο λαϊκισμό, στον κρατισμό και στο συντεχνιασμό που εμποδίζουν τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις στη λειτουργία της δημοκρατίας, την απονομή της δικαιοσύνης, την ποιότητα των δημόσιων υπηρεσιών, τη θεσμική και παραγωγική ανασυγκρότηση, στα οποία οι διεθνείς δείκτες αποτυπώνουν μια τραγική σύγκριση για τη χώρα.
Πριν 4 χρόνια ιδρύθηκε το Κίνημα Αλλαγής ως ένα βήμα ανανέωσης και ενότητας, μετά από εξαντλητικές διαδικασίες που προσέλκυσαν ευρύτερες δυνάμεις. Η ιδρυτική του όμως πράξη δεν ακολουθήθηκε από παραγωγή πολιτικής για ένα νέο σύγχρονο πολιτικό σχέδιο, δεν ξεπεράστηκαν οι παλιές νοοτροπίες και πρακτικές, δεν διαμορφώθηκε μια πολιτική προγραμματικών συμμαχιών, αφενός, για τα ευρύτερα εθνικά θέματα και αφετέρου, για τη διακυβέρνηση της χώρας (η πολιτική ούτε-ούτε δεν έπεισε).
Φοβάμαι ότι η νέα φάση ονοματολογίας υποβαθμίζει εκ των πραγμάτων την αντιμετώπιση των κύριων αυτών πολιτικών προβλημάτων. Η επαναφορά του παλιού ονόματος και των παλιών συμβόλων θα εντείνει την παρελθοντολογία και δεν θα βοηθήσει τον απερίσπαστο πολιτικό σχεδιασμό στις νέες συνθήκες. Στενεύει δε το εύρος της δυνητικής απήχησης και δεν ελκύει ιδιαίτερα τους νέους. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν αποτελούν κεκτημένο της παράταξης το έργο της σε εθνικά, κοινωνικά και θεσμικά θέματα και οι πολιτικές εκσυγχρονισμού και συμμαχιών που εφάρμοσε σε κρίσιμες ιστορικές στιγμές για τη χώρα.
Ας στραφούμε λοιπόν στα πραγματικά ελλείμματα και ας κρατήσουμε το όνομα «Κίνημα Αλλαγής» που άλλωστε προέκυψε από ένα μεγάλο συνέδριο. Οι 270.000 πολίτες που προσήλθαν στις κάλπες τον περασμένο Δεκέμβριο για την εκλογή του νέου Προέδρου, διακήρυξαν ξανά την ανάγκη για την ενδυνάμωση αυτού του φορέα, με ένα νέο ξεκίνημα. Και σε κάθε περίπτωση, είναι σίγουρο ότι για τους πολίτες αυτούς δεν αρκεί μια αλλαγή ονόματος, αν αυτό συμβεί.