Σύμφωνα με τις πρώτες ενδείξεις, η πρόσφατη ανάπτυξη της αμερικανικής οικονομίας οφείλεται κυρίως στη σόγια. Πάνω από το 50% των αμερικανικών εξαγωγών σόγιας καταλήγει στην Κίνα. Η Κίνα, όμως, επέβαλε δασμούς στα αμερικανικά προϊόντα και αναμένεται πως θα αρχίσει να εισάγει σόγια από τη Βραζιλία. Ετσι όσες χώρες εισάγουν συνήθως σόγια από τη Βραζιλία έσπευσαν να την προμηθευτούν από τις ΗΠΑ. Αυτή η προοπτική των δασμών οδήγησε προσωρινά σε εντυπωσιακή αύξηση των αμερικανικών εξαγωγών. Ανεξάρτητοι οικονομολόγοι εκτιμούν πως το δεύτερο τρίμηνο αυτή η αύξηση των εξαγωγών θα προσθέσει 0,6 εκατοστιαίες μονάδες στο ποσοστό ανάπτυξη.
Δυστυχώς, όμως, αυτήν την ανάπτυξη θα αναγκασθούμε να την επιστρέψουμε με το παραπάνω μερικούς μήνες αργότερα. Χάρη στον εμπορικό πόλεμο, οι τιμές της σόγιας έπεσαν κάθετα και οι αγρότες της Αϊόβας προσγειώθηκαν ανώμαλα. Αυτά σας τα διηγούμαι για να σας θυμίσω πως ο εμπορικός πόλεμος του Ντόναλντ Τραμπ θα βλάψει πολλούς από αυτούς που τον ψήφισαν το 2016. Ανάμεσά τους τους αγρότες της Αϊόβας. Γενικά φαίνεται πως θα πλήξει τους οπαδούς του Τραμπ περισσότερο από τους εχθρούς του. Εν τω μεταξύ θα ωφεληθούν κάποιοι που δεν το περίμεναν. Οι αγρότες της Βραζιλίας. Παραθέτω το παράδειγμα της σόγιας, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για το τι θα συμβεί μέσα στον μήνα όταν θα δοθεί στη δημοσιότητα η εκτίμηση για το ΑΕΠ του δεύτερου τριμήνου. Το ποσοστό ανάπτυξης ίσως φανεί ικανοποιητικό, περίπου μια αύξηση του ΑΕΠ κατά 4%. Ο Τραμπ θα θριαμβολογήσει και θα ερμηνεύσει την είδηση ως απόδειξη ότι η πολιτική του αποδίδει καρπούς. Ορισμένοι δημοσιογράφοι ενδέχεται να τον επικροτήσουν. Τα στοιχεία για την ανάπτυξη του τριμήνου λένε ελάχιστα για τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της οικονομίας. Ορισμένα θεμελιώδη στοιχεία καταδεικνύουν ότι μέχρι στιγμής οι επιλογές του Τραμπ δεν αποδίδουν τίποτε απ’ όσα υποσχέθηκε. Σε ό,τι αφορά τα ποσοστά αύξησης του ΑΕΠ, μετά το τέλος της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, η ανάκαμψη είναι εντυπωσιακά σταθερή. Η απασχόληση αυξάνεται συνεχώς χωρίς να επηρεάζεται από τις πολιτικές εξελίξεις.
Πώς μπορούμε, τότε, να αξιολογήσουμε την οικονομική πολιτική του Τραμπ; Μόνον εξετάζοντας με ποιον τρόπο υποτίθεται ότι θα λειτουργούσαν οι πολιτικές του επιλογές και συγκρίνοντας τη θεωρία με το τι πραγματικά συμβαίνει.
Ας πάρουμε, για παράδειγμα, τις φοροαπαλλαγές που αποφάσισε ο Τραμπ το 2017. Υποτίθεται ότι μετά τη μείωση των εταιρικών φόρων θα αυξάνονταν οι επιχειρηματικές επενδύσεις. Ετσι θα αυξανόταν η παραγωγικότητα που με τη σειρά της θα μεταφραζόταν σε υψηλότερους μισθούς για τους εργαζομένους. Παρεμπιπτόντως, η ιδέα πως οι εργαζόμενοι θα επωφεληθούν άμεσα ήταν ανέκαθεν μια προφανής ανοησία και, βεβαίως, δεν συνέβη κάτι τέτοιο. Στην πραγματικότητα, οι ωριαίες αποδοχές ενός μέσου εργαζόμενου μειώθηκαν ελαφρώς τον Μάιο σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2017. Σε ό,τι αφορά την αύξηση των επενδύσεων, κανένας από τους σημαντικούς δείκτες δεν καταδεικνύει πως επίκειται αύξηση των επενδύσεων. Οι επιχειρήσεις που πράγματι επωφελήθηκαν από τις φοροαπαλλαγές χρησιμοποίησαν τα χρήματα για την επαναγορά μετοχών και τη χορήγηση υψηλότερων μερισμάτων, και όχι για επενδύσεις.
Δεν υπάρχει κανένας λόγος να πιστέψουμε πως η ανάπτυξη της αμερικανικής οικονομίας θα υπερβεί το 2% που προβλέπουν οι περισσότεροι οικονομικοί αναλυτές. Οι φοροαπαλλαγές ωφέλησαν τους κατόχους μετοχών, το 1/3 των οποίων είναι ξένοι. Οχι τους Αμερικανούς εργαζομένους. Δεν αποφέρουν όσα υποσχέθηκε ο Τραμπ. Βρισκόμαστε στην αρχή του εμπορικού πολέμου, αλλά η στρατηγική της κυβέρνησης μοιάζει να σχεδιάστηκε για να προκαλέσει τον μέγιστο δυνατό αυτοτραυματισμό. Τα πρώτα στοιχεία καταδεικνύουν μείωση των επενδύσεων, όχι αύξηση.
kathimerini.gr