Όλοι, όσοι μας εκπλήσσουν με το πάθος τους για το ΣΥΡΙΖΑ, έχουν κατά κανόνα ένα κοινό χαρακτηριστικό: Συνήθως είναι μέλη των διαφόρων λόμπι που λυμαίνονται τη χώρα. Όπως οι μανδαρίνοι της κρατικής γραφειοκρατίας και των ΔΕΚΟ ή τα μέλη εκείνων των συντεχνιών, που σιτίζονται με τα προνόμια που απέκτησαν εις βάρος της κοινωνίας. Είναι αυτοί που, ως αυθεντικοί «ιδιώτες», έχουν αποκτήσει συνείδηση των συμφερόντων τους. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, επιδιώκουν να υπάρχουν κυβερνήσεις αδύναμες, προκειμένου να τις ελέγχουν ή – το χειρότερο – χωρίς αρχές, ώστε να συναλλάσσονται μαζί τους «κάτω από το τραπέζι». Είναι, με άλλα λόγια, εκείνοι οι συμπολίτες μας που έχοντας υιοθετήσει τη θατσερική πρόληψη πως «κοινωνία δεν υπάρχει», θεωρούν ότι αυτό που οι υπόλοιποι αποκαλούμε κοινωνία, είναι για τους ίδιους μία «απαίσια αγγαρεία, που μοιραία κακοδαιμονία τους εμποδίζει να αποφύγουν». Με άλλα λόγια, είναι όσοι – τώρα με την κρίση -απαιτούν να πληρώσουν μόνον οι άλλοι.
Τους συναντάμε κάθε μέρα. Είναι ο γείτονας, ο οποίος περιφέρει τη «δυστυχία» του, εμποτισμένη με χολή και μίσος, επειδή ο μισθός του στη ΔΕΚΟ έπεσε στα 2.000€ ή η σύνταξή του στα 1500€ κ.ο.κ. Και όλα αυτά, δίπλα σε ανέργους και οικονομικά κατεστραμμένους.
Ως προς την κομματική «καταγωγή» τους, είναι οι πρώην πελατειακοί κομματικοί στρατοί, οι οποίοι, επειδή η διατήρηση του καθεστώτος που τους «γέννησε» είναι όρος για τη διάσωση των προνομίων τους, προσπαθούν σήμερα απεγνωσμένα να καθηλώσουν τη χώρα στο παρελθόν της, επιλέγοντας φανατικά ΣΥΡΙΖΑ.
Και η επιλογή τους είναι συνειδητή και κυνική. Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ έδωσε ήδη εξετάσεις και αποδείχτηκε «δικός» τους. Αφού, όλα τα χρόνια της κρίσης, υπερασπίστηκε αποκλειστικά τα προνόμια των εν λόγω συντεχνιών. Αδιαφορώντας μάλιστα για το προφανές: Ότι η συγκεκριμένη στάση, συνιστούσε εκδήλωση ωμότητας και υποκρισίας απέναντι στους ανέργους. (Αν κάποιος αποδείξει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έβγαλε έστω και ένα «κιχ», όταν οι δικαστές «άρπαξαν» το πλεόνασμα που με αιματηρές θυσίες πετύχαμε, στερώντας το από ανέργους, ζητώ δημοσίως συγγνώμη. Και όχι μόνον, αλλά για τιμωρία μου, δεσμεύομαι να ψηφίσω ΣΥΡΙΖΑ, εν γνώσει μάλιστα των συνεπειών της ψήφου μου).
Τα «οργισμένα» μέλη των συντεχνιών αυτών, προβάλλοντας το συλλογικό τους ήθος στο ΣΥΡΙΖΑ, επιχειρούν να μας πείσουν σήμερα, ότι ο τελευταίος είναι ακίνδυνος, διότι δεν εννοεί αυτά που λέει. Όταν μάλιστα τους επισημάνεις την πραγματικότητα, ότι δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ εννοεί αυτά που λέει, μειδιούν και σε αντιμετωπίζουν ως αφελή, που πιστεύει σε παραμύθια. Έχοντας μάλιστα έτοιμο το δικό τους ζωτικό μύθο, σου πετάνε με συγκατάβαση για την αφέλειά σου: «Έλα μωρέ που πιστεύεις ότι έχουν σκοπό στο ΣΥΡΙΖΑ να κάνουν αυτά που λένε». Επιχειρούν έτσι να πείσουν το συνομιλητή τους, ότι όλα όσα υπόσχεται ο ΣΥΡΙΖΑ για ρήξη με τους εταίρους μας – «αν μας αναγκάσουν» λέει τελευταία – είναι απλώς εσωτερικές καφενειακές «μαγκιές». Επικαλούνται δηλαδή την ελαφρότητά του, ως προσόν του.
Και αν πάλι τους επισημάνεις ότι η δέσμευση του ΣΥΡΙΖΑ να υποχρεώσει τους εταίρους μας και τις αγορές «να χορεύουν», σημαίνει ρήξη μαζί τους, πράγμα που πάει να πει υποχρεωτικό χορό του Ζαλόγγου για τη χώρα, ακούς τις πιο απίθανες απαντήσεις. Το μόνο που ακόμη δεν έχει ακουστεί, είναι το εξής: Ότι όταν ο κ. Τσίπρας διακηρύσσει πως θα κάνει τους εταίρους μας «να χορεύουν», δεν εννοεί αυτό που όλοι οι άλλοι εννοούμε με την έκφραση «θα σε χορέψω». Αλλά ότι κυριολεκτεί και άρα εννοεί ακριβώς το αντίθετο. Ότι δηλαδή θα ντυθεί τσολιάς και με χορευτικά συγκροτήματα θα περιοδεύσει την Ευρώπη, όπου με νταούλια και ζουρνάδες θα ξεσηκώνει τις πλατείες, καλώντας σε χορό τους θαμώνες τους. (Με αυτή την εκδοχή μάλλον θα συμφωνούσαμε όλοι. Και όχι μόνον, αλλά ευχαρίστως θα μετείχαμε στα χορευτικά συγκροτήματα).
Για να σοβαρευτούμε.
Εμείς, αντίθετα με τους ψηφοφόρους του, παίρνουμε το ΣΥΡΙΖΑ στα σοβαρά. Που πάει να πει πως είμαστε απολύτως πεισμένοι για την ειλικρίνειά του, όταν υπόσχεται ρήξη με τους εταίρους μας. Και δεν πρόκειται για αφέλειά μας. Διότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει σοβαρούς ιστορικούς, ιδεολογικούς και πολιτισμικούς λόγους να το επιχειρήσει. Άλλωστε, τόσο η εχθρότητα των σταλινικών απέναντι στους δυτικούς θεσμούς, όσο και το μίσος της Ανατολής απέναντι στη Δύση, των οποίων φορέας είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, αποτελούν εγγύηση για την αντιδυτική ειλικρίνειά του και βεβαίως για τον χορό του Ζαλόγγου, που μαζί του θα χορέψει η χώρα.
Και ξέρουμε καλά πως αδιαφορούν για τη χώρα και το λαό της, την ώρα ακριβώς που τους επικαλούνται. Διότι οι φανατικοί δεν αγαπούν. Μόνο θυσιάζουν. Διότι οι φανατικοί δεν σκέφτονται. Μόνο πιστεύουν. Δεν είναι τυχαίο το εξής απλό, από τις δημόσιες παρουσίες τους: Σε κάθε λογικό ερώτημα, απαντούν με συνθήματα. («Ο λαός θα αποφασίσει», «Η κυβέρνηση με τη νωπή εντολή», «Η αξιοπρέπεια του λαού μας» κ.ο.κ.). Και η τραγωδία είναι ότι πιστεύουν στη μαγική δύναμη των συνθημάτων τους. Όπως οι μυθομανείς στα ψέματά τους. Ή όπως κάποιοι άλλοι, στα μάγια. Γι’ αυτό και θα κυβερνήσουν με συνθήματα. Και τότε η τραγωδία δεν θα έχει τελειωμό.
Έτσι λοιπόν, σε όλους εκείνους που, κλείνοντάς μας πονηρά το μάτι, ρητά ή υπόρρητα μας διαβεβαιώνουν ότι στο ΣΥΡΙΖΑ δεν εννοούν αυτά που λένε, διότι εκείνοι που καθορίζουν την πολιτική του, ενεργούν ως πολιτικοί απατεώνες, οπότε δεν πρέπει να ανησυχούμε, απαντάμε ευθέως: Μακάρι να ήταν έτσι. Διότι ο απατεώνας γνωρίζει τα όριά του. Ενώ ο φανατικός, που έχει μόνο βεβαιότητες και απαντήσεις – ποτέ ερωτήσεις – δεν γνωρίζει κανένα όριο. Και δυστυχώς, εκεί στο ΣΥΡΙΖΑ, όχι μόνον δεν είναι απατεώνες οι άνθρωποι, αλλά ειλικρινείς και φανατικοί εχθροί της Δύσης. Αρκεί να θυμίσουμε ότι οι ίδιοι άνθρωποι «άνοιγαν σαμπάνιες» στην Κουμουνδούρου, όταν στη Γαλλία, ο συνασπισμός ακροδεξιών και σταλινικών υπερίσχυσε και καταψηφίστηκε το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα.
Επειδή όμως πείθονται μόνον οι πεισμένοι, οπότε δεν είναι εύκολο να πείσουμε τους εν λόγω «καλοθελητές» για την ειλικρίνεια του ΣΥΡΙΖΑ, δικαιούμαστε τουλάχιστον, λίγο πριν ψηφίσουμε, να τους απευθύνουμε το ερώτημα: Κι αν έχουμε εμείς δίκιο και στο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι απατεώνες, τότε ποιος θα μας σώσει από το χορό του Ζαλόγγου;