Ο Μητροπολίτης Πειραιώς ήταν σαφής αναφερόμενος σε άρθρο του στην «παράχρηση της ανθρώπινης φυσιολογίας, που αποτελεί την τραγική σωματική πρακτική της ομοφυλοφιλίας». Ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας μας διαβεβαίωσε ότι «η Εκκλησία δεν έχει ομοφυλόφιλους» - ούτε και θέση στην αγκαλιά της γι αυτούς εννοείται - ενώ η Ιερά Σύνοδος ξεκαθάρισε ότι «τα παιδιά δεν είναι ούτε κατοικίδια ούτε αξεσουάρ για όποιον θέλει να νιώσει κηδεμόνας». Δικαίωμά τους φυσικά να λένε ότι θέλουν όπως και δικαίωμα των πολιτών στους οποίους απευθύνονται να ακούνε - και να πιστεύουν - ότι θέλουν.
Τα ερωτήματα δημιουργούνται αυτονόητα. Το πρώτο απευθύνεται προς την ηγεσία της Εκκλησίας: Γιατί επέλεξαν οι ιεράρχες τις μέρες της γιορτής της αγάπης για να δηλητηριάσουν τη γιορτινή ατμόσφαιρα με τα ομοφοβικά και μισαλλόδοξα Χριστουγεννιάτικα μηνύματά τους; Το δεύτερο ερώτημα απευθύνεται προς την πολιτική ηγεσία της χώρας. Για πόσο καιρό ακόμα θα ανέχεται κηρύγματα που αμφισβητούν τον κοσμικό χαρακτήρα του κράτους μας; Για πόσο καιρό ακόμα η «επικρατούσα θρησκεία» θα παρεμβαίνει ανοιχτά σε θέματα που αφορούν τα νόμιμα δικαιώματα των πολιτών;
Τα επόμενα ερωτήματα απευθύνονται στους πολιτικούς εκείνους που σπεύδουν να προαναγγείλουν την αρνητική τους στάση στο Κοινοβούλιο της χώρας, σε περίπτωση που έρθει από την κυβέρνηση προς ψήφιση το νομοσχέδιο για τα τον γάμο και την τεκνοθεσία των ομόφυλων ζευγαριών. Να μην συνειδητοποιούν ότι έτσι, μπορεί να κερδίζουν κάποιες ψήφους οι ίδιοι, κυρίως όμως σπρώχνουν ψηφοφόρους στην κάλπη εκείνων που διαλαλούν από το βήμα της Βουλής ότι τις μέρες αυτές «ανοίγουν οι πύλες της κολάσεως και βγαίνουν τα δαιμόνια που πειράζουν τον λαό του Θεού»;
Να μην (θέλουν να) γνωρίζουν οι πολιτικοί αυτοί ότι στα δημοκρατικά πολιτεύματα η ποιότητα της δημοκρατίας καθορίζεται από τον σεβασμό των δικαιωμάτων των μειοψηφιών;