Χημεία και τέρατα

Χρήστος Λιόλιος 23 Σεπ 2022

Δέκα και κάτι χρόνια πριν, στις εκλογές του Μαΐου του 2012, είχαμε, για πρώτη φορά ταυτόχρονα, πολυκερματισμό των πολιτικών δυνάμεων και άνοδο των άκρων, ως αποτέλεσμα της πλήρους απαξίωσης της πολιτικής, που με την σειρά της οδήγησε στην κατάρρευση του κραταιού δικομματισμού της Μεταπολίτευσης. Λίγο καιρό νωρίτερα, η συγκυβέρνηση των δύο ιστορικών πολιτικών αντιπάλων, του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ. -με την πρόθυμη στήριξη της «κοινοβουλευτικής ακροδεξιάς» του ΛΑΟΣ- έσπασε κάθε ταμπού ασύμβατης συνεργασίας και  απενοχοποίησε την ιδέα των συμμαχικών κυβερνήσεων. Η κυβέρνηση Σαμαρά (Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ), που προέκυψε από τις εκλογές του Ιουνίου του ίδιου έτους, όπως και η συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ το 2015, ήταν η τελική απόδειξη ότι στην πολιτική, όπως και στον έρωτα, ποτέ μην λες ποτέ.

Τα «τέρατα» Μητσοτάκη

Η αναφορά μου στις κυβερνήσεις Παπαδήμου, Σαμαρά και Τσίπρα, γίνεται με αφορμή τα όσα περί «τερατογενέσεων» ακούστηκαν από το βήμα της ΔΕΘ, κυρίως από το στόμα του πρωθυπουργού και αφορούσαν πιθανή συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ-ΜέΡΑ25 (με την ανοχή, μάλιστα, του ΚΚΕ!). Από την μεριά του, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αφού καλοδέχθηκε το «σενάριο» Μητσοτάκη -καθώς εξυπηρετεί το προεκλογικό του αφήγημα περί προοδευτικής κυβέρνησης-, υποστήριξε ότι στην υπόλοιπη Ευρώπη οι συνεργασίες κομμάτων και μάλιστα κομμάτων που ανήκουν στην ίδια «πολιτική οικογένεια» ή -για να παραμείνουμε στην ρητορική Μητσοτάκη- στην ίδια «πολυκατοικία», είναι ο κανόνας και όχι η εξαίρεση.

Η ξαφνική αυτοδυναμία

Είναι αλήθεια ότι μέχρι τις εκλογές του 2019, οι περισσότεροι από εμάς, είχαμε πειστεί ότι η εποχή των αυτοδύναμων κυβερνήσεων είχε περάσει ανεπιστρεπτί. Τα κόμματα, πλέον, θα λάμβαναν τόσο μικρά ποσοστά, που θα χρειάζονταν συμμάχους προκειμένου να αποκτήσουν την δεδηλωμένη. Όμως, η σαρωτική επικράτηση Μητσοτάκη και η -λόγω εκλογικού νόμου- άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία της Ν.Δ., σταμάτησε κάθε κουβέντα για συνεργασίες και συμμαχίες. Ακόμα και ο ΣΥΡΙΖΑ, που επίσημα υποστηρίζει τις πολυκομματικές κυβερνήσεις και γι’ αυτό, μεταξύ άλλων, -λέει ότι- ψήφισε την απλή αναλογική, δεν έπαψε ποτέ να ονειρεύεται την αυτοδυναμία.

Συμφωνίες πριν και μετά

Ας επανέλθουμε στα της Ευρώπης. Πράγματι, η πλειονότητα των χωρών της Ε.Ε. έχει κυβερνήσεις συνεργασίας, όμως όχι απαραίτητα με κόμματα της ίδιας πολιτικής οικογένειας. Σε κάποιες χώρες, μάλιστα, συνηθίζεται οι πολιτικές δυνάμεις να ανακοινώνουν προεκλογικά τις συμμαχίες τους και να ονοματίζουν τον πολιτικό που θα ηγηθεί της μελλοντικής κυβέρνησης. Σε αυτές τις περιπτώσεις τα κόμματα που εντάσσονται στον ίδιο συνασπισμό, έχουν συνήθως κοινές πολιτικές καταβολές ή έστω ευρύτερες ιδεολογικές ταυτίσεις (πχ σοσιαλδημοκράτες, αριστεροί και πράσινοι από την μία, συντηρητικοί, χριστιανοδημοκράτες και φιλελεύθεροι από την άλλη). Υπάρχουν όμως και οι συνεργασίες που γίνονται μετεκλογικά και με βάση το αποτέλεσμα της κάλπης. Σε αυτές τις χώρες, οι συζητήσεις και οι ζυμώσεις κρατούν για μεγάλο χρονικό διάστημα και, βεβαίως, εμπεριέχουν και το στοιχείο του «παζαριού» για υπουργεία και αξιώματα.

Η ελληνική περίπτωση

Τι θα γινόταν, όμως, στην Ελλάδα αν έπρεπε να αντιμετωπίσει είτε το πρώτο, είτε το δεύτερο σενάριο; Φαντάζει εξωπραγματικό το ενδεχόμενο τα κόμματα να συγκροτούν προεκλογικούς συνασπισμούς, να λογίζονταν ως ενιαία συμμαχία, τα ποσοστά τους να αθροίζονται και ο νικητής να σχηματίζει κυβέρνηση συνεργασίας. Σε αυτό το πρώτο σενάριο, λοιπόν, το πιθανότερο θα ήταν ότι μόλις ένα κόμμα ανακοίνωνε ότι συμμετέχει σε συγκεκριμένη συμμαχία και με συγκεκριμένο υποψήφιο πρωθυπουργό, στην επόμενη δημοσκόπηση θα έβλεπε τους ψηφοφόρους του να έχουν μετακινηθεί ομαδικά στην αγκαλιά του μεγαλύτερου κόμματος.

Κίνδυνος κατάρρευσης

Σε ότι αφορά το δεύτερο σενάριο, ας θυμηθούμε την παράλυση ολόκληρου του κρατικού μηχανισμού μετά την παραίτηση της κυβέρνησης Παπανδρέου και πριν τον σχηματισμό της κυβέρνησης Παπαδήμου. Φανταστείτε αυτό το κλίμα -ακόμα και αν η χώρα δεν κινδύνευε με άμεση οικονομική κατάρρευση- να κρατάει, όχι για λίγες μέρες, αλλά για μήνες, προκειμένου τα κόμματα, που μετά τις εκλογές εξέφρασαν την επιθυμία να συνεργαστούν, να πρέπει να κάτσουν γύρω από ένα τραπέζι και να συμφωνήσουν -με σοβαρότητα- πάνω σε πολιτικές προτεραιότητες, αλλά και να μοιράσουν υπουργεία.   

Ζητείται ψυχραιμία

Οπότε ποια είναι η λύση; Οι μονοκομματικές και αυτοδύναμες κυβερνήσεις; Στη Δημοκρατία, λέμε, ότι δεν υπάρχουν αδιέξοδα και σίγουρα δεν χρειάζεται να κάνουμε «εισαγωγή» μοντέλου από κάποια άλλη χώρα της Ευρώπης. Όπως βρέθηκαν λύσεις, μπροστά σε πρωτόγνωρες -για τα ελληνικά δεδομένα- εμπειρίες μη αυτοδυναμίας και πολυδιάσπασης του πολιτικού σκηνικού, ακόμα πιο εύκολα θα βρεθούν απαντήσεις όταν αυτές θα αναζητηθούν με νηφαλιότητα και ψυχραιμία. Και αν οι προεκλογικές συμμαχίες και στηρίξεις υποψήφιων πρωθυπουργών είναι αρκετά προωθημένες για τις δικές μας πολιτικές συνήθειες, ας μην ξορκίζουμε από πριν την σοβαρή προγραμματική συζήτηση, με βάση τις επιλογές που θα έχουν κάνει οι ψηφοφόροι μέσω της κάλπης.