Προεκλογική περίοδος – ευρωεκλογών – ενόψει και θα σας μεταφέρουμε νοερά σε εκείνη των εθνικών εκλογών του μακρινού 1985, όταν μέσα σε κλίμα ακραίας πόλωσης, μεταξύ πράσινων και γαλάζιων καφενείων, ήρθε η υπόσχεση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη για μέτρα που θα έκαναν εύκολη την απόκτηση αυτοκινήτου από νέους. Ως απάντηση οι οπαδοί του ΠΑΣΟΚ – ο δημοσιογράφος Ανδρέας Ρουμελιώτης υποστηρίζει ότι ήταν εκείνος που το σκέφτηκε και το έγραψε πρώτος – ήρθε το σύνθημα “καλύτερα παπάκι, παρά τον Μητσοτάκη”, με το οποίο ήθελαν να δηλώσουν ότι η απέχθειά τους προς το πρόσωπο του τότε αρχηγού της Ν.Δ. ήταν τόσο μεγάλη που προτιμούσαν να χάσουν την ευκαιρία να αποκτήσουν δικό τους ΙΧ παρά να τον “υποστούν” ως πρωθυπουργό.
Επιστρέφουμε στο 2024. Την προηγούμενη Κυριακή, ο Νίκος Ανδρουλάκης παρουσίασε τους πρώτους 24 υποψήφιους ευρωβουλευτές του ΠΑΣΟΚ. Ανάμεσά τους και ένα πρόσωπο που από καιρό οι φήμες το ήθελαν σίγουρη επιλογή, εκείνο του παλαίμαχου ποδοσφαιριστή Θοδωρή Ζαγοράκη. Το γεγονός ότι ο εν λόγω υποψήφιος είναι “βαρύ όνομα” από τον χώρο του αθλητισμού τον κατατάσσει αυτομάτως στους λεγόμενους σελέμπριτι. Και επειδή η αναγνωρισιμότητα παίζει τον δικό της ρόλο και σε αυτή τη μάχη, πολλοί υποστηρίζουν ότι ο Ζαγοράκης θα φέρει χιλιάδες προσωπικούς σταυρούς – ιδιαίτερα στη βόρεια Ελλάδα, λόγω ΠΑΟΚ –, άρα κατ’ επέκταση θα… αυγατίσει τους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ.
Μόνο που με την περίπτωση Ζαγοράκη το θέμα δεν είναι ότι ήταν ή είναι διάσημος (πρώην) ποδοσφαιριστής, παντρεμένος με επίσης διάσημο (πρώην) μοντέλο. Το πρόβλημα είναι ότι την ώρα που ανακοινωνόταν ως υποψήφιος ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ εξακολουθούσε να είναι εν ενεργεία ευρωβουλευτής της Ν.Δ. Σε απλά… ευρωπαϊκά, ο Ζαγοράκης διεκδικεί να γίνει μέλος της κεντροαριστερής ομάδας του Σοσιαλιστών και Δημοκρατών ενώ μέχρι πριν λίγες ημέρες δρούσε και ψήφιζε ως μέλος του κεντροδεξιού Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος.
Κι αυτό όμως, αν και μη ηθικό πολιτικά, δεν είναι η ουσία του ζητήματος που ανακύπτει από την εν λόγω υποψηφιότητα. Η ουσία βρίσκεται στο γεγονός ότι ο Ζαγοράκης, πάντα ως ευρωβουλευτής της Ν.Δ. και του ΕΛΚ, με τη στάση του και την ψήφο του, επί 10 χρόνια, στήριζε τη γραμμή της εγχώριας και ευρωπαϊκής Κεντροδεξιάς. Μάλιστα, κατά τη διάρκεια της παρουσίας του στα έδρανα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, μόνο σε ένα θέμα διαφοροποιήθηκε – κάτι που τον οδήγησε στην προσωρινή διαγραφή του από την ευρω-ομάδα της Ν.Δ. –, στο ζήτημα του αποκλεισμού του ΠΑΟΚ από το πρωτάθλημα, το 2020.
Και το θέμα γίνεται ακόμα πιο περίπλοκο αν μπει στην εξίσωση το γεγονός ότι στις 7 Φεβρουαρίου, και πάλι ως ευρωβουλευτής της Ν.Δ. και του ΕΛΚ, ήταν ανάμεσα στους 17 ευρωβουλευτές που απέρριψαν τις αιτιάσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την κατάσταση του κράτους δικαίου στην Ελλάδα – θέμα που έχει γίνει “σημαία” από το ΠΑΣΟΚ, λόγω της υπόθεσης των παρακολουθήσεων με θύμα μάλιστα τον ίδιο τον αρχηγό του – και με “αντι-ψήφισμα” ζητούσαν από το Ευρωκοινοβούλιο να “χαιρετίσει την πρόοδο της Ελλάδας και τα επιτεύγματα της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη”.
Σε κάθε περίπτωση, η μάχη της 9ης Ιουνίου είναι βαθιά πολιτική και βαθιά ευρωπαϊκή. Σε ότι αφορά το ψηφοδέλτιο του ΠΑΣΟΚ, όπως σε κάθε ψηφοδέλτιο κάθε δημοκρατικού κόμματος, υπάρχουν εκείνοι που αξίζουν την ψήφο μας και άλλοι που δεν την αξίζουν. Στο κάτω κάτω διαρκώς λέμε ότι η κατάρτιση των ψηφοδελτίων είναι προνόμιο των αρχηγών – και κάποιων μηχανισμών θα προσθέταμε. Ωστόσο, στο χέρι όλων μας είναι να γίνει η σταυροδοσία το δικό μας προνόμιο.