Οι πρόσφατοι διάλογοι στο υπουργικό συμβούλιο – όπως τους μάθαμε αρχικά από το δημοσιογραφικό ρεπορτάζ και στη συνέχεια από τις μη διαψευσθείσες λεπτομερειακές περιγραφές του Νίκου Κοτζιά – δεν ήταν παρά η δραματική απεικόνιση των συσσωρευμένων αδιεξόδων της κυβερνητικής πολιτικής. Η ανεξέλεγκτη σύγκρουση με χτυπήματα κάτω από το υπουργικό τραπέζι δεν ήταν παρά η επισημοποίηση των αδιεξόδων αυτών.
Οι – εντός και εκτός του ΣΥΡΙΖΑ – θιασώτες του προοδευτικού μετώπου, ως εναλλακτικής λύσης για τη διατήρηση της κυβερνητικής εξουσίας, βιάστηκαν να προβλέψουν «το τέλος της ανάρμοστης σχέσης» Τσίπρα-Καμμένου, διαπιστώνοντας γρήγορα ότι έκαναν όνειρα θερινής νυκτός και ότι ο πρωθυπουργός όντως εννοούσε την πανηγυρική δήλωσή του στο Ζάππειο «έχουμε πολύ δουλειά ακόμα Πάνο».
Κάποιοι έσπευσαν ωστόσο να βγάλουν το παρηγορητικό συμπέρασμα ότι ο Τσίπρας τουλάχιστον βγήκε κερδισμένος από τη σύγκρουση αυτή και παρέμεινε κυρίαρχος του παιχνιδιού της εξουσίας. Πέφτουν και σ’ αυτό έξω.
Ένας πρωθυπουργός που παρακολουθεί αμήχανος πρωτοκλασάτους υπουργούς του να ανταλλάσσουν βαριές κατηγορίες και υπονοούμενα, ένας πρωθυπουργός που ακούει ότι η κυβέρνησή του «τα πιάνει» από τον Σόρος «για να εξαγοράσει ξένους» και παραμένει άλαλος για να μην κινδυνεύσει την πρωθυπουργική του καρέκλα, είναι ένας αδύναμος πρωθυπουργός.