Το σωτήριον έτος 2017 ο πρωθυπουργός της Ελληνικής Δημοκρατίας, αντιλαμβάνεται, και ακολούθως διακηρύσσει, ότι ο δρόμος που πρέπει να ακολουθήσει η χώρα για να προχωρήσει στην ανάπτυξη δεν είναι το σκίσιμο των μνημονίων και η διαγραφή του χρέους αλλά οι ιδιωτικές επενδύσεις. Η τοποθέτησή του αυτή χαρακτηρίζεται ως “στροφή στο ρεαλισμό” (ζαλιστήκαμε πια από τις πολλές στροφές) και “προσγείωση στην πραγματικότητα”.
Η όψιμη ανακάλυψη της σημασίας των ιδιωτικών επενδύσεων (στα λόγια), συνδυάζεται με την αποδοχή της ανάγκης για την αξιολόγηση στο δημόσιο, την πραγματοποίηση αποκρατικοποιήσεων, την προώθηση αλλαγών στην κατεύθυνση απελευθέρωσης στην αγορά εργασίας. Μόνο που οι παραπάνω αλλαγές, όσο αναγκαίες κι αν είναι, ακόμη και αν υλοποιηθούν απέχουν πολύ από το να μπορούν να οδηγήσουν την Ελλάδα στην ανάκτηση του χαμένου εδάφους στο ευρωπαϊκό και το παγκόσμιο σύστημα.
Όλα αυτά αποτελούν βασικά στοιχεία της ατζέντας των αρχών της δεκαετίας του 1990, όταν το μπλοκ του υπαρκτού σοσιαλισμού είχε καταρρεύσει, οι χώρες αυτές περνούσαν από ένα κεντρικά σχεδιασμένο σύστημα, στην οικονομία της αγοράς κι εφαρμόζονταν τέτοιου είδους αλλαγές παντού στον κόσμο. Τότε επιχειρήθηκαν και στην Ελλάδα αλλαγές προς την κατεύθυνση ανοίγματος της οικονομίας και η αντίδραση ήταν σφοδρότατη (ποιος δεν θυμάται τους Κολλάδες στα λεωφορεία και τις αντιδράσεις στο εσωτερικό της ΝΔ για την αποκρατικοποίηση του ΟΤΕ). Κάποια από αυτά προχώρησαν με πολλά βάσανα αργότερα ( ΟΤΕ, Ολυμπιακή) κι άλλα δεν προχώρησαν ποτέ (δημόσιο, εργασιακά, ασφαλιστικό). Η καθυστέρηση αυτή κόστισε βαρύτατα στη χώρα, αφού η πραγματοποίηση αυτών των αλλαγών, ιδιαίτερα μετά την ένταξη στη Νομισματική Ένωση, θα είχε αποτρέψει τη σημερινή κρίση.
Όμως η ελληνική κοινωνία εμποτισμένη από ιδεοληψίες και αδυνατώντας να παρακολουθήσει τις διεθνείς τάσεις, αντιδρούσε και το πολιτικό σύστημα στην πλειοψηφία του δεν ήθελε να αναλάβει κανένα πολιτικό κόστος. Όσοι δεν το υπολόγισαν (Τ. Γιαννίτσης), βρήκαν τον μπελά τους. Όσοι προειδοποιούσαν (Στ.Μάνος) περιθωριοποιήθηκαν στα κόμματά τους. Αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που δεν υλοποιήθηκαν τότε, τέθηκαν στην πρώτη γραμμή προτεραιότητας μετά τη χρεοκοπία. Η καταστροφή κατέστησε τις αλλαγές μονόδρομο. Αλλά και πάλι οι κυβερνήσεις εφάρμοζαν μόνο αυτά που αφορούσαν περικοπές. Όχι δομικές αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας του κράτους, στην παιδεία στο ασφαλιστικό. Πρωτοστατούντες στις αντιδράσεις κατά των αλλαγών και πριν αλλά και μετά την κρίση, οι σημερινοί κυβερνώντες. Πάνω στην άρνηση αυτών των μεταρρυθμίσεων έχτισαν και τις πολιτικές τους καριέρες.
Η παραδοχή στα λόγια από τον κ.Τσίπρα της ανάγκης επενδύσεων, σηματοδοτεί μια σημαντική εξέλιξη της σκέψης του ίδιου, δεν συμβαδίζει όμως καθόλου με τις πραγματικές ανάγκες της χώρας. Όχι μόνο επειδή οι ενέργειες της κυβέρνησής του αναιρούν με κραυγαλέο τρόπο τις εξαγγελίες του (οι εξελίξεις με την επένδυση της El Dorado και οι τραγικές καθυστερήσεις στο Ελληνικό είναι τα πιο κραυγαλέα παραδείγματα), αλλά κι επειδή τη στιγμή που οι κυβερνώντες θεωρούν ως καινοτομία να αποδεχθούν αλλαγές που βρίσκονταν στην ατζέντα της δεκαετίας του ’90, ο υπόλοιπος κόσμος δεν μας περιμένει. Προχωράει στους δικούς του ρυθμούς και η απόσταση για τη χώρα μας όλο και μεγαλώνει. Xώρες του πρώην σοσιαλιστικού μπλοκ (Σλοβενία, Τσεχία, Εσθονία) πολύ πίσω από μας, μας έχουν ήδη ξεπεράσει στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ ενώ άλλες (Λετονία, Λιθουανία, Σλοβακία, Πολωνία) κινούνται με γρήγορους ρυθμούς και σύντομα θα μας ξεπεράσουν.
Καλή λοιπόν, έστω σε επίπεδο διακηρύξεων, η αποδοχή από τον κ.Τσίπρα των ιδιωτικών επενδύσεων, ως του μοναδικού τρόπου για να βγούμε από την κρίση, γιατί έτσι καταρρέουν με πάταγο όλες οι ανοησίες του παρελθόντος. Αλλά δεν αρκεί. Η Ελλάδα χρειάζεται ένα άλμα στο μέλλον (leapfrogging). Αντί να συζητάμε για το αν χρειάζονται επενδύσεις έπρεπε να δημιουργείται ειδικό πλαίσιο για την προσέλκυσή τους, αντί να έχουμε ως στόχο την αξιολόγηση στο δημόσιο θα έπρεπε να περάσουμε κατευθείαν στο e-κράτος, όπως έκαναν οι Εσθονοί, κι αντί να γυρίζουμε στη δεκαετία του ’80 στην παιδεία και να συζητάμε για το άσυλο θα έπρεπε να εφαρμόσουμε τα πιο προχωρημένα εκπαιδευτικά συστήματα στον κόσμο.
Τα παραπάνω δεν μπορούν να είναι έργο των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Βρίσκονται εκτός εποχής. Αδυνατούν να παρακολουθήσουν τις σύγχρονες τάσεις, στην οικονομία, την τεχνολογία, την επιστήμη. Δίχως μεγάλες αλλαγές η χώρα είναι καταδικασμένη να σέρνεται ακολουθώντας με βραδείς ρυθμούς τις διεθνείς εξελίξεις. Θα χάνει διαρκώς έδαφος. Ο κ.Τσίπρας θα ανακαλύπτει τον κόσμο, αλλά ο κόσμος δεν θα περιμένει την ανακάλυψή του από τον κ.Τσίπρα. Θα προχωράμε σε σχέση με το παρελθόν, αλλά η απόσταση από τους άλλους θα μεγαλώνει. “Η ζωή αλλάζει δίχως να κοιτάζει τη δική σου μελαγχολία” που λέει κι ένας στίχος.