Αναμφισβήτητα μεγάλος κερδισμένος των ευρωεκλογών είναι ο Ιταλός πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι, αφού σε σύνολο 73 εδρών, το Δημοκρατικό Κόμμα με 40,8% των ψήφων, εξασφάλισε 31 έδρες και στάθηκε ανάχωμα μεταξύ του παραδοσιακού λαϊκισμού του Μπερλουσκόνι και του επαμφοτερίζοντος, μεταξύ αριστεράς και δεξιάς, του Γκρίλο.
Τα ποσοστά του έρχονται σε ευθεία αντίθεση με τις δημοσκοπήσεις για την δημοφιλία του και το εύρος των προσδοκιών τον περασμένο Φεβρουάριο, όταν αντικατέστησε στην Πρωθυπουργία με «συνοπτικές διαδικασίες» τον Ενρίκο Λέττα, απαντώντας σε αυτούς που τον επέκριναν για αχαλίνωτη φιλοδοξία: «Εγώ μπορώ να περιμένω, η Ιταλία δεν μπορεί» και «η αριστερά που δεν αλλάζει μετατρέπεται σε δεξιά και χάνει την αξιοπιστία της προοδευτικής της ταυτότητας».
Σε συνεννόηση με το Βερολίνο και με στόχο να τονώσει την αγοραστική δύναμη, προχώρησε σε μειώσεις της φορολογίας συνολικού ύψους 10 δισ. ευρώ για τους χαμηλόμισθους εργαζομένους και σε πακέτο μείωσης των φόρων για τις επιχειρήσεις κατά 2,4 δισ. ευρώ δηλώνοντας ότι η κυβέρνησή του θα τηρήσει το αυστηρό όριο της ΕΕ για το δημοσιονομικό έλλειμμα (3% επί του ΑΕΠ), αλλά θα χαλαρώσει και θα επιβραδύνει την προσπάθεια για την επίτευξη ενός πολύ πιο δύσκολου στόχου, αυτόν του ισοσκελισμένου προϋπολογισμού, αφού οι «στοχευμένες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις αποδίδουν μεσοπρόθεσμα».
Παράλληλα, προχώρησε σε μείωση των αποδοχών των Διευθύνοντων Συμβούλων σε επιχειρήσεις που είναι μέτοχος το ιταλικό Δημόσιο, εξήγγειλε μέτρα στήριξης της οικονομίας με επενδύσεις 2 δισ. ευρώ σε σχολικά κτίρια και προγράμματα 1,7 δισ. ευρώ για την καταπολέμηση της ανεργίας των νέων.
Ποια τα αποτελέσματα όλων αυτών στην καθημερινότητα των Ιταλών; Ελάχιστα. Ο δρόμος που ακολουθεί είναι ο σωστός; Αντικρουόμενες οι απόψεις και μεγάλος ο προβληματισμός τόσο σε πολιτικό, όσο και σε επιστημονικό επίπεδο. Όμως, από ό,τι φαίνεται και από τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών, οι Ιταλοί δίνουν περίοδο χάριτος στον Πρωθυπουργό τους. Γιατί; Πιθανόν, γιατί δεν περιορίζεται μόνο να καταγγέλλει την λιτότητα. Αυτό δεν είναι δα και πρωτοτυπία, αφού ακόμη και οι εμπνευστές της εδώ και καιρό αμφισβητούν την αποτελεσματικότητά της. Αντίθετα, προτείνει λύσεις απτές, κοστολογημένες και χρονικά καθορισμένες και δεν αναλώνεται σε εκθέσεις ιδεών που καθιστούν το λόγο της σύγχρονης αριστεράς, από οραματικό που θα έπρεπε να είναι, σε ουτοπικό.
Έχει εναλλακτικά σενάρια να προτείνει στους ευρωπαίους εταίρους, δέχεται διορθώσεις και δεν ρέπει σε εύκολους λεονταρισμούς προς τέρψη του θυμικού του πληγωμένου συμπατριώτη του. Χωρίς ιδεολογικές αγκυλώσεις και κρατώντας ισορροπίες εντός του κυβερνητικού συνασπισμού του, βασικός αρωγός στην ευρωπαϊκή του καμπάνια ο αποπεμφθείς Λέττα, αφήνει το στίγμα του στην προσπάθεια της χώρας του να ανακάμψει όχι μόνο από την οικονομική κρίση, αλλά και να βρει τον πολιτικό βηματισμό της, μετά από τόσα χρόνια Μπερλουσκονισμού.