Κακός οιωνός η θολούρα

Κώστας Σοφούλης 04 Δεκ 2017

Η ονομασία ενός κόμματος είναι μάλλον σοβαρή υπόθεση. Πρέπει να συμπυκνώνει σε ελάχιστες λέξεις τον σκοπό, τους στόχους και την πολιτική ιδεολογία για να δίνει σαφές μήνυμα προς όσους προσκαλεί να το υποστηρίξουν. Είναι προφανές, ότι για να προκύψει ο τίτλος απαιτείται σοβαρή προεργασία που θα καταλήγει σε ένα πειστικό σκεπτικό. Ο τίτλος πρέπει να εκφράζει συμβολικά την ουσία και να μη είναι παραπλανητικός καθώς επίσης να μη προσφέρεται σε εύκολες «απομιμήσεις». Εν προκειμένω, δεν πρόλαβε να χαθεί ο ήχος της σχετικής ανακοίνωσης για το τίτλο του «νέου κόμματος» και ο Τσίπρας πρόλαβε να προκαλέσει σύγχυση με την δήλωσή του στην Λισαβόνα που προέβαλε την ιδέα της «αλλαγής». Η δήλωσή του ήταν χαρακτηριστική: «Η αλλαγή αποτελεί υπαρξιακή πρόκληση για την Ευρώπη και τις προοδευτικές δυνάμεις», υπογράμμισε ο Αλέξης Τσίπρας στην παρέμβασή του κατά το δείπνο εργασίας των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων που μετέχουν στο Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα (ΕΣΚ).  Αλλά και πάλι αυτό μπορεί να είναι το μικρότερο κακό. Το χειρότερο κακό είναι η πρόκληση ασάφειας και θολούρας περί το ιδεολογικό και πολιτικό στόχο του νέου κόμματος.

Δυστυχώς, αυτή η θολούρα προέκυψε πριν καν λαλήσει ο κόκορας, με την πρώτη ευκαιρία που δόθηκε για να αναπτυχθεί το σκεπτικό της επιλογής του ονόματος. Ιδού εκ στόματος της ίδιας της Αρχηγού, πως πληρούνται τα παραπάνω κριτήρια, δηλαδή το σκεπτικό με το οποίο επελέγη ο τίτλος «Κίνημα Αλλαγής».

«Δεν είναι μόνο στο όνομα, ο νέος φορέας της Κεντροαριστεράς, είναι κίνημα και στην πράξη, καθώς δεν προέκυψε από διευθετήσεις και συνεννοήσεις κορυφής, αλλά από 212.000 ψήφους», πρόσθεσε.

Από την άλλη μεριά η λέξη αλλαγή συμβολίζει σήμερα ένα τρίπτυχο. Συμβολίζει τη μεγάλη ανάγκη για αλλαγή αυτής της κυβέρνησης, που ξεπερνά τα κόμματα ως αίτημα του ελληνικού λαού. Συμβολίζει την ανάγκη για αλλαγή πολιτικής με το τέλος της λιτότητας, γιατί η προτεραιότητά μας πρέπει να είναι η ανάπτυξη, οι επενδύσεις, η παραγωγή νέου πλούτου και η δίκαιη διανομή του. Και τρίτον σηματοδοτεί την ανάγκη για προοδευτικές αλλαγές, για μεγάλες ανατροπές σε ό,τι κρατά τη χώρα καθηλωμένη με ένα εθνικό σχέδιο ανεξάρτητα από τις υποχρεώσεις μας απέναντι στους εταίρους και το τι μας ζητούν εκείνοι να πράξουμε

Λυπάμαι, αλλά δεν μπορώ να θεωρήσω σοβαρό πράγμα αυτό το κούφιο σκεπτικό. Και αν έχω δίκιο, τότε πολύ φοβάμαι ότι η θολούρα του, τίποτα το καλό δεν προοιωνίζει, τουλάχιστο για τον τρόπο με τον οποίο θα τεκμηριώνονται οι πολιτικοί στόχοι στο νέο κόμμα. Θλίβομαι στη σκέψη, ότι αυτή την ώρα που ο κόσμος μας έχει μεγάλη ανάγκη ξεκάθαρης πολιτικής έμπνευσης και καθοδήγησης, ξεκινάμε με ξύλινα σλόγκαν που απλώς αναρριπίζουν αναμνήσεις. Αναμνήσεις που για πολλούς δεν είναι, δα, και δεδομένα ευχάριστες.  Στις επόμενες γραμμές, σημειώνω όσο μπορώ σεμνότερα τις σκέψεις και τους συνειρμούς που αυτή η κενή δικαιολόγηση του κομματικού τίτλου μου προκάλεσε.

Έχουμε και λέμε: Πρώτο, η δικαιολόγηση του όρο «κίνημα» είναι τουλάχιστο σουρεαλιστική. Είναι, λέει, κίνημα, επειδή ψήφισαν 200.000 πολίτες. Δηλαδή, όλες εκλογές αρχηγών με καθολική ψηφοφορία ανάγουν το αντίστοιχο κόμμα σε… κίνημα! Επομένως και η ΝΔ είναι αδελφό κίνημα. Θέλω ολόψυχα να πιστεύω ότι η επιπολαιότητα του επιχειρήματος δεν αντανακλά την σοβαρότητα με την οποία αναλύεται η πολιτική κατάσταση στα αρμόδια όργανα του νέου κόμματος. Στη πολιτική θεωρία, αλλά και στην καθημερινή πολιτική πρακτική, ο όρος «κίνημα» δίνεται σε συγκεκριμένες πολιτικές πρωτοβουλίες με έντονο ακτιβιστικό περιεχόμενο. Αν ονομάσεις ένα κόμμα με τον επιθετικό προσδιορισμό «κίνημα» κάνεις ουσιαστικά επιλογή πολιτικής στρατηγικής και τίποτα λιγότερο. Ο ΓΑΠ ονόμασε το κόμμα του «κίνημα» και είχε κάθε δικαίωμα να το κάνει, αλλά επειδή δεν αποδέχτηκε και τις υποχρεώσεις που του επέβαλε η τέτοια επιλογή του η απλή δήλωση πήγε στον βρόντο. Αν η Κα Γεννηματά κυριολεκτεί και επιμένει στο ότι το νέο κόμμα πρέπει να έχει κινηματικό χαρακτήρα, οφείλει αμέσως να αναπτύξει πειστικά σχέδια και τακτικές. Τις περιμένουμε, λοιπόν.

Πάμε, τώρα στο δεύτερο συνθετικό, την «αλλαγή». Ώστε η «αλλαγή ξεπερνά τα κόμματα ως αίτημα του ελληνικού λαού». Τι ακριβώς θέλει να πει ο ποιητής; Ότι το νέο κόμμα θα εκπροσωπήσει μια επιθυμία του λαού ως όλου; Αυτό είναι μια τυπική ομολογία λαϊκισμού που θα καταγραφεί στο εγχειρίδια πλέον. Κανένα κόμμα δεν εκπροσωπεί τον λαό «ως όλον» γιατί αυτό δεν είναι παρά κατασκευή του εθνικολαϊκισμού για να αιτιολογήσει τον αντικοινοβουλευτισμό του. Κάθε κόμμα εκπροσωπεί αποκλειστικά και μόνο τους ψηφοφόρους του, αδιάφορα αν καλώς οφείλει να μεριμνά για το κοινό συμφέρον. Αυτά είναι πράγματα ξεκαθαρισμένα εν ού παικτείς.

Η προσωπική μου άποψη είναι ότι η χρήση του όρου κίνημα από τον Α. Παπανδρέου τελικά σηματοδότησε την λαϊκιστική εκτροπή του ΠΑΣΟΚ που τόσο πολύ κόστισε και στη χώρα αλλά και στην ελληνική σοσιαλδημοκρατία. Η «αλλαγή» και οι «μη προνομιούχοι» υπήρξαν τα κλειδιά που ξεκλείδωσαν θυελλώδεις λαϊκιστικές δυνάμεις στη βάση του παλαιού ΠΑΣΟΚ. Τελικά δέσμευσαν το ΠΑΣΟΚ σε μια αδιέξοδη πολιτική κατακερματισμένης πελατειακής διάσπασης που, μαζί με τον κρατισμό της πρώτης περιόδου, έχτισαν μια κοινή γνώμη που ήταν πια έτοιμη στην πρώτη δυσκολία να μεταπηδήσει στον γνησιότερο εθνικολαϊκισμό του ΣυριζοαΑνέλ. Μήπως τώρα, κάποιοι πιστεύουν ότι μέσα από μία τέτοια «ανταγωνιστική» γέφυρα θα θέλξουν του ψηφοφόρους του Σύριζα να πάρουν τον δρόμο πίσω στις αγκάλες ενός Πασόκ δεύτερης γενιάς; Αν το πιστεύουν, τότε είναι επικίνδυνοι για το εγχείρημα συγκρότησης του πόλου που έχει ανάγκη το πολιτικό μας σύστημα, δηλαδή μια φιλελεύθερη σοσιαλδημοκρατική παράταξη, ένα μοντέρνο μεταρρυθμιστικό δημοκρατικό κόμμα.

Οι πολιτική περιπέτεια στην οποία ζούμε μετά την εκδήλωση της κρίσης θα έπρεπε να μας είχε διδάξει μεταξύ άλλων, ότι η ζύμωση του εκλογικού σώματος με θολές προσδοκίες που δίνουν στον καθένα την πλαστή δυνατότητα να αναγνωρίσει το προσωπικό του πρόβλημα στο πολιτικό πρόγραμμα ενός κόμματος, στο τέλος, το μόνο που καταφέρνει είναι να δημιουργήσει με εθνικολαϊκίστικη βάση που απλώς θα αναζητεί έκφραση και ηγέτη για την κορυφή της. Η ιδεολογική θολούρα του ΠΑΣΟΚ, ας μη απατόμεθα, υπήρξε το πολιτικό φροντιστήριο στο οποίο οι εκλογείς εκπαιδεύτηκαν για να δεχτούν τον Τσίπρα. Κάτι τέτοιο, άραγε περιμένουμε και με αυτά τα εναρκτήρια λάθη;

Συμπερασματικά: Το θέμα του ονόματος της παράταξης πρέπει να καταγραφεί στα σημαντικά ζητήματα της προσυνεδριακής ατζέντας και να μη κουκουλωθεί με την φαινομενικά «λογική» αποστροφή ότι τάχα το όνομα δεν παίζει ρόλο, παρά μόνο η ουσία. Αν το όνομα δεν απεικονίζει την ουσία, τότε κάποιο λάκκο κρύβει η φάβα.