Βγαίνοντας από ένα σκληρό δικτατορικό καθεστώς το 1974, που καταπάτησε για επτά χρόνια κάθε έννοια δικαιωμάτων και ελευθεριών, η ελληνική κοινωνία απαίτησε τη δημιουργία ενός ισχυρού πλέγματος προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων και των πολιτικών ελευθεριών. Η απαίτηση αυτή, που άρχισε να υλοποιείται γρήγορα στα χρόνια της μεταπολίτευσης, οδήγησε σταδιακά στην εμπέδωση της αντίληψης, ότι υπάρχουν κυρίως δικαιώματα και ελάχιστες έως καθόλου υποχρεώσεις των πολιτών. Η εξέλιξη αυτή αποτυπώθηκε έντονα και στο ποινικό σύστημα της χώρας. Οι ρυθμίσεις στράφηκαν, κυρίως, στην προστασία των δικαιωμάτων των παρανομούντων, με σαφή υποχώρηση της φροντίδας για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των θυμάτων. Το αποτέλεσμα ήταν ένα σύστημα με πληθώρα προβλεπομένων ποινών σε αρκετές περιπτώσεις και μια μοναδική ευρηματικότητα ώστε οι ποινές αυτές, όταν επιβάλλονται από τα δικαστήρια, να μην εκτίονται. Η έννοια της ποινής φυλάκισης έχασε κάθε νόημα, αφού καμία σχεδόν ποινή φυλάκισης δεν εκτίεται πραγματικά σε σωφρονιστικό κατάστημα.
Η Ελληνική Αστυνομία συλλαμβάνει συνεχώς τους ίδιους και τους ίδιους παρανομούντες, αλλά αυτοί αφήνονται ελεύθεροι, αφού τους επιβληθεί κάποια ποινή που υποχρεωτικά αναστέλλεται από το Δικαστήριο, γιατί αυτές είναι οι ισχύουσες διατάξεις. Οι άνδρες και οι γυναίκες της ΕΛΑΣ, έχουν πολλές φορές την αίσθηση ότι ματαιοπονούν στην προσπάθεια αντιμετώπισης της καθημερινής εγκληματικότητας. Η γενικευμένη αίσθηση της ατιμωρησίας, δημιουργεί μια αντίστοιχη αίσθηση στην κοινωνία ότι είναι απροστάτευτη απέναντι κυρίως στη λεγόμενη καθημερινή εγκληματικότητα. Σε όσους παρανομούν, υπάρχει η βεβαιότητα ότι είτε δεν θα υπάρχουν κυρώσεις ή αν υπάρξουν, αυτές θα είναι μικρές.
Με τις προτεινόμενες διατάξεις για τις αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα, στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και τα αδικήματα ενδοοικογενειακής βίας, που τέθηκαν ήδη σε δημόσια διαβούλευση, το Υπουργείο Δικαιοσύνης επιχειρεί να κοιτάξει και προς τη μεριά των θυμάτων, αλλά και των δικαιωμάτων όλων των πολιτών που επιθυμούν ευνομία και ευταξία. Που διεκδικούν το δικαίωμα για μια ήσυχη κοινωνική ζωή, το δικαίωμα να μην τους κλέβουν, να μην τους ληστεύουν, να μην καταστρέφουν την ατομική τους, αλλά και τη δημόσια περιουσία, να μην βιαιοπραγούν εναντίον τους, να μην τους βρίζουν και να τους συκοφαντούν. Προσπαθεί να οργανώσει ένα πλέγμα διατάξεων ώστε να διευκολύνει την όσο γίνεται ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης, χωρίς να θίγεται στο ελάχιστο το δικαίωμα των κατηγορουμένων για δίκαιη αντιμετώπισή τους και στην προδικασία και στη διεξαγωγή μιας δίκαιης δίκης. Επιχειρεί να περιορίσει σημαντικά την αίσθηση της ατιμωρησίας, με την πρόβλεψη ποινών που θα μετατρέπονται σε χρηματικές ή σε υποχρέωση για παροχή κοινωνικής εργασίας ή σε μερική πραγματική έκτιση στη φυλακή.
Οι ποινές κάθειρξης αυξάνονται από 15 χρόνια που είναι σήμερα σε 20 χρόνια, ενώ η αίτηση για απόλυση υπό όρους, θα εξετάζεται με μεγαλύτερη ευχέρεια εκτιμήσεων από το Δικαστικό Συμβούλιο. Η έκτιση ποινής για ισόβια κάθειρξη, θα είναι τουλάχιστον 25 χρόνια. Οι ποινές για τα εγκλήματα εμπρησμών σε δάση αυστηροποιούνται ακόμα περισσότερο και προβλέπεται η δυνατότητα να επιβάλλεται δήμευση της περιουσίας των εμπρηστών. Η ανθρωποκτονία από αμέλεια, όταν πραγματοποιείται μετά από παραβίαση του ερυθρού σηματοδότη, γίνεται κακούργημα. Παρέχεται ειδική προστασία στο ιατρικό, νοσηλευτικό και βοηθητικό προσωπικό των νοσοκομείων, των ασθενών καθώς και των εργαζομένων στο ΕΚΑΒ από βίαιες εναντίον τους ενέργειες στον χώρο της εργασίας τους. Υπάρχουν σκέψεις, η προστασία αυτή να παρασχεθεί και στους δασκάλους και καθηγητές των σχολείων της χώρας μας. Δημιουργείται η υποχρέωση στους επαγγελματίες, που από τη φύση της εργασίας τους (γιατροί, νοσηλευτές, ψυχολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί, δάσκαλοι, καθηγητές, προπονητές κλπ), έρχονται σε επαφή με θύματα ενδοοικογενειακής βίας, να καταγγέλλουν στις αρμόδιες αρχές τα περιστατικά αυτά. Ταυτόχρονα, παρέχεται στους καταγγέλλοντες, πλήρης προστασία από κακόβουλες εναντίον τους ποινικές αναφορές ή αστικές αξιώσεις καθώς και πειθαρχικές διώξεις.
Καταργείται το αδίκημα της λεγόμενης απλής δυσφήμισης, που οδηγούσε σε ευρεία ερμηνεία για το αν μια πράξη είναι δυσφημιστική, προκαλώντας ανασφάλεια δικαίου. Προφανώς και παραμένει το αδίκημα της συκοφαντικής δυσφήμισης, το οποίο στοιχειοθετείται όταν κάποιος εν γνώσει του και με απόλυτο δόλο, δημοσιοποιεί ψευδείς ισχυρισμούς εναντίον κάποιου άλλου, προκειμένου να πλήξει την τιμή και την υπόληψή του, κάτι που πολλές φορές οδηγεί στον διασυρμό και την ηθική εξόντωση ανθρώπων.
Εμφανίστηκαν κάποιοι στο δημοσιογραφικό χώρο, να ζητούν την κατάργηση του αδικήματος της συκοφαντικής δυσφήμισης! Προφανώς υπονοούν, ότι θα μπορούν ανενόχλητα και χωρίς κανένα φραγμό, να εξοντώνουν ηθικά ανθρώπους, λέγοντας με δόλο, ψέματα εναντίον τους και να μην έχουν καμία επίπτωση! Προφανώς, μια Πολιτεία που σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών της, οφείλει να προστατεύει τα θύματα της συκοφαντίας και όχι τους συκοφάντες.
Η επιτάχυνση της ποινικής διαδικασίας, οργανώνεται, κατ’ αρχάς, με την ενίσχυση της ποινικής διαπραγμάτευσης του Εισαγγελέα με την υπό κατηγορία ευρισκόμενο, ακόμα και πριν ασκηθεί η ποινική δίωξη. Παρέχεται η δυνατότητα και στον Εισαγγελέα να υποβάλλει στον υπό κατηγορία ευρισκόμενο ή στον κατηγορούμενο, πρόταση διαπραγμάτευσης.
Οι αβάσιμες μηνύσεις θα μπορούν να αρχειοθετούνται με συνοπτική αιτιολογία από τον αρμόδιο Εισαγγελέα. Οι δικομανείς που υποβάλλουν συνεχώς αβάσιμες μηνύσεις, θα υποχρεώνονται στην καταβολή σημαντικών εξόδων. Σε αρκετά αδικήματα, προβλέπεται η κατάργηση του ενδιάμεσου σταδίου για την έκδοση δικαστικού βουλεύματος, ώστε οι υποθέσεις αυτές να οδηγούνται απευθείας σε δίκη. Ενισχύεται η αρμοδιότητα εκδίκασης των υποθέσεων από μονομελείς συνθέσεις Δικαστηρίων και στον πρώτο και στον δεύτερο βαθμό. Καταργείται το πενταμελές εφετείο κακουργημάτων.
Αυτό είναι το περίγραμμα των αλλαγών που το Υπουργείο Δικαιοσύνης και η Κυβέρνηση, έχουν θέσει σε δημόσια διαβούλευση.
Ο διάλογος που θα ακολουθήσει καθώς και η κοινοβουλευτική διαδικασία, ελπίζουμε ότι θα δώσουν ιδέες και υλικό, ώστε να εμπλουτισθεί το προτεινόμενο σχέδιο νόμου.
Ο Γιώργος Φλωρίδης είναι υπουργός Δικαιοσύνης
Πηγή: www.kreport.gr