Κέρδη και απώλειες από τη συζήτηση για το σκάνδαλο Novartis

Ιωακείμ Γρυσπολάκης 23 Φεβ 2018

Οι απώλειες από την ολοκλήρωση της χθεσινής συζήτησης στη Βουλή είναι πολλές και έχουν εθνική διάσταση. Τη στιγμή, που η χώρα αντιμετωπίζει απειλές και προκλήσεις από κάθε κατεύθυνση, η κυβέρνηση κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια, προκειμένου να διχάσει τον πολιτικό κόσμο, να πολώσει τους πολίτες και να αποπροσανατολίσει τις συζητήσεις από τα φλέγοντα θέματα. Θέματα, όπως αυτά του αναπτυξιακού σχεδίου που πρέπει να εκπονηθεί για να βγει από το αδιέξοδο η χώρα, του νέου χωροταξικού χάρτη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που οφείλει η κυβέρνηση να εκπονήσει ώστε να τεθούν οι βάσεις της ανάπτυξης και της απασχόλησης, του «Μακεδονικού» προκειμένου να ηρεμήσει το βόρειο μέτωπο και να αρχίσει μία συνεργασία επί υγιών βάσεων με την γείτονα, της διένεξης με την Τουρκία και της προετοιμασίας εξόδου της χώρας από την οικονομική κρίση, έπεσαν πλέον σε τρίτη και τέταρτη μοίρα, προκειμένου να αποπροσανατολιστούν οι πολίτες. Αποδεδειγμένα πλέον, ακόμη και για τους αφελείς, μόνο μέλημα της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ είναι η διατήρηση και επέκταση του ελέγχου της εξουσίας. Και όλα αυτά για την ολοκλήρωση του σχεδίου υπαγωγής των πάντων υπό τον Ηγεμόνα. Τον Πατερούλη Τσίπρα.

Υπάρχει, όμως, και ένα μεγάλο κέρδος. Όλοι εκείνοι, που επεδίωκαν και προσπαθούσαν να μας πείσουν ότι «μία συμμαχία με τον υγιή ΣΥΡΙΖΑ είναι εφικτή» ή που διακήρυσσαν ότι «μας χωρίζει χάος από την ΝΔ» ή που προσπαθούσαν να μας περάσουν το μήνυμα «μετά τις εκλογές θα επιλέξουμε σύμμαχο», αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο συμμαχίας με τον ηττημένο ΣΥΡΙΖΑ, στερούνται πλέον τεκμηρίωσης ενός τέτοιου ενδεχομένου και επιχειρημάτων για την υποστήριξη μιας τέτοιας θέσης. Ο Βαγγέλης Βενιζέλος το είπε ξεκάθαρα στη χθεσινή βαρυσήμαντη ομιλία του στη Βουλή: «η κυβέρνηση στράφηκε εναντίον εμού και του Λοβέρδου, διότι είμαστε εκείνοι που αντιτιθέμεθα σε ενδεχόμενη συνεργασία της Δημοκρατικής Παράταξης με τον ΣΥΡΙΖΑ».

Με τη χθεσινή της ομιλία η κα Γεννηματά υποχρεώθηκε από τις συνθήκες πόλωσης, που προσπάθησε να επιβάλει η κυβέρνηση, να διαχωρίσει τη θέση της από τα ανωτέρω ενδεχόμενα και να κάνει πιο διακριτά πλέον τα σύνορα, που χωρίζουν το Δημοκρατικό Τόξο από το Αντιευρωπαϊκό, Λαϊκίστικο και Εθνικιστικό Τόξο. Η σύμπνοια ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ, Χρυσής Αυγής στη χθεσινή συνεδρίαση της Βουλής πόλωσε το κλίμα και έφερε εγγύτερα τις δυνάμεις της Κεντροδεξιάς και του Προοδευτικού Κέντρου. Απομένει πλέον μία ξεκάθαρη θέση, η οποία θα εκφράζεται με μία και μόνη φράση: «Με τις δυνάμεις, που προσπαθούν να πολώσουν το πολιτικό κλίμα, να ενοχοποιήσουν και στιγματίσουν κάθε πολιτικό τους αντίπαλο, να ελέγξουν κάθε ανεξάρτητη αρχή, της Δικαιοσύνης συμπεριλαμβανομένης, και να πατήσουν επί ερειπίων, προκειμένου να εγκαθιδρύσουν ένα ολοκληρωτικό καθεστώς, το Κίνημα Αλλαγής δεν έχει και δεν θα έχει και στο μέλλον σχέση. Αντιθέτως, με αυτούς μας χωρίζει τεράστια ιδεολογική, πολιτισμική και κοινωνική απόσταση. Θα είμαστε σταθερά απέναντι στις μεθοδεύσεις τους, θα ενημερώσουμε τους πολίτες για τον κίνδυνο που η χώρα διατρέχει από την συνεχιζόμενη παραμονή τους στην κυβέρνηση και εγγυόμαστε την κυβερνησιμότητα της χώρας μετά τις επερχόμενες εθνικές εκλογές». Μία τέτοια διακήρυξη από ένα ανοικτό ενωτικό συνέδριο με εκλεγμένους συνέδρους, που θα οδηγεί στην ίδρυση ενός νέου ενιαίου κόμματος του προοδευτικού και μεταρρυθμιστικού χώρου, θα δώσει νέα ώθηση. Κυρίως, θα κεντρίσει το ενδιαφέρον των προοδευτικών πολιτών, που τώρα παραμένουν ανήσυχοι, προβληματισμένοι και απόμακροι. Εάν, όμως παρ’ ελπίδα, αυτό δεν συμβεί, τότε το μόνο που θα πετύχουν θα είναι η πύκνωση των γραμμών εκείνου του κόμματος, που προβάλει ως το πιθανότερο να εκπαραθυρώσει το ολοκληρωτικό και εθνικολαϊκιστικό μόρφωμα που μας κυβερνά.

Τέλος, η χθεσινή συζήτηση της μεθόδευσης σπίλωσης των πολιτικών αντιπάλων της κυβέρνησης απέδειξε το ακόλουθο: Η στρατηγική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ δεν αρκεί. Είναι απλώς προϋπόθεση, δηλαδή αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη, ανασύνταξης του πολιτικού συστήματος. Η διάδοχος κατάσταση είναι η κύρια διακύβευση. Δηλαδή, ποια κυβέρνηση θα τον διαδεχθεί, ποιοι θα την στηρίξουν, από ποιους θα συγκροτηθεί, με ποια προτάγματα και με ποιο σχέδιο ανασυγκρότησης της χώρας θα πορευτεί. Γι αυτό προβάλουμε διαρκώς την αναγκαιότητα (α) εκσυγχρονισμού της ΝΔ με νέα πρόσωπα που θα επιδιώξουν τον πολιτικό φιλελευθερισμό και θα αποτάξουν τον λαϊκισμό, τον κομματισμό και τον κρατισμό και (β) συγκρότησης του μεσαίου χώρου σε ένα Προοδευτικό και Μεταρρυθμιστικό Κόμμα (και όχι ομοσπονδία υπαρχόντων παλαιοκομματικών μηχανισμών), το οποίο θα εκθέσει από τώρα έναν οδικό χάρτη εξόδου από την κρίση.