Τελικά, όπως και να το δεις, μια κανονική χώρα δεν θα το έλεγες πως είμαστε… Κάθε φορά που προκύπτει ένα μεγάλο θέμα που σπάει τη μονοτονία της μίζερης καθημερινότητάς μας -και δόξα τω Θεώ δεν μπορούμε να πούμε πως έχουμε παράπονο- εμείς έχουμε έναν ιδιόρρυθμο και παράδοξο τρόπο να τo αντιμετωπίζουμε και να τo συζητάμε.
Να θυμηθούμε λίγο το τι έγινε πριν από μερικές μόνο εβδομάδες, με το σίριαλ της διαβόητης υπόθεσης της λίστας Λαγκάρντ; Σε μια κανονική χώρα, από τη στιγμή που αποκαλύφθηκε αρχικά η ύπαρξη και στη συνέχεια η «απώλειά» της, την υπόθεση θα αναλάμβανε η τακτική δικαιοσύνη, ως προς το ενδεχόμενο ποινικό μέρος – και το άλλο, το ουσιαστικό κομμάτι, δηλαδή τη διερεύνηση και είσπραξη ενδεχομένως διαφυγόντων φόρων, οι αρμόδιες υπηρεσίες του κράτους. Εδώ έγινε ο κακός χαμός! Και δεν είναι δυνατό βέβαια να περνούσε χωρίς συζήτηση για τις πολιτικές ευθύνες που προφανώς υπήρξαν. Αντί αυτού όμως, εδώ το θέμα χρησιμοποιήθηκε (χωρίς επιτυχία) με χοντροκομμένο και απαράδεκτο ηθικά και πολιτικά τρόπο, ως σημαία ευκαιρίας για πολιτικά κέρδη και για εξόντωση πολιτικών αντιπάλων, με πολύ μικρότερη προσοχή και ενδιαφέρον για την ουσία της υπόθεσης.
Δες τε τώρα τι γίνεται αυτές τις τελευταίες μέρες, με το πολύ σοβαρό θέμα που προέκυψε μετά τα γεγονότα της Κοζάνης, τις ληστείες δηλαδή από τρομοκρατικές ομάδες και τις επεισοδιακές συλλήψεις από την αστυνομία. Kαι πάλι μία από τα ίδια! Ποιο είναι το πραγματικό πρόβλημα σε αυτήν την περίπτωση; Είναι το γεγονός ότι έχουμε μια αναβίωση και έξαρση της τρομοκρατίας, σε πολύ πιο μαζική και επικίνδυνη μορφή, που μαζί με την εξαιρετικά τεταμένη πολιτική και κοινωνική κατάσταση, απειλεί πολύ περισσότερο από κάθε άλλη φορά μεταπολιτευτικά, να δημιουργήσει εμφυλιοπολεμικού τύπου συγκρούσεις και συνθήκες αποσταθεροποίησης του κοινοβουλευτικού πολιτικού συστήματος. Άλλωστε, αυτός ήταν πάντα ο στόχος της τρομοκρατίας και αυτός παραμένει, με μεγαλύτερες όμως σήμερα δυνατότητες «παρέμβασης» και «επιτυχίας», αν δεν προσέξουμε.
Και τι κάνουμε εμείς, τι κάνει το κράτος, το πολιτικό σύστημα, τα ΜΜΕ, οι διαμορφωτές της κοινής γνώμης, απέναντι σε αυτό το σοβαρό πρόβλημα, ρίχνουμε στη βενζίνη σπίρτο και λάδι στη φωτιά; Η αστυνομία είχε αρχικά μία, χωρίς αμφιβολία, μεγάλη επιτυχία με την άμεση αντίδρασή της στα γεγονότα και την αναίμακτη σύλληψη τεσσάρων εκ των βαριά οπλισμένων τρομοκρατών. Αλλά αμέσως μετά, κατά πως φαίνεται, «πλάκωσαν στο ξύλο» τους συλληφθέντες και σα να μην έφθανε αυτό, περιφέρανε από κανάλι σε κανάλι και τις φωτογραφίες με τα πρόσωπα τους τουμπανιασμένα, παρά το photoshop που υπέστησαν για να γίνουν αναγνωρίσιμα, όπως είπε ο αρμόδιος επί της Δημόσιας Τάξης υπουργός! Τι «κατάφεραν» με αυτό; Εκτός από την κατάφωρη παραβίαση θεμελιωδών ανθρώπινων δικαιωμάτων και την επίδειξη μιας βλακώδους αστυνομικής αγριότητας, κατόρθωσαν να μετατρέψουν μια προφανή επιτυχία, σε επικοινωνιακό Βατερλό και τους δράστες από θύτες, σε θύματα! Έτσι, οι τρομοκράτες, με την ενέργειά τους αυτή, λεφτά μπορεί να μην «απαλλοτρίωσαν», αλλά τους πολιτικούς και επικοινωνιακούς τους στόχους τους πέτυχαν και με το παραπάνω.
Ο ΣΥΡΙΖΑ φυσικά και δεν έχασε αυτή την «ευκαιρία», για να μεταφέρει το θέμα και τη δημόσια συζήτηση στο επίπεδο που πιστεύει ότι τον εξυπηρετεί. Δηλαδή, από την αναγκαία πολιτική, ιδεολογική και ηθική καταδίκη κάθε είδους βίας και τρομοκρατίας, στην πολιτική αξιοποίηση των φαινόμενων αυτών και των «ενδογενών» αδυναμιών του κράτους και της αστυνομίας, στην κατεύθυνση της αποσταθεροποίησης της κυβέρνησης και της φθοράς ή και δολιοφθοράς των θεσμών.