Σημειώσεις για την όραση της δημοκρατίας, 2.
Στις ανησυχίες για το εξασφαλισμένο ή μη των δημοκρατικών θεσμών στην Ελλάδα έρχονται να προστεθούν αμφότερα δυναμικά τα στοιχεία καθυστέρησης και αντίδρασης, που μεταλλάχθηκαν με τρομακτικό τρόπο μετά την είσοδο της Ελλάδας σε καθεστώς διεθνούς πιστωτικής προστασία.
α) το προφανέστερο: η επίδοση ρεκόρ της ακροδεξιάς στην Ελλάδα, η κινηματική της μορφή και η ριζοσπαστικοποίηση των ψηφοφόρων της, τους οποίους όμως οι συμπολίτες δεν απομονώνουν. Ο εκναζισμός της ελληνικής ακροδεξιάς κάθε άλλο επίσης παρά απέτρεψε την απροκάλυπτη συναίνεσή της με το εγχείρημα ΣΥΡΙΖΑ και την εναλλάγη και ανταλλαγή ακροατηρίων, συνθημάτων και τελευταία συμβόλων μεταξύ τους, σε μια διαδικασία η οποία ίσως έχει προγενέστερη αφετηρία και αυτής της φιλοσερβικής αιματηρής μονομανίας των συλλαλητηρίων για το Κόσσοβο και της φοβερής «Κλιντονιάδας» του 1999, όταν σύσσωμη αριστερά, δεξιά, ιερατείο, νεολαίες αγωνίστηκαν στα αγωνίσματα του αντιαμερικανισμού-αντιιμπεριαλισμού και της τουρκοφαγίας. Μια κάποια συναλλαγή κυβέρνησης και Χρυσής Αυγής ίσως, υποθέτω, να μην προέκυψε αλλά να στηρίζεται σε σιωπηρή στρατηγική ή αμοιβαία συμπάθεια (εξάλλου το θλιβερό και αποτρόπαιο καλοκαίρι του 2015 οι φαλλαγγίτες είχαν μόλις αποφυλακισμένοι και οργανωμένοι λάβει θέσεις μάχης, σίγουρα όχι υπερασπιζόμενοι τα ευρωπαϊκά ιδεώδη).
Έτσι και αλλιώς η αριστερή επικάλυψη του ΣΥΡΙΖΑ, το πουκάμισο του όφεως έχει ραφεί στην Καμπότζη του Πολ Ποτ και στη Ρουμανία του Τσαουσέσκου: δε γνωρίζω κανένα ανάλογο εργαστήριο ή φάμπρικα του Ευρωκομμουνισμού.
β) Το λιγότερο πρόδηλο: η δραστική αλλοτρίωση της συνείδησης των υπαλλήλων (και εργατών) του ευρύτερου δημοσίου. Έως και το Καλοκαίρι του 2012 η δημοσιοϋπαλληλική κατάσταση σε γενικές γραμμές εξαντλούνταν στην τήρηση της συνάρτησης πάτρωνα (ΝΔ-ΠΑΣΟΚ) και προστευόμενου. Στη νέα εποχή που εγκαινίασαν οι διπλές εκλογές του 2012 και καθόρισαν οι, επίσης, διπλές εκλογές του 2015 ο δημόσιος τομέας μετέβαλε μονομερώς τη συνάρτηση: έγινε ο πάτρωνας του εαυτού του. Η χειραφέτηση αυτή, καθώς και η πίεση της σκοπίμως ογκούμενης μάζας των εξαρτώμενων από τη γενική κυβέρνηση μη μόνιμων εργαζομένων του κράτους (και των περί αυτών οικογενειών) συνιστούν εφαλτήριο μακροημέρευσης της παρούσας κυβέρνησης. Μεγάλο μέρος του δημοσίου τομέα είναι έτοιμο να υπηρετήσει τους τωρινούς κυβερνώντας ξεπερνώντας τα ειωθότα και παραβαίνοντας τύπους και κανόνες, αρκεί να τηρηθεί ένας μη διαπραγματεύσιμος όρος: να μείνουν στο απυρόβλητο τα κοινωνικά και εργασιακά προνόμια των κρατικών υπαλλήλων και εργατών.
Πρόκειται για μια νέα ΕΡΕ (κατά την έκφραση του συνετού και διορατικού συνομιλητή μου, του φίλου Γιάννη Τσιμπουκίδη), ωστόσο από την ανάποδη: το «κράτος» αυτήν τη φορά δε θα δώσει τη μάχη υπέρ της παράταξης (ΕΡΕ) ούτε θα αποδεχθεί τους ακραίους παραταξιακούς συγγενείς στην εξουσία (συνταγματάρχες), όπως κάποτε. Το κράτος που κατ’ αποκλειστικότητα πια «ανήκει στους διεκπεραιωτές του» θα υποχρεώσει το «κόμμα»/παράταξη (ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, Χρυσή Αυγή) να δράσει υπέρ της «σωτηρίας των προνομίων». Τη δεκαετία του 1960 το «κράτος της Δεξιάς» «διέσωσε» τη χώρα από έναν πολιτικό κίνδυνο διαταράσσοντας το πολίτευμα. Στη σημερινή δυστυχή φάρσα η μέλαινα παράταξη θα κληθεί να διαλύσει τη χώρα (εκτρέποντάς την από την ευρωπαϊκή κεντρομόλο) για να αποσοβήσει την απώλεια των προνομίων των κρατικών υπαλλήλων (και κατ’ επέκταση των κοινωνικών και οικονομικών συναφειών τους).
Το ερώτημα πρέπει να επανατοποθετηθεί: πόσο μπορεί και θέλει η μέλαινα παράταξη να ενοποιηθεί υπό το κίνητρο της ματαίωσης των αναγκαίων και ωφέλιμων αλλαγών. Επίσης: θα της δοθούν οι κατάλληλες ευκαιρίες ή η ανοχή σε άλλα επίπεδα της κρατικής λειτουργίας, όπως για παράδειγμα το δικαστικό σώμα; Για το δεύτερο τα δείγματα γραφής μοιάζουν επαμφοτερίζοντα, πράγμα όχι πειστικά αισιόδοξο. Για το πρώτο αν ανατρέξουμε όχι συνολικά στη μεσοπολεμική Ευρώπη αλλά στα πεπραγμένα της δημοκρατίας της Βαϊμάρης οφείλουμε να είμαστε σκεπτικοί, μη ωστόσο απορριπτικοί, πολύ περισσότερο όταν σε τουλάχιστον δύο σημαντικούς δήμους της χώρας η διοίκηση ανατέθηκε από το λαό μας σε πελάτες της μέλαινας συνεργασίας: τόσο κατάδηλα, ώστε η σύμπλευση να ξεπερνά ακόμη κι όσα προηγήθηκαν και συνετέλεσαν στην απειλή για την ιταλική δημοκρατία τη δεκαετία του 1970. Θα μπορούσαν οπωσδήποτε να βρουν και αναλογίες στον εθνικιστικό πυρετό και την κατευθυνόμενη φρενίτιδα εναντίον των μειονοτήτων, που μεταπολεμικά, με κοινοβουλευτικά μέσα, μετέτρεψαν την Τσεχοσλοβακία σε κομμουνιστική απολυταρχία.