Κακό χωριό…

Λυκούργος Λιαρόπουλος 07 Απρ 2014

«Κακό χωριό τα λίγα σπίτια» είναι μία από τις ωραίες λαϊκές παροιμίες. Έχει να κάνει με το «όλοι γνωριζόμαστε εδώ μέσα», και το «κανείς δεν είναι άρχοντας για τον υπηρέτη του». Η υπόθεση Μπαλτάκου φωτίζει ένα από τα κύρια ζητήματα της ελληνικής κοινωνίας και πολιτικής. Μία κοινωνία, μικρή, κλειστή, επαρχιώτική, κινείται σε λίγα τετραγωνικά της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Νεόπλουτη, με ξένα χρήματα, ιδίως τα τελευταία 30 χρόνια, εξελίχτηκε σε λίγες δεκαετίες από το απόλυτο Βαλκανικό «τίποτα» σε διαχειριστή μίας προνομιακής χερσονήσου της Ευρώπης με αξιόλογη, ευπώλητη, αλλά πολύ παλιά ιστορία, τόσο παλιά που δεν έχει, δυστυχώς, καμία σχέση με τους σημερινούς κατοίκους.

Λίγες χιλιάδες άνθρωποι και οικογένειες, μία κάστα εκφραστών πολιτικής, οικονομικής, και δικαστικής εξουσία, καθορίζουν τις τύχες δέκα εκατομμυρίων κατοίκων. Μαζί με τον Τύπο, τα ΜΜΕ και την Εκκλησία, αποτελούν ένα κλειστό κύκλωμα εξουσίας, μία «Ομάδα», που κυβερνά επί δεκαετίες, απλώς αλλάζοντας κοστούμια για να μην «βαριούνται» οι θεατές. Συνομιλούν, συνεννοούνται, κάνουν «κουμπαριές», καμιά φορά παντρεύονται τις ίδιες γυναίκες, πάνε στα ίδια σχολεία και Πανεπιστήμια, συνδιαμορφώνουν το κλίμα μέσα στο οποίο γίνεται η διαχείριση της χώρας. Εξ’ ορισμού ο Διαχειριστής δεν μπορεί παρά να είναι ότι και όποιος εξυπηρετεί τα συμφέροντα της Ομάδας. Φυσικά, σε ένα τέτοιο περιβάλλον Πολιτική και Ηθική είναι έννοιες αποκλίνουσες, κάτι που οι διαχειριστές ξέρουν καλά, και γι’ αυτό ισχύει και το «μεταξύ κατεργαραίων, ειλικρίνεια».

Στο κύκλωμα αυτό συνυπάρχουν «ιδεολογίες», φιλελεύθερες, κεντρώες και αριστερές, που διαμορφώνουν επί μέρους ταυτότητες που ποτέ, όμως, δεν έρχονται σε ρήξη με την κυρίαρχη λογική και σκοπό της εξουσίας, δηλαδή το Χρήμα και την πολιτική και δικαστική κηδεμονία στη διαχείριση του, ευρύτερα γνωστή ως «Το Σύστημα». Εκτός κυκλώματος ήταν, μετά το 1950, μόνο οι ηττημένοι του Εμφυλίου. Αυτό το μέρος της Αριστεράς έχει διαμορφώσει μία αμυντική θρησκοληπτική περιχαράκωση με ισχυρά αντισώματα σε οτιδήποτε διαφορετικό και νεωτερικό. Το ΚΚΕ, μέρος του ΣΥΡΙΖΑ και άλλοι «παράφρονες» ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία. Τα τελευταία τρία χρόνια, όμως, ξεπήδησε και το «διδυμάκι» της, δηλαδή η Άκρα Δεξιά, που ως τώρα «λούφαζε» στις παρυφές του Συστήματος, κληρονομώντας και προστατευμένη από την παλαιοδεξιά της μετεμφυλιακής εποχής των «νικητών». Ο λόγος της επανεμφάνισης, ως Χρυσή Αυγή, σχετίζεται με τη ριζική αλλαγή που επέφερε η παγκοσμιοποίηση και στην Ελληνική κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα, σε συνδυασμό με τη βαθειά οικονομική κρίση που προκάλεσε η άφρων συστημική διαχείριση.

Η Ελλάδα ήταν η μόνη χώρα που μετά το 2ο Παγκόσμιο πόλεμο πολέμησε άλλον ένα, μακρύτερο, δικό της πόλεμο, που προκάλεσε ακόμη μεγαλύτερες καταστροφές. Το κυριότερο, προκάλεσε ένα ρήγμα που, όπως φαίνεται, ακόμη δεν έχει κλείσει τελείως. Μία καρικατούρα, ως επανάληψη του Εμφύλιου, έχει αρχίσει να διαφαίνεται απειλώντας να καταστρέψει πάλι τη χώρα. Στην προσπάθεια να ηγεμονεύσει, ενεργώντας αμυντικά, η Ν.Δ αγκαλιάζει τους Μπαλτάκους. Αντίστοιχα, στην προσπάθεια να καταλάβει την εξουσία, η Αριστερά παραδίδεται σε Λαφαζάνηδες και Ρόζες. Το πρόβλημα είναι ότι τα δηλητηριώδη άκρα έχουν «προσβάλει» τους «ξενιστές» πολιτικούς οργανισμούς, η Χ. Α. τη Δεξιά και οι Νεοκομμουνιστές την Αριστερά.

Στην παρούσα συγκυρία το ζήτημα δεν λύνεται εύκολα με δεδομένη και την εξαιρετικά ευαίσθητη οικονομική μας θέση. Στη σύγχρονη Ευρώπη, μία χώρα με τέτοια διλήμματα και με απόλυτη εξάρτηση από τους διεθνείς οικονομικούς και θεσμικούς κανόνες δεν στέκεται. Μία Κυβέρνηση που παραδίδεται, ή, έστω, ανέχεται «παρά φύσιν» εναγκαλισμούς θέτει σε κίνδυνο τη Δημοκρατία. Μία αντιπολίτευση που επιχειρεί να καταλάβει την εξουσία με σύμβολα και πολιτικά διλήμματα μίας άλλης εποχής είναι καταδικασμένη να αποτύχει. Και οι δύο, δυστυχώς, φαίνεται να αγνοούν την πραγματικότητα που τους έχει ξεπεράσει, όπως δείχνουν και οι δημοσκοπήσεις.

Η Ελλάδα σήμερα είναι μία πολύ διαφορετική χώρα από αυτήν της 10ετίας του Χρηματιστηρίου και της Ολυμπιάδας. Ένας κόσμος που απέχει τρεις γενιές από τον Εμφύλιο και δύο γενιές από την είσοδο στην Ευρώπη, έχει περάσει από την αστακομακαρονάδα στην ανεργία και τη φτώχεια. Γνώρισε δύο κόμματα που παρά τις προσχηματικές ιδεολογικές διαφορές τους επέδειξαν ταυτόσημες και ολέθριες πολιτικές πρακτικές. Ο κόσμος αυτός κατάλαβε ότι τα ιδεολογικά προσχήματα απλώς δημιουργούν κρατικές «δουλειές» για διαφορετικές ομάδες «κολλητών», προωθούν μόνο τα συμφέροντα του συστήματος που περιγράψαμε και δημιουργούν τεράστια ελλείμματα για όλους αλλά και για τις γενιές που έρχονται. Καταλαβαίνει ότι δεν υπάρχουν αριστερές ή δεξιές λύσεις, αλλά λύσεις που λύνουν πραγματικά μη ιδεολογικά προβλήματα. Ευτυχώς, φαίνεται ότι μέρος της Δικαιοσύνης αρχίζει να απογαλακτίζεται από το Σύστημα, ενώ δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι και οι πολίτες κατάλαβαν πως λειτουργούσαν οι πολιτικές εξουσίες και «ιδεολογίες». Οι επερχόμενες εκλογές θα δείξουν το βαθμό στον οποίο η συνειδητοποίηση θα παράξει και «πολιτικό αποτέλεσμα».