Κι αν ο Λαζαρίδης έχει (κάποιο) δίκιο;

Δημήτρης Φύσσας 21 Σεπ 2013

Ο Χρύσανθος Λαζαρίδης, βουλευτής Επικρατείας της ΝΔ και στενός συνεργάτης του πρωθυπουργού, με αφορμή τη συζήτηση για το φόνο του Παύλου Φύσσα, δήλωσε, ως γνωστόν, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται «εκτός συνταγματικού τόξου». Μετά τη γενική κατακραυγή (και περισσότερο μέσα από τη ΝΔ), ανασκεύασε μερικά, μιλώντας απλά για «δυο άκρα».

Τρία στοιχεία, νομίζω, μπορεί να προσάψει κανείς στην άποψη Λαζαρίδη.

Πρώτο, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι μόνο οι «Σκουριές» και τα «γουναράδικα», οι υστερίες της Κωνσταντοπούλου ή η ημικάλυψη στους μπάχαλους. Είναι επίσης μερικοί μετριοπαθείς πολιτικοί, όπως ο Δραγασάκης, ο Παπαδημούλης ή ο Σταθάκης. Είναι ακόμα και η πορεία προς την κυβέρνηση, που ίσως ερμηνεύει κάποιες υπερβολές. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι όλα αυτά μαζί, όχι τα μισά.

Δεύτερο, το λεγόμενο τάιμινγκ. Τη στιγμή που έχει γίνει ο φόνος στο Κερατσίνι, το να ασχολείσαι με το ΣΥΡΙΖΑ ερμηνεύεται σαν καθαρή αντιπολιτευτική ξεροκεφαλιά, που πάει να εξισώσει καταστάσεις.

Τρίτο, πέραν του ΣΥΡΙΖΑ, υπάρχει το ΚΚΕ. Το οποίο φανερά φανερότατα καλλιεργεί τη βία υπό την κάλυψη κάποιου συνδικάτου που ελέγχεται από το ίδιο. Εντελώς πρόσφατο παράδειγμα, τα γεγονότα στο «Carfour» της Χαλκίδας, όπου οι λεβέντες έδειραν τον αστυνομικό διευθυντή Εύβοιας. Χτυπώντας το ΣΥΡΙΖΑ, που είναι ο άμεσος εκλογικός σου αντίπαλος, συγκαλύπτεις το ΚΚΕ.

Ο Λαζαρίδης όμως έχει κατά τη γνώμη μου δίκιο σε δυο επισημάνσεις του.

Η μία: ότι μεγάλο μέρος της βίας έχει αριστερή προέλευση. Κι αν σας πειράζει ότι το λέει ο Λαζαρίδης, διαβάστε τα πρόσφατα βιβλία του Ψυχογιού, της Φραγκουδάκη, του Παπασαραντόπουλου. Κι αν το ΚΚΕ «ειδικεύεται» στη σωματειακή – συνδικαλιστική βία, άλλοι δρουν αλλού: Η «17 Νοέμβρη», τα Δεκεμβριανά του 08, οι τρεις φόνοι στη «Μαρφίν», ο εμπρησμός στο «Αττικόν», πολλές από τις επιθέσεις κατά πολιτικών ή δημοσιογράφων, οι εν ψυχρώ επιθέσεις κατά αστυνομικών τμημάτων ή ο φόνος του Σάββα στα Πατήσια- όλα αυτά είναι ή δεν είναι αριστερή βία; Όλοι δεν το παραδεχόμασταν αυτό πριν το φονικό στο Κερατσίνι; Εκτός αν δικαιολογείται η «καλή βία στο όνομα του λαού», που μάλιστα αυτόματα την ξεχνάμε, και «κακιά» είναι μόνο η νεοναζιστική βία.

Η δεύτερη: ο φόβος της κλιμάκωσης. Αν αύριο δολοφονηθεί ένας χρυσαυγίτης σε αντίποινα, τι θα γίνει; Αν στις διαδηλώσεις και (αντι)συγκεντρώσεις που γίνονται αυτές τις μέρες χυθεί κι άλλο αίμα, ποιος θα έχει την ευθύνη; Ο Λαζαρίδης «χτύπησε καμπανάκι», όπως το είπε ο ίδιος. Ζήτησε εκτόνωση και ψυχραιμία. Άδικο έχει; Δεν πρέπει να χαμηλώσει η στάθμη του μίσους και να επιμεριστούν ευθύνες στο Ρουπακιά ή σε όποιον άλλο κρίνει η συντεταγμένη πολιτεία ότι του αναλογούν;

Επαναλαμβάνω: ευθύνες σε όποιον κρίνουν τα όργανα της συντεταγμένης πολιτείας, μας αρέσει ή όχι. Διαφορετικά, η μεταπολιτευτική μας δημοκρατία -με όλα τα κουσούρια της, αλλά πάντως δημοκρατία- κινδυνεύει.

Διαφωνώ απόλυτα, και το έχω γράψει δημόσια, με τη συντηρητική, εθνικιστική, σχεδόν ακροδεξιά στροφή του παλιού μου συναδέλφου στην ΕΦΕΕ το ΄76 -΄78. Αλλά στα δυο παραπάνω σημεία, σήμερα, έχει δίκιο.