Ο?? κίνδυνος να μείνουν εγκλωβισμένοι στην Ελλάδα εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες εύλογα κυριαρχεί στις ειδήσεις και στη σκέψη των πολιτικών. Σε αντίθεση με τους διερχόμενους, οι εγκλωβισμένοι, αν είναι πολλοί και απελπισμένοι, θα γίνουν σοβαρό πρόβλημα για την κοινωνία που τους δέχεται, καθώς παραμένουν χωρίς να επιδιώκουν να χτίσουν μια νέα ζωή, και η κοινωνία δεν επενδύει για να τους ενσωματώσει.
Υπάρχουν όμως και οι πρόσφυγες που δεν είναι εγκλωβισμένοι, ούτε διερχόμενοι. Είναι όσοι αποφασίζουν να εγκατασταθούν στην Ελλάδα, να βρουν δουλειά και να στείλουν τα παιδιά στο ελληνικό σχολείο. Γι’ αυτούς δεν γίνεται συζήτηση, ίσως επειδή είναι λίγοι και ίσως επειδή οι πολιτικοί δεν τολμούν να θίξουν το ζήτημα γιατί φοβούνται τους ψηφοφόρους. Εχουμε όμως αναλάβει την υποχρέωση έναντι των εταίρων στην Ε.Ε. να δεχτούμε για εγκατάσταση 50.000 πρόσφυγες. Πρέπει να το κάνουμε όσο καλύτερα μπορούμε. Και ακόμα καλύτερα, να το δούμε ως ευκαιρία.
Πολλοί Ελληνες θα αντιδράσουν στην προοπτική να έρθουν στην περιοχή τους ξένοι φτωχοί, αλλόθρησκοι, με παράξενους τρόπους. Θα φοβηθούν την ξένη γλώσσα μέσα στο σχολείο, το κρυφό τζαμί σε κάποια αποθήκη, ίσως τη ζητιανιά, ίσως και το έγκλημα. Θα πουν ακόμα ότι με ένα εκατομμύριο ανέργους δεν μπορούμε να δώσουμε δουλειά σε ξένους, και με ένα πτωχευμένο κράτος δεν μπορούμε να τους δίνουμε επιδόματα. Κατανοητοί οι φόβοι, αλλά μπορούμε να αποτρέψουμε τους κινδύνους. Κατανοητές και οι οικονομικές ενστάσεις, αλλά είναι λαθεμένες.
Ας αναλογιστούμε την ιστορία μετά το 1990. Είχαμε εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες από την Αλβανία, όπου μόλις είχε καταρρεύσει το καθεστώς του Χότζα, και έφταναν στην Ελλάδα χωρίς καθόλου παραστάσεις για τον τρόπο ζωής μιας δυτικής χώρας. Τους φοβηθήκαμε στην αρχή, εν μέρει δικαιολογημένα γιατί αυξήθηκαν τα εγκλήματα. Οι μεγαλύτεροι φόβοι, όμως, ότι θα αλλοιωθούν γειτονιές, θα πάρουν το ψωμί των Ελλήνων, και άλλα τέτοια, δεν επαληθεύτηκαν. Οι Αλβανοί, και οι άλλοι μετανάστες από την ανατολική Ευρώπη, ενσωματώθηκαν γενικώς καλά και στήριξαν πολύ την οικονομία, όπως τη στήριξαν αργότερα οι Πακιστανοί και Μπανγκλαντεσιανοί. Ο Ελληνας μικροαγρότης δεν μπορούσε ποτέ να φανταστεί τον εαυτό του εργοδότη, πριν έρθουν οι μετανάστες, ούτε θα μπορούσε να καλλιεργήσει τόσες φράουλες, ντομάτες και σταφύλια όσα άρχισαν να παράγονται τότε. Στα σπίτια, οι μετανάστριες φρόντιζαν τους γέρους και τους αρρώστους όχι μόνο των μεγαλοαστών, όπως πριν από το 1990, αλλά και των μικροαστών. Στην οικοδομή, οι Αλβανοί έγιναν περιζήτητοι τεχνίτες.
Σήμερα με τη μεγάλη ανεργία, θα είναι πιο δύσκολο να απασχοληθούν οι νεοφερμένοι. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι θα εκτοπίσουν Ελληνες από περιζήτητες δουλειές. Ακόμα τώρα, υπάρχουν ανάγκες που δεν θέλουν να τις καλύψουν οι ντόπιοι, ενώ παράλληλα μερικοί Σύροι πρόσφυγες με μόρφωση και μικροπεριουσίες θα μπορούσαν να προσθέσουν θέσεις εργασίας. Οι μετανάστες συχνά συμπληρώνουν τους γηγενείς, δεν τους εκτοπίζουν, και έχουν θετική συμβολή στο ΑΕΠ.
Οσο για το κοινωνικό κράτος, δεν έχει νόημα να φοβόμαστε ότι θα απομυζούν τα επιδόματα ανεργίας ή συναφή, γιατί τέτοια επιδόματα έχουμε ελάχιστα. Αντίθετα, δαπανούμε πολλά για συντάξεις. Οι πρόσφυγες μόνο θετική συμβολή θα έχουν στο συνταξιοδοτικό, αφού θα εργαστούν για δεκαετίες πριν αρχίσουν να εισπράττουν.
Θα έπρεπε λοιπόν να είναι καλοδεχούμενοι 50.000 άνθρωποι από τη Συρία και το Ιράκ . Υπάρχει όμως ένας πραγματικός κίνδυνος: να στοιβαχτούν σε λίγες συνοικίες, μέσα σε άθλιες συνθήκες, αλλάζοντας βίαια τη γειτονιά, όπως έγινε στον Αγιο Παντελεήμονα. Για να μη συμβεί αυτό, ας εφαρμόσουμε μια πρόταση του οργανισμού «Αλληλεγγύη – Solidarity Now», που ασχολείται ιδιαίτερα με τους πρόσφυγες.
Να διασπαρεί το σύνολο στους 325 δήμους, δηλαδή 150 άτομα ή 30 οικογένειες σε ένα δήμο μεσαίου μεγέθους. Η κυβέρνηση, οι δήμοι και οι εθελοντικές οργανώσεις να συνεργαστούν για:
1. Να εντοπίσουν διαθέσιμες κατοικίες και να επιδοτήσουν το ενοίκιό τους από το σχετικό κονδύλι της Ε.Ε.
2. Να εκδώσουν έγκαιρα άδειες εργασίας.
3. Να προσφέρουν μαθήματα γλώσσας και επαγγελματικής κατάρτισης από εθελοντές.
4. Να παράσχουν μια μικρή χρηματική βοήθεια για 6 – 12 μήνες.
5. Να παρακινήσουν κάποιους από την τοπική κοινωνία να γίνουν ο σύνδεσμος ή σύμβουλος της κάθε οικογένειας: π.χ. μια γυναίκα που θα συνδέει τη μητέρα με τις τοπικές υπηρεσίες, ένας ντόπιος μαθητής που θα στηρίζει το μικρό παιδί στο σχολείο, ένας δάσκαλος ή μια κοινωνική λειτουργός που θα παρακολουθεί γενικά τις ανάγκες τους.
Αν οι αριθμοί σε κάθε τόπο είναι μικροί, το σχέδιο είναι εφικτό, χωρίς μεγάλες οργανωτικές δυσκολίες. Σε όλη τη χώρα υπάρχουν Ελληνες που θα θελήσουν να βοηθήσουν τους ξένους να ξαναρχίσουν τη ζωή τους.
Δυστυχώς, όμως, υπάρχουν κι αυτοί που θα αντιδράσουν, είτε από φόβο, είτε από ρατσισμό, είτε για πολιτική εκμετάλλευση.
Εδώ χρειάζεται η πολιτική με την πιο καλή της έννοια. Για να κινητοποιήσει τους πολίτες, να παρακινήσει τους δημάρχους, να προστατέψει τους εθελοντές, να απομονώσει τους μισαλλόδοξους. Ελπίζω η κυβέρνηση και οι αρχηγοί των κομμάτων να μη φοβηθούν. Ελπίζω και η Εκκλησία να θυμηθεί τη φάτνη της Βηθλεέμ.