Οι εκλογές τελείωσαν με το αναμενόμενο περίπου αποτέλεσμα. Όχι ακριβώς, γιατί η πολιτική είναι «ανοικτό σύστημα»: κάτι ξεφεύγει πάντοτε από τις προδιαγραφές και τις προβλέψεις. Έχουμε λοιπόν:
1. Την καθαρή επικράτηση του Κυριάκου Μητσοτάκη σε όλους τους τομείς. Δεν εξελίχθηκε σε θρίαμβο γιατί ψηφοφόροι των «αστικών» κομμάτων, έχοντας σιγουρευτεί για το αποτέλεσμα, προτίμησαν τις διακοπές και τα μπάνια του λαού. Δεν έκαναν το ίδιο οι παρίες του συστήματος που αξιοποίησαν την προετοιμασία και την τόσο μεγάλη αποχή, μια επιπόλαιη στάση. Η κατάρρευση του αντιμνημονιακού μύθου της αριστεράς, του ΣΥΡΙΖΑ, επιβιώνει έτσι στην αντίπερα όχθη της καθυστέρησης. Η «ανατολική» φιλοπουτινική παράταξη, οι «Κασιδιάρηδες» οι θρησκόληπτοι, αλλά και η «μουσολινική» εκδοχή, βρήκαν ευκαιρία παρουσίας. Τα βραδυπορούντα τμήματα του έθνους, έστω με ίντριγκες, και σε τόσες εκδοχές έδωσαν και πάλι το «παρών». Είναι ένα από τα ζητήματα που θα μας απασχολήσουν το επόμενο διάστημα.
2. Η δεύτερη τετραετία ξεκινάει με καλούς οιωνούς και κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Ο πρωθυπουργός έχει διαμορφώσει μια νέα κεντροδεξιά παράταξη που, για τα κομματικά δεδομένα της χώρας, είναι μάλλον καινοφανής. Ο ίδιος έχει κατακτήσει εθνικό και διεθνές κύρος που λίγοι ηγέτες διέθεταν στη σύγχρονη ιστορία μας. Η νέα κυβέρνηση έχει το πεδίο ανοικτό για αλλαγές και μεταρρυθμίσεις. Θα μπορούσε κανείς να σχηματοποιήσει τα επίδικα ζητήματα των αλλαγών που ήδη έχει θέσει σε προτεραιότητα η ίδια η κυβέρνηση. Οι αλλαγές δεν είναι μόνο νομοθέτηση στη βουλή και δεν είναι άχρονες. Κάποιες που έχουν άμεση πολιτική στόχευση, μπορούν να τροποποιήσουν σημαντικά την υπάρχουσα πραγματικότητα. Αυτές προηγούνται. Κάποιες άλλες χρειάζονται περαιτέρω οργάνωση και διαρκή διακυβέρνηση με τη δημιουργία «ομάδας διοίκησης έργου» που θα ασχολείται καθημερινά με αυτές. Κάποιες αλλαγές απαιτούν διάλογο και αποφασιστικότητα έναντι ομάδων οι οποίες νέμονται ολόκληρους τομείς αποτελώντας τις «κλαδικές νομενκλατούρες» που, αν και μειοψηφικές, ηγεμονεύουν στους αντίστοιχους χώρους για τον μακρύ χρόνο της μεταπολίτευσης. Είναι ένα φαινόμενο που κυριαρχεί ιδιαίτερα στην παιδεία, στη δικαιοσύνη και στην υγεία. Είναι οι τρεις τομείς για τους οποίους η κυβέρνηση επείγεται να κάνει αλλαγές.
Η νέα κυβέρνηση έχει βάλει ψηλά τον πήχη και ήδη το δυναμικό που επέλεξε ο πρωθυπουργός στις καίριες θέσεις είναι ικανό να συμβάλει στη διαμόρφωση μιας άλλης δυναμικής στη χώρα. Βέβαια υπάρχουν πάντα τα μεγάλα γεγονότα, κυρίως διεθνή και στην περιοχή μας, αλλά η ευκαιρία είναι μοναδική. Η αντιπολίτευση δεν έχει δυνάμεις κι αυτό παράγει σοβαρές ανισορροπίες. Η όποια ελπίδα κριτικής θα στηριχθεί στην ωριμότητα της κοινωνίας και της «κοινωνίας των πολιτών» που δείχνει επιμονή και υπομονή για την νέα κανονικότητα όπως αυτή θεμελιώθηκε μέσα από τις δυσκολίες στην πρώτη τετραετία. Θα επιμείνουμε και πάλι στην άποψή μας για μικρά κυβερνητικά σχήματα.
3. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ο μεγάλος ηττημένος και η ήττα του διαχέεται σε όλο το πολιτικό σύστημα. Υπάρχουν πολλές εκδοχές και ερμηνείες για την ήττα και την εξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ. Εμείς από την εμφάνιση του φαινομένου, από το 2012 περίπου, ισχυριζόμασταν ότι είναι πολιτικό φαινόμενο της κρίσης, με την πάγια ελληνική ιδιομορφία, το οποίο δεν θα αντέξει όταν η χώρα επιστρέψει στην κανονικότητα. Ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ένα κομμουνιστογενές κίνημα σε μια εποχή που τα φαινόμενα αυτά είχαν σχεδόν εξαφανιστεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη Δύση. Εκτιμήσαμε από την εκλογή ως προέδρου της Ν.Δ. του Κ. Μητσοτάκη, ότι οι δημοκρατικές «αστικές» δυνάμεις απέκτησαν άξια ηγεσία και επομένως ήταν θέμα των τότε προσεχών εκλογών για να περάσει ο ΣΥΡΙΖΑ στην αντιπολίτευση. Αυτό συνέβη το 2019 αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ φάνηκε, εκμεταλλευόμενος και κάποιους ατυχείς χειρισμούς των ΜΜΕ, να αντέχει. Έτσι από το 23% των ευρωεκλογών ανέβηκε στο 32% στις εκλογές του 2019, δύο μήνες αργότερα.
Η στρατηγική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ επιβεβαιώθηκε πλέον πανηγυρικά με τις δύο εκλογικές αναμετρήσεις του 2023. Ο ΣΥΡΙΖΑ οδεύει πλέον σε περιθωριακή μονοψήφια παρουσία. Δεν έχει χώρο, ούτε εθνικό, ούτε διεθνή για να κινηθεί, ενώ του λείπουν οι πηγές πολιτικής ενημέρωσης για να ανανεώνεται, (οι γραφές της αριστεράς αυτού του είδους στέρεψαν μετά το 1989-90). Δεν διαθέτει καν κοινοβουλευτικό παρελθόν ή στιβαρή ομάδα που να πιστεύει στην κοινοβουλευτική δημοκρατία. Η ηγεσία ΣΥΡΙΖΑ, ο Αλέξης Τσίπρας και η παρέα του είναι εγχώριας και χαμηλής παιδείας: παράγωγα του επιπέδου σπουδών της χώρας. Η «μέση ιδεολογία» των στελεχών του είναι «να καταστραφεί αυτή η σάπια κοινωνία» κι αυτοί ως «επαναστάτες μηχανικοί» να την ξαναχτίσουν. Εξού και η καταστροφολογία και η απέραντη καχυποψία απέναντι όλων. Όλα δείχνουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα επιστρέψει βαθμιαία στο επίπεδο από το οποίο ξεκίνησε. Και αυτό θα συμβεί υπό την ηγεσία του ίδιου του κ. Τσίπρα.
4. Το ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ δεν μπόρεσε να ξεφύγει από τη συνθηματική κενολογία που θυμίζει περασμένες εποχές. Ο υπερτονισμός του μονομερούς παρελθόντος «των καλών ημερών» επί Παπανδρέου, μιας σοσιαλδημοκρατίας και μιας Ευρώπης χωρίς περιεχόμενο παραπέμπει αθέλητα στην ρηχότητα του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Νίκος Ανδρουλάκης μιλάει μια γλώσσα στερεοτυπική: όχι απλή· μάλλον απλοϊκή. Είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος που πανηγύρισαν στο ΠΑΣΟΚ μια αύξηση 0,4% στις τωρινές εκλογές. Παρ’ όλα αυτά, το ΠΑΣΟΚ, αν ψάξει, μπορεί να βρει χώρο και λόγο να επανέλθει. Η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία του σήμερα δεν είναι παρά μια εκδοχή του φιλελεύθερου λόγου της εποχής μας· μια εκδοχή του συγκεκριμένου κάθε φορά. Άλλοτε περισσότερο άλλοτε λιγότερο κράτος και πάντοτε ισχυρός ιδιωτικός τομέας. Η Νέα Δημοκρατία ως κυβέρνηση και ουσιαστικά χωρίς αξιωματική αντιπολίτευση, θα παράσχει ευκαιρίες για αντιπολίτευση επί του συγκεκριμένου. Το τακτικό αμάρτημα του ΣΥΡΙΖΑ ως αντιπολίτευση, ήδη από το 2019, ήταν να τα βάλει, από την πρώτη μέρα, με τον ισχυρό κρίκο της Ν.Δ. τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Κάτι τέτοιο πάει να διαπράξει και ο κ. Ανδρουλάκης απέναντι στον πανίσχυρο πλέον επικεφαλής της Ν.Δ. Ας ελπίσουμε ότι θα μελετήσουν, προς αποφυγήν, την αντιπολιτευτική τακτική και τον λόγο, πρωτίστως του Αλέξη Τσίπρα. Θα το επαναλάβουμε: η χώρα χρειάζεται τουλάχιστον δύο συστημικά κόμματα, ικανά να μπορούν να κυβερνήσουν.
Από κει και πέρα, αν δεν μπορέσει το ΠΑΣΟΚ, θα έχουμε και πάλι, αλλά περισσότερα, ναζιστικά, μουσολινικά, ακροδεξιά μορφώματα μαζί με το ΚΚΕ.
Πηγή: www.athensvoice.gr