Το είχα αντιληφθεί ότι πραγματικά πιστεύουν οι συριζαίοι πως η νίκη τους στις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου είχε εκτός των άλλων και υπερφυσικές ιδιότητες. Οπως το έχουν αντιληφθεί και όλοι στην Ευρώπη το τελευταίο πεντάμηνο αντιμετωπίζοντας την επιμονή του Αλ. Τσίπρα και της κυβέρνησής του στον ισχυρισμό ότι «η εκφρασθείσα λαϊκή βούληση του ελληνικού λαού θα πρέπει να είναι σεβαστή».
Σε αυτή τη λογική βασίστηκε η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ που αξίωνε (και αξιώνει) από τους εταίρους και δανειστές μας να συνεχίσουν να μας δανειοδοτούν, αλλά χωρίς να μας επιβάλλουν περιοριστικά μέτρα, επειδή ο ελληνικός απέρριψε τη λιτότητα και όποιος δεν υποτάσσεται σε αυτή την επιλογή του δεν είναι σωστός δημοκράτης και «δεν σέβεται τη λαϊκή εντολή».
Εκείνο που μου είχε διαφύγει, όμως, είναι πως για τους συριζαίους οι μεταφυσικές ιδιότητες της «λαϊκής εντολής» δεν εξαντλούνταν μόνο στον προαναφερθέντα τομέα. Επεκτείνονται και σε άλλους, όπως μου δόθηκε η ευκαιρία να διαπιστώσω από μία επισήμανση της προέδρου της Βουλής. Και για την ακρίβεια την επίθεσή της εναντίον του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, όπου τον κατηγόρησε ότι η έκθεση που της απέστειλε δεν σέβεται, εκτός των άλλων, και τη «λαϊκή εντολή».
Σύμφωνα με τη θεωρία, λοιπόν, της Κωνσταντοπούλου αφ’ ης στιγμής ο ελληνικός λαός υιοθέτησε με το ποσοστό που υιοθέτησε τις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, η Τράπεζα της Ελλάδος δεν έχει το δικαίωμα να εκτιμά ότι η ακολουθούμενη από τον Τσίπρα και τον Βαρουφάκη διαπραγματευτική τακτική είναι ενδεχόμενο να οδηγήσει τη χώρα εκτός της Ευρωζώνης αρχικά αλλά και εκτός της Ευρωπαϊκής Ενωσης στη συνέχεια. Είναι… ασέβεια προς τη λαϊκή εντολή.
Και πολύ φοβάμαι ότι θα έχει και συνέχεια η επίκληση της μεταφυσικής αυτής ιδιότητας της λαϊκής ψήφου και κάποια στιγμή, αργά ή γρήγορα, είναι ενδεχόμενο να βρεθεί ο καθένας μας αντιμέτωπός της. Διότι αν είναι ασέβεια να προβλέπει η Τράπεζα της Ελλάδος τα βράχια της αποπομπής από την Ευρωζώνη, δεν είναι απείρως χειρότερο ολίσθημα η όποια δυσμενής πρόβλεψη για το μέλλον από τον έναν ή τον άλλο πολιτικό ή δημοσιογράφο για τις δημοσιονομικές ή άλλες εξελίξεις; Και κάπου εδώ η επιστήμη ξανασηκώνει τα χέρια ψηλά.