Όλες οι μεγάλες πολιτικές ανατροπές ή δημιουργίες έρχονταν πάντα, όταν κανείς δεν τις περίμενε. Που πάει να πει πως ουδέποτε προβλέφθηκαν.
Και δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν. Διότι η πολιτική – περί αυτής ο λόγος – ως ανθρώπινη δημιουργία, δεν βασίζεται σε κάποιους «ιστορικούς νόμους» που μαγικά προλέγουν το μέλλον, αλλά στη γνώμη και εν τέλει στη βούληση των πολιτών. Κάτι που επιβεβαιώνει το ρηθέν, ότι στην πολιτική «…δεν υπάρχει επιστήμη των μελλόντων και των ενδεχομένων» (Βλ. Κ. Καστοριάδης, «Μπροστά στον πόλεμο», Κεφ. Α΄).
Δεν είναι τυχαίο ότι συχνά αρκούσε ακόμη και ένα «ασήμαντο» ή «άσχετο» περιστατικό ή απλώς κάποιοι να ξεκινήσουν, ώστε να αλλάξει αιφνιδίως η ίδια η ροή της ιστορίας. Έτσι, κανείς δεν μπόρεσε να προβλέψει την «Αραβική Άνοιξη», αφού «…ποιος θα φανταζόταν ότι η αυτοπυρπόληση του Μοχάμεντ Μπουαζίζι, του Τυνήσιου πλανόδιου οπωροπώλη, θα σάρωνε μακρόβια καθεστώτα»; (Κώστας Αναγνωστόπουλος, «Ανάμεσα στο Ρομάντζο της επανάστασης και στο στερέωμα της αντίδρασης», εκδόσεις «Επίκεντρο», σελ. 65 επ.). Ποιος επίσης μπορούσε να προβλέψει ότι η υποψηφιότητα ενός υπουργού της προηγούμενης κυβέρνησης – χωρίς κόμμα μάλιστα – για την προεδρία της γαλλικής δημοκρατίας, θα ανέτρεψε όλο το πολιτικό σκηνικό της χώρας;
Για όσους λοιπόν δεν πιστεύουμε στην τερατώδη σύλληψη του κόσμου ως συνωμοσίας (των εβραίων κατά την δεξιά αντίληψη ή της «ιστορίας» κατά την αριστερή), η απουσία της δυνατότητας πρόβλεψης, γεννά μία οδυνηρή υποχρέωση: Να αντιλαμβανόμαστε τουλάχιστον «περί τίνος πρόκειται». Δηλαδή, σε κάθε περίπτωση, να μπορούμε να καταλάβουμε «τι τρέχει», τι μετράει περισσότερο, ποιο είναι το πλέον πιθανό να συμβεί και ποιο το απίθανο, έτσι ώστε να δρούμε με επίγνωση της πραγματικότητας.
Τι τρέχει λοιπόν με την υπόθεση της υπό συγκρότηση παράταξης της Κεντροαριστεράς; (Το πώς θα ονομαστεί η παράταξη, δεν έχει σημασία. Ο τίτλος θα νοηματοδοτηθεί από τα γεγονότα).
Πρώτα απ’ όλα, για να έχουμε επίγνωση της πραγματικότητας, η όλη κίνηση προέκυψε μέσα από την πιο βαθειά μιζέρια. Θυμίζουμε:
Μετά από σειρά αποτυχιών για την συγκρότηση της ενιαίας παράταξης, οι ηγεσίες του ΠΑΣΟΚ και του ΠΟΤΑΜΙΟΥ συμφώνησαν κάποτε στην δημιουργία ομάδας εργασίας, για την αναζήτηση κοινού τόπου. Τα μέλη αυτής της ομάδας – εξαιρετικά σοβαροί και υπεύθυνοι άνθρωποι – εδώ και πάνω από ένα χρόνο, κατέληξαν σε ομόφωνο θετικό πόρισμα.
Και τότε αποκαλύφθηκε ο εμπαιγμός! Διότι, μόλις καταγράφηκε πολιτική ομοφωνία, όταν δηλαδή δημιουργήθηκε η ευνοϊκότερη δυνατή συνθήκη για την ενότητα, ουδείς ξαναμίλησε για το πόρισμα, το οποίο έγινε ακατονόμαστο, σαν να ήταν ο «απαγορευμένος καρπός». Που πάει να πει πως οι εκατέρωθεν ηγεσίες δεν ήθελαν τη συμφωνία, προτιμώντας η κάθε μία το «μικρομάγαζο» που ελέγχεται.
Η στάση αυτή όμως αποκάλυψε και κάτι ιδιαίτερα σημαντικό. Ότι υποχρεώθηκαν τότε οι εκατέρωθεν ηγεσίες να συμμετάσχουν στην εκπόνηση των κοινών θέσεων, όχι επειδή ήθελαν κάτι τέτοιο, αλλά επειδή ήταν σοβαρή η πίεση γι’ αυτό, από ένα μέρος τη κοινωνίας. Και ότι συμμετείχαν «με βαριά καρδιά», για να αποφορτίσουν αυτήν την πίεση, ελπίζοντας η κάθε πλευρά, να παρεμποδίσει η άλλη την εκκίνηση των διαδικασιών για τον ενιαίο φορέα, ώστε να μην χρεωθεί αυτή την αποτυχία.
Έλα όμως που ο κόσμος στον οποίο απευθύνονται – στην πλειονότητά του βεβαίως – δεν βολεύεται με τεχνάσματα. Κάτι που φάνηκε αμέσως. Διότι ήρθε η δημοσκοπική ένδεια. Η οποία προοιωνιζόταν την βέβαιη εκλογική εξαφάνιση του ενός και την ήττα του άλλου.
Για λόγους λοιπόν εκλογικής επιβίωσης, αποφασίστηκε και πάλι η κίνηση της σχετικής διαδικασίας, μέσα στην απόλυτη μιζέρια. Η οποία, γι’ αυτό ακριβώς, προβλεπόταν να εκτυλιχθεί ως μία εσωτερική παράσταση απολιτικών μηχανισμών, με υποψήφιους κάποια αδιάφορα απολιτικά πρόσωπα. Τα οποία θεωρούν πως πολιτική είναι το αναμάσημα πληκτικών και ανόητων στερεότυπων, στη γλώσσα μάλιστα των μηχανισμών. Είναι αυτό που οδηγεί με βεβαιότητα στη συλλογική κατάθλιψη.
Και αιφνιδίως, η κίνηση αυτή πήρε απρόβλεπτες διαστάσεις. Ποια ήταν η αιτία; Η υποβολή υποψηφιότητας εκ μέρους του δημάρχου Αθηναίων. Η οποία έφερε σαφή πολιτικά χαρακτηριστικά. Έτσι, εκεί που κανείς δεν το περίμενε, με την υποβολή και μόνον της συγκεκριμένης υποψηφιότητας, μία «προστατευμένη» εσωτερική παράσταση κομματικών μηχανισμών, με προδιαγεγραμμένο αποτέλεσμα, τράπηκε αιφνιδίως σε δημόσια πολιτική διαδικασία. Δηλαδή σε υπόθεση της κοινωνίας. Είναι αυτό που της έδωσε αυτόνομη και ανεξέλεγκτη δυναμική.
Δεν είναι τυχαίο ότι μετά τη υποψηφιότητα Καμίνη, πολλά «προβλεπτικά» στελέχη, προεξοφλώντας στην επιτυχία του πολιτικού εγχειρήματος, έσπευσαν να καταγραφούν ως υποψήφιοι, έστω για να φέρουν αυτόν τον τίτλο στο πολιτικό βιογραφικό τους.
Και προεξοφλούν την επιτυχία, επειδή αντιλαμβάνονται «περί τίνος πρόκειται». Ότι δηλαδή, το τυχοδιωκτικό «αντιμνημονιακό» εγχείρημα στο οποίο μετείχε η ίδια η κοινωνία, αποδεικνύεται κάθε μέρα αυτό που ήταν: Τυχοδιωκτικό εγχείρημα.
Και όχι μόνον, αλλά και ότι η ηγεσία του τυχοδιωκτικού εγχειρήματος που συγκροτήθηκε από την εθνικιστική συνωμοσιολογική ακροδεξιά και την ομόλογή της αριστερά (η διαφορά τους είναι ότι στην κοινή τους συνωμοσιολογική ερμηνεία, η ακροδεξιά προσθέτει και εβραίους), σε ένα ανατριχιαστικό μάγμα με ό, τι πιο χυδαίο εξέβρασε το ΠΑΣΟΚ και υπό το κοινό πλέον όνομα ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, αποδεικνύεται κάθε μέρα αυτό που είναι: Ένας εσμός τυχοδιωκτών.
Άρα, έρχεται η στιγμή που η κοινωνία – ωθούμενη από ένα οιονεί «συλλογικό ένστικτο» αυτοσυντήρησης – αποζητά την κανονικότητα. Και κυρίως η στιγμή που καταλαβαίνει ότι η κανονικότητα βρίσκεται έξω από θιάσους γελωτοποιών και μακριά από συμμορίες τυχοδιωκτών.
Είναι επανάληψη αυτού που ζήσαμε, με πολύ μικρότερο βεβαίως κόστος, στην πρόσφατη ιστορία μας. Όταν μία πρωθυπουργική σύζυγος, εκμεταλλευόμενη την σωματική και ψυχική έκπτωση του τότε πρωθυπουργού, είχε συγκροτήσει «παρακυβέρνηση» από καφετζούδες, χαρτορίχτρες και ξεματιάστρες, με επικεφαλής τον γνωστό γελωτοποιό κ. Λαζόπουλο. Ήταν τότε που η λήψη κυβερνητικών αποφάσεων, εξαρτάτο από το «τί έλεγε το φλυντζάνι».
Και τότε ακριβώς λειτούργησε το αντίστοιχο «συλλογικό ένστικτο» αυτοσυντήρησης, ενός ολόκληρου πολιτικού χώρου. Όταν, παρά την συντονισμένη προσπάθεια και του κ. Λαλιώτη – πάλι τελευταία εμφανίζεται, προφανώς για κάτι ανάλογο – να παραμείνει το κόμμα στον Τσοχατζόπουλο, εν τούτοις αυτό πήγε στην αντίθετη κατεύθυνση. Και θριάμβευσε.
Είναι αυτό που αναμένεται, αν πετύχει και σήμερα το εγχείρημα για τη νέα παράταξη. Αν δηλαδή επιλεγεί ηγεσία που θα σηματοδοτεί όχι μόνον την αντίσταση στον τυχοδιωκτισμό και την υπεράσπιση της κανονικότητας – αυτά εκ των ουκ άνευ – αλλά και θα δίνει νόημα στην πολιτική. Διότι η πολιτική είναι και δημιουργία νοήματος.
Είναι αυτό που θα φέρει τη μεγάλη ανατροπή. Ώστε η νέα παράταξη να αναδειχθεί σε ένα από τα δύο μεγάλα κόμματα, ενώ το τυχοδιωκτικό μέτωπο των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ θα περιστέλλεται στα πραγματικά του όρια και θα παλεύει για την είσοδό του στη Βουλή. Για να αποδειχθεί ακόμη μία φορά, πόσο κοντά είναι ο θρίαμβος με τη μιζέρια.