Ήταν 66 χρονών, ήταν ανασφάλιστος, ήταν άρρωστος. Είχε όλες τις προϋποθέσεις στην Ελλάδα του 2014 για να πεθάνει αβοήθητος. Όπως και έγινε. Φοβάμαι πως η συγκεκριμένη περίπτωση -που ήρθε στο φως της δημοσιότητας από το Κοινωνικό Ιατρείο του Ελληνικού- δεν είναι η μοναδική. Σε μια χώρα, όπου ο πρόεδρος του ΕΟΠΥΥ εκτιμά ότι οι ανασφάλιστοι είναι 3 εκατ. άνθρωποι και ο υπουργός Υγείας δηλώνει πως δεν γνωρίζει πόσοι είναι (!), περιπτώσεις σαν και αυτή του 66χρονου ενδεχομένως να είναι πολλές. Πάρα πολλές.
Δεν προστρέχουν όλοι οι οικονομικά αδύναμοι και ανασφάλιστοι σε κάποιο κοινωνικό ιατρείο ώστε να πληροφορηθούμε όλες τις περιπτώσεις, δεν υπάρχουν πολλά κοινωνικά ιατρεία για να καλύψουν όλο αυτό τον κόσμο, υπάρχει συχνά και περίσσια δόση αξιοπρέπειας που δεν επιτρέπει σε ανθρώπους ν? αναζητούν τη βοήθεια κάπου αλλού. Περιμένουν στωικά λες, αυτό που θα τους ορίσει η μοίρα.
Η ιστορία δεν προσφέρεται για εκμετάλλευση. Ούτε για να τη χρησιμοποιήσεις ώστε να κερδίσεις μερικούς πολιτικούς πόντους παραπάνω, ούτε για να εμπορευτείς τη δραματοποίησή της και να την πουλήσεις στην κοινή γνώμη.
Η συγκεκριμένη ιστορία, χρειάζεται απλά ν? αναφερθεί. Ένας ανασφάλιστος πέθανε γιατί τα νοσοκομεία αρνήθηκαν να τον περιθάλψουν επειδή δεν είχε λίγα χρήματα. Ας σταθούμε έτσι απλά στην είδηση. Από μόνη της, μιλάει για όλα. Για μια ευρωπαϊκή χώρα στον 21ο αιώνα όπου οι άνθρωποι χωρίς χρήματα έχουν πολλές πιθανότητες να χάσουν τη ζωή τους. Γιατί αυτό συνέβη, έστω και αν εκ των υστέρων προσπαθούν να μας πείσουν πως θα τους δέχονται πια στα νοσοκομεία.
Η ιστορία, θα έχει το τέλος που έχουν όλες αυτές οι ιστορίες στον καιρό της κρίσης. Θα τη θεωρήσουμε σαν «κάτι που συνέβη». Μια ακόμα θλιβερή ιστορία που πληροφορηθήκαμε, που μας σόκαρε, αλλά που δεν είναι ικανή από μόνη της να μας ταρακουνήσει παραπάνω. Απλά την ακούσαμε, την είπαμε, τη συζητήσαμε με την απαραίτητη θλίψη αλλά ως εκεί. Κάτι που συνέβη. Θα τη χωνέψουμε κι αυτή. Όπως κάναμε με τόσες άλλες.
Τόσες άλλες, που όχι απλά τις δεχόμαστε πια ως ένα κομμάτι της καθημερινότητάς μας (ακολουθώντας ενός είδους κοινωνικό μιθριδατισμό). Αλλά και που τις ερμηνεύουμε μ’ έναν τέτοιο τρόπο, ώστε να πεταχτεί από επάνω μας, οποιουδήποτε τύπου μικρή ή μεγάλη ενοχή. Όσα συμβαίνουν, έχουν και μια δεύτερη ανάγνωση, πιο ισχυρή από την πρώτη. Αυτήν επιλέγουμε και με αυτήν πορευόμαστε.
Και το έχουμε κάνει αρκετές φορές αυτό. Στις ιστορίες με τα μαγκάλια, δεν έφταιγε η ανημποριά να ζεσταθούν οι άνθρωποι, έφταιγε πως δεν ήξεραν τους κινδύνους που κρύβει ένα αυτοσχέδιο μαγκάλι. Σε εκείνους που επέλεξαν το απονενοημένο, δεν έφταιγε η αδυναμία τους ν? ανταποκριθούν στα μέχρι χθες αυτονόητα, έφταιγε ο αδύναμος χαρακτήρας.
Κάπως έτσι ας ερμηνεύσουμε και την απώλεια του 66χρονου και ας γείρουμε στο άλλο πλευρό…