Είναι η ώρα της αποτίμησης: είτε πριν τη δημιουργία είτε πριν την καταστροφή. Παλιότερα θα λέγαμε η ώρα του αναστοχασμού. Εγώ το λέω σύκα σύκα, σκάφη σκάφη.
Η ελληνική κρίση… Ασαφής και παρακινδυνευμένος όρος: τα προβλήματά μας, της ελληνικής πολιτείας, κοινωνίας, οικονομίας κ.τ.τ δεν περιορίζονται σε ένα προφανές χρονικό πλαίσιο αλλά τείνουν να αποκτήσουν διαστάσεις πέρα από τη συγχρονία. Τις επόμενες εβδομάδες θα εκτυλιχθεί ένα ακόμη επεισόδιο, ίσως το καθοριστικότερο. Ας ελπίσουμε πως τούτο θα συμβεί με μια νέα συμφωνία δανεισμού, που θα ακολουθείται από υποχρεώσεις και κανόνες. Ειδάλλως, το φάσμα της βίας και της δραχμής θα εκτινάξει την αγωνία μας μια κι έξω. Αυτή θα είναι η κατάληξη της ελληνικής πορείας: από τον κρατικό ή κρατικίστικο καπιταλισμό στη ρεπουμπλικανική φεουδαρχία, έως τον τελικό μαυραγοριτισμό.
Ορισμένες επισημάνσεις έχουν αξία για τον πολιτικοϊδεολογικό μας χώρο, τώρα που ξεθωριάζει το συγκαιρινό παρελθόν και που η συντηρητική δεξιά του ΚΙΝΑΛ ανασκουμπώνεται και διεκδικεί τη ρεβάνς: εις βάρος της προόδου και της λογικής.
Δε χωρά αμφισβήτηση ότι ο Δηλιγιάννης τών ημερών μας αξιώνει να ενσαρκώνεται στον Καραμανλή νεότερο –ο Τσίπρας στάθηκε ο επίδοξος Λουδοβίκος Βοναπάρτης και Μικροπερόν, του οποίου κατέρρευσε το οργανόγραμμα λόγω επίσπευσης της διαδοχής Γιούγκερ και της πρωτοβουλίας Τουσκ.
Δίπλα όμως στο Δηλιγιάννη καλό να υποδείξουμε όσους αρνήθηκαν να γίνουν οι θετικοί «κομιτατζήδες» του Δεληγεώργη (ιδρυτή του προοδευτικού εκσυγχρονιστικού Εθνικού Κομιτάτου και πρωτοπόρου της Εθνοσυνέλευσης και της βραχύβιας, αμήχανης αλλά αβασίλευτης μετά Όθωνα περιόδου και του ιστοριογραφικά αποσιωπημένου εμφύλιου προ της εγκατάστασης Γλύξμπουργκ).
Τέτοιος, ανάχωμα στη λογική και την ωφελιμότητα στάθηκε, εκών άκων, ο Γιώργος Παπανδρέου και η ανοικονόμητη και λαϊκιστική πολιτική του στα οικονομικά. Ανέλαβε (του παραδόθηκαν) τα ηνία του ΠαΣοΚ με τον τσαμπουκά του ονόματός του. Μολονότι συμπεριέλαβε στο Επικρατείας του 2004 Μάνο και Ανδριανόπουλο συντάχθηκε αμέσως με το λαϊκισμό του Καραμανλή και αποδέχθηκε την καταστροφική απογραφή. Όπως επίσης αποδέχθηκε και προώθησε τους ανθρώπους που το 2002 ανέκοψαν την ορθολογιστική, αναπτυξιακή, υπεύθυνη οικονομική πολιτική.
Κάποια χρόνια μετά, τις ημέρες του Σκανδάλου με τα δομημένα ομόλογα απομείωσε, ο ίδιος ο προαλειφόμενος για επόμενος πρωθυπουργός μας, την αξία των ελληνικών ομολόγων ζητώντας επιτακτικά μια επαναγορά που σήμαινε τον υπολογισμό τους κάτω από το 60% της υπεσχημένης αξίας τους.
Λίγο αργότερα στη μόνη φορά –υπό το βάρος της παγκόσμιας κρίσης στην αγορά των κρατικών ομολόγων και της εκτίναξης των τιμών του τραπεζιτικού χρήματος? που έδειξε κάποια υπευθυνότητα η κυβέρνηση Καραμανλή αρνήθηκε να ψηφίσει το πακέτο στήριξης των ελληνικών τραπεζών.
Ακολούθησε η «ανακάλυψη» Β/Μπαρουφάκη, η επίσκεψη στη… Ρωσία, η διοχέτευση αντιγερμανικών ψεμμάτων, η επίθεση στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα (που ακόμη δεν απέρριπτε τα ελληνικά ομόλογα), η τοποθέτηση Παπακωνσταντίνου στο ΥπΟικ, η προσκόλληση στον κρατικισμό που έριξε την αξία των 50 δισ. (που δεν αποκρατικοποίησε) του αρχικού Προγράμματος και φυσικά η νομιμοποίηση της ιδέας του Δημοψηφίσματος –το οποίο εφάρμοσαν οι πλατειομάχοι νικητές βυθίζοντας μας στο σκοτάδι της φεουδαρχίας.
Η ελληνική υπόθεση όντως έθεσε σε κίνδυνο την ευρωπαϊκή ενοποίηση, επειδή τα «ευρωπαϊστικά» κόμματα, όχι μόνο η ελληνική Δεξιά συντάχθηκαν υπηρετώντας το παράλογο. Η κατάντια μας διαχέεται στον κομματικό μας πολιτισμό (δε μιλούμε για τους απάνθρωπους και απολίτιστους των κυβερνώντων και του ναζιστικού πλουραλισμού μας).
Είναι άλλωστε τόσο εύγλωττο: το 15,4% του ΑΕΠ, ελλείμματος του 2009 δε συνιστά ενιαίο ποσό. Μέσες άκρες μπορεί να αναλυθεί: η σπατάλη και η διαφθορά δεν καλύπτουν πάνω από το 3,5%, η κρίση στην αγορά χρήματος τα έτη 2007 κ.ε. συνεισφέρει μετά βίας 1,5%, η κοινωνική ασφάλιση και η αμετροέπειά της ίσως 1,5%, τα στατιστικά ή άλλα σφάλματα 1%. Το υπόλοιπο, το ογκωδέστατο 8% του ΑΕΠ αφορά σε διαχρονική υστέρηση της ελληνικής οικονομίας (και πολιτείας), είναι κρατικισμός, υπερκολοστολόγηση, ανοργανωσιά, απουσία ανταγωνισμού και ελεγκτικών μηχανισμών, θεσμικά ελλείμματα, εκείνα για τα οποία κανείς δε μιλά κι όταν το κάνει καλύπτεται με γενικόλογες αναφορές και ποτέ με προγραμματικές προτάσεις, μελέτες σκοπιμότητας, τα αυτονόητα δηλαδή.
Τίποτα δεν είναι αυτονόητο. Έτσι: Ελευθερία Δικαιοσύνη και υπεράσπιση του Ευρώ.